Η παντοδυναμία της μητέρας | Ψυχολογία - planbemag.gr
Plan Be Mag
Ψυχολογία

Η παντοδυναμία της μητέρας

Μάνα, Μητέρα, Μαμά…Όπως και να την πούμε είναι αυτή η ίδια η ύπαρξη, που μας συντροφεύει από τη μέρα της σύλληψης μας ακόμα, ως το τέλος της ζωής της, ή και μετά από αυτό. Είναι η μητέρα – τροφός, η μαμά – παρηγοριά, η μάνα – σύμβουλος. Είναι αυτή που σε κάθε αναποδιά βρίσκεται, ή θα ήθελε να βρίσκεται, εκεί και να την αντιμετωπίσει μαζί μας. Είναι αυτή που ξενυχτάει, αυτή που τα διορθώνει όλα με μια βελόνα και μια κλωστή, με μια κόλλα ή με ένα φιλί. Είναι αυτή που μας αποχαιρετά και μας καλωσορίζει. Αυτή που πονάει με τον πόνο μας και γελάει με τις χαρές μας. Αυτή με την οποία έχουμε και τις περισσότερες συγκρούσεις στη ζωή μας. 

Γράφει η Φαίη Μαυρομμάτη, Ψυχολόγος- Παιγνιοθεραπεύτρια 

Σύμφωνα με τον Bowbly (1951, 1988) ο “πρωταρχικός δεσμός”, ο οποίος συνήθως είναι, ή θα έπρεπε να είναι, με τη μητέρα, είναι εξεχούσης σημασίας. Κατά τον Erikson η μητέρα τον πρώτο χρόνο της ζωής του βρέφους, είναι ο κοινωνικός παράγοντας κλειδί. Το αν δηλαδή το νήπιο θα αποκτήσει εμπιστοσύνη στη μητέρα – τροφό μέσα σε αυτόν το χρόνο, είναι πιθανό να καθορίσει το αν θα έχει εμπιστοσύνη στους άλλους αργότερα, ή ακόμα και στον ίδιο του τον εαυτό και, κατ’ επέκταση, αν θα έχει αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση ως παιδί και ενήλικας.

Μια μητέρα η οποία φροντίζει το βρέφος της με αγάπη, που το παίρνει αγκαλιά, το ταΐζει και ανταποκρίνεται ενεργά στο κλάμα του, ικανοποιώντας τις βασικές του ανάγκες, μόλις αυτές προκύψουν, του επιτρέπει να νιώθει ασφαλές. Αντιθέτως, μια μητέρα που παραμελεί το μωρό της, που ναι μεν του παρέχει π.χ. τροφή ή φροντίζει για την καθαριότητά του, αλλά το κάνει “καταναγκαστικά”, είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει έναν ανασφαλή δεσμό με το νήπιο, το οποίο αντί για εμπιστοσύνη, θα αποκτήσει δυσπιστία, που αργότερα στη ζωή του μπορεί να εκφραστεί ως κακία, ως δυσκολία να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τους άλλους, ακόμα και ως διαστρεβλωμένη εικόνα του Εγώ, η οποία δύσκολα δύναται να αλλάξει. 

Και μετά;

Όλα αυτά συμβαίνουν ανεξαρτήτως φύλου. Όταν όμως το παιδί αρχίσει να μεγαλώνει, είναι ίδιας φύσης η σχέση μητέρας – γιου και μητέρας- κόρης;

Μπαίνοντας στο δεύτερο χρόνο της ζωής τους τα παιδιά έχουν την τάση να επιθυμούν το γονέα του αντίθετου φύλου και να αισθάνονται αντιζηλία για το γονέα του ίδιου φύλου, (κατά τον Freud, Οιδιπόδειο σύμπλεγμα για τα αγόρια και σύμπλεγμα της Ηλέκτρας για τα κορίτσια). Καθώς περνάει αυτή η φυσιολογική αναπτυξιακή περίοδος η κόρη αρχίζει να ταυτίζεται με τη μητέρα και να συμπεριφέρεται, όπως αυτή, και αντίστοιχα ο γιος αντιγράφει και προσεγγίζει τον πατέρα. Έτσι φτάνουμε και στην πλήρη λύση των συμπλεγμάτων γύρω στην προεφηβεία πια.

Μάνα και κόρη

Για να δούμε τι μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια αυτής της ευαίσθητης περιόδου. Η κόρη, λοιπόν, αρχίζει να μαθαίνει από τη μητέρα της τα χαρακτηριστικά του ρόλου του φύλου της, την παρατηρεί και την αντιγράφει, κάτι που αντανακλάται μέσα από το παιχνίδι με τις κούκλες ή με τα κουζινικά. Γίνεται αυτοκόλλητη με τη μαμά, μοιράζονται τις ιστορίες για τους “έρωτες” και κάνουν “κοριτσίστικα” πράγματα μαζί. Αντίστοιχα, και η μητέρα με τη συμπεριφορά της σιγά- σιγά πλάθει το χαρακτήρα της κόρης και τη σεξουαλική της ταυτότητα, της δείχνει πως να συμπεριφέρεται, πως να μιλάει και γίνεται ένα θετικό πρότυπο γι’ αυτήν. Έτσι το κορίτσι και αργότερα η γυναίκα πια δημιουργεί σχέσεις στοργής και αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού με το αντίθετο φύλο.

Είναι συχνό, όμως, το φαινόμενο η μάνα με την κόρη να έχουν συγκρουσιακή σχέση, κυρίως κατά την εφηβεία και τη μετέπειτα περίοδο. Αυτό πιθανά συμβαίνει γιατί συχνά η μητέρα περιμένει από την κόρη της να είναι η “κολλητή” φίλη που δεν είχε ή που έχασε με την πάροδο των χρόνων. Περιμένει να έχει τις ίδιες αξίες και τις ίδιες αντιλήψεις με την ίδια. Να εκτιμά και να απορρίπτει τα ίδια πράγματα με εκείνη. Σε κάποιες πιο ακραίες περιπτώσεις η μητέρα “ζητά” από την κόρη της να ζήσει τη ζωή που δεν μπόρεσε η ίδια να ζήσει, π.χ. να είναι ανεξάρτητη οικονομικά, να μην παντρευτεί μικρή, να σπουδάσει κ.λπ. Και βέβαια όλα αυτά συμβαίνουν σε ασυνείδητο επίπεδο, “υπογείως” και δεν κρύβει καθόλου την απογοήτευσή της, όταν τα παραπάνω δεν πραγματοποιούνται. Αυτή η συμπεριφορά από μέρους της μητέρας πυροδοτεί έκρυθμες καταστάσεις. Η κόρη αισθάνεται πίεση, άγχος, φόβο, γιατί πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού της έχει την απόρριψη από τη μητέρα, μια σκέψη που δεν αντέχει καθόλου, και τελικά όλα αυτά εκδηλώνονται με έναν έντονο θυμό και αντίδραση. Όταν μάλιστα η κόρη γίνεται “καθρέφτης” των ανεπιθύμητων, κυρίως, συμπεριφορών και αντιλήψεων της μητέρας, έναν “καθρέφτη” που εκείνη δεν αντέχει καθόλου, απογοητεύεται από τον εαυτό και το ρόλο της, θυμώνει, ξεσπά, γίνεται “παράλογη” κι έτσι συχνά πυκνά οι δύο τους οδηγούνται σε σύρραξη.

Σε ακόμα πιο ακραίες περιπτώσεις η μητέρα μπορεί να αισθάνεται αντιζηλία για την κόρη της, επειδή ίσως έχει κατακτήσει περισσότερα από την ίδια. Αντί να τη θαυμάζει και να την ενθαρρύνει να συνεχίσει να προοδεύει, κάνει ότι είναι δυνατόν για να την εμποδίσει άμεσα ή έμμεσα, άλλοτε συνειδητά και άλλοτε ασυνείδητα, με αποτέλεσμα να την εγκλωβίζει μέσα σε μια παράλογη κατάσταση, απ’ όπου κανείς δεν μπορεί να “αποδράσει”.

Αντίστοιχα, κάποιες φορές η κόρη μπορεί να αισθάνεται πως, ό,τι και να κάνει, δε μπορεί να φτάσει τη μητέρα, ειδικά όταν αυτή είναι επιτυχημένη, εξαιρετικά όμορφη κ.λπ. με αποτέλεσμα να τη βλέπει ανταγωνιστικά. Τότε ίσως θελήσει να την απορρίψει κι έτσι δημιουργείται ένταση μεταξύ τους, ενώ μεγαλώνοντας, σε κοινωνικό επίπεδο, μπορεί να αισθάνεται μονίμως ανασφαλής, να φοβάται ίσως ότι πάντα κάποια θα είναι πιο όμορφη, πιο έξυπνη ή πιο ικανή από την ίδια, είτε αυτή είναι κάποια φίλη, συνάδελφος, αντίζηλος κ.λπ.

Μάνα και γιος

Ομοίως η μητέρα μπορεί να έχει μια υπέροχη σχέση με το γιο της ή μια καταστροφική. Η μητέρα οφείλει να σέβεται τη συναισθηματική απόσταση με το γιο, να του δείχνει πως να συμπεριφέρεται στο αντίθετο φύλο και να τον διευκολύνει να περάσει από την τρυφερή διεκδίκηση προς το πρόσωπό της και την αντιζηλία προς τον πατέρα, στο θαυμασμό προς αυτόν, ενθαρρύνοντάς τους π.χ. να έχουν κοινές δραστηριότητες μαζί. Με αυτόν τον τρόπο ο γιος γίνεται δυνατός, αποκτά αυτοπεποίθηση και ισορροπία, και στην ενήλικη ζωή δύναται να αναζητά και ενδεχομένως να βρίσκει μια σύντροφο που να προσομοιάζει στα θετικά στοιχεία της μητέρας του.

mother1

Όμως συχνά ελλοχεύει ο κίνδυνος μια μητέρα για τους δικούς της λόγους να αντικαθιστά το σύντροφό της με το γιο της. Κάποιες μητέρες, είτε γιατί δεν έχουν λύσει τα δικά τους θέματα με το δικό τους πατέρα, είτε γιατί έχουν προβλήματα στο γάμο τους, ή είναι μόνες- μητέρες, “αιχμαλωτίζουν” τα αγόρια τους. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο μητέρων που κοιμούνται με τους γιους τους, ακόμα και μέχρι την εφηβεία, που μετέπειτα τους φορτώνουν ευθύνες που δεν είναι δικές τους ή που τους γεμίζουν ενοχές προκειμένου να μείνουν κοντά τους. Επειδή, συνήθως είναι πιο δύσκολο στο γιο να αντιταχθεί στη μητέρα του από ότι είναι στην κόρη, αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς είναι ο γιος τελικά να συμμορφώνεται, να περιορίζεται και να ασφυκτιά κάτω από την καταπίεση της μητέρας του. Και μάλιστα, ιδίως αν δεν έχει κάποιο πρότυπο δυναμικού πατέρα, να αισθάνεται αδύναμος, μια συμπεριφορά, η οποία αργότερα μπορεί να εκδηλωθεί σαν χαμηλή αυτοπεποίθηση, σαν αδυναμία να υπερασπιστεί τις θέσεις του, σαν αίσθηση κατωτερότητας απέναντι σε φίλους, συναδέλφους, προϊσταμένους κ.λπ.

Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, η “συμβιωτική” σχέση με τη μητέρα και η δεσποτική συμπεριφορά της μπορεί να δημιουργήσει αντιδραστικές και επαναστατικές συμπεριφορές από μέρους του γιου, ο οποίος ξεσπά και δρα ανεξέλεγκτα με (σκοπό και) αποτέλεσμα να πληγώνει τη μητέρα του, στην οποία όμως έχει και αδυναμία. Έτσι, απογοητεύεται από τη συμπεριφορά του και τελικά πληγώνεται ο ίδιος. Επειδή, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο γιος τείνει να αναζητά μια σύντροφο, βάσει της εικόνας της μητέρας του, στην ενήλικη ζωή δημιουργεί σχέσεις, είτε με γυναίκες δυναμικές, ώστε να αναπαράγει το μοντέλο της σχέσης που είχε με τη μητέρα του, είτε με γυναίκες αδύναμες τις οποίες δυναστεύει ο ίδιος σαν “αντίποινα” για τη μητέρα- δυνάστη, ή απορρίπτει τελείως τις σχέσεις, με αποτέλεσμα και στις τρεις περιπτώσεις να είναι δυστυχισμένος.

Απροϋπόθετη Αγάπη…

Καταλήγοντας θα λέγαμε πως ο ρόλος της μητέρας είναι να δημιουργήσει ένα ασφαλές, αλλά όχι ασφυκτικό περιβάλλον, επιτρέποντας στο παιδί, είτε αυτό είναι αγόρι είτε είναι κορίτσι, να αναπτυχθεί απρόσκοπτα. Η μητέρα μπορεί να είναι ένα καταφύγιο αγάπης και στοργής, αρκεί να ενισχύει την ανεξαρτησία του παιδιού και τη φυσική του εξέλιξη, να σέβεται την προσωπικότητά του και να ενθαρρύνει τα βήματά του. Κι αυτή δύναται να είναι μόνο μια ευτυχισμένη και χαρούμενη μητέρα, η οποία θα είναι προσανατολισμένη στη δική της ύπαρξη και δεν θα περιμένει να ζήσει για, ή μέσα από, τα παιδιά της. Μια μητέρα που θα αισθάνεται αγάπη για τον εαυτό της, γιατί μόνο τότε θα μπορεί να μεταδώσει αγάπη και όχι καθήκον. Άλλωστε μητέρα σημαίνει απροϋπόθετη Αγάπη.

Info: art-playtherapy.gr