Ο “άλλος” και όλες οι πτυχές του θα απασχολήσουν το φετινό Θερινό Πανεπιστήμιο “Ελληνική Γλώσσα, Πολιτισμός και ΜΜΕ” – μια πολύ ενδιαφέρουσα διοργάνωση για την οποία συζητάμε με τη Δρ. Νικολέττα Τσιτσανούδη-Μαλλίδη σ’ αυτό το τεύχος.
Ο “άλλος”: πόσο επίκαιρο και, ταυτόχρονα, πόσο διαχρονικό θέμα· πόσο ευρέως κοινωνικό και, ταυτόχρονα, πόσο… προσωπικό.
“Νομίζω πως ψάχνουμε να βρούμε διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί αυτό μας κάνει να αισθανόμαστε λιγότερο μόνοι”, έχει πει η Αμερικανίδα συγγραφέας Carson McCullers. Όντως;
Το βέβαιο είναι, ωστόσο, ότι το να υφίσταται αυτός ο “άλλος”, ο διαφορετικός, είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας. Δεν μπορεί όλοι να είναι ίδιοι – σε τρόπο σκέψης, σε καταγωγή, σε δυνατότητες, σε ικανότητες, σε χρώμα, σε σεξουαλικές προτιμήσεις. Δεν γίνεται, δεν είναι υγιές.
Αλλά κι αυτό το “άλλος” είναι τόσο σχετικό… Ο Γιώργος, ως Έλληνας, είναι ίδιος με μένα, αν συγκριθούμε με τον Ορχάν που είναι Σύριος. Αλλά, ως ομοφυλόφιλος, ο (ίδιος) Γιώργος μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ο “άλλος”, αν συγκριθεί με μένα και τον Ορχάν που είμαστε ετεροφυλόφιλοι. Άρα, πού καταλήγουμε; Όλοι είμαστε “ο άλλος” για κάποιον τρίτο, αναλόγως συνθηκών και κοινωνικού πλαισίου. Όλοι ίδιοι, και όλοι “άλλοι”.
Κι όμως, αν το εξετάσει κανείς, το πραγματικό αγκάθι δεν είναι ο “άλλος” per se, αλλά η δυσκολία αποδοχής του και ένταξής του στο δικό μας σύμπαν. Δεν ξέρω αν το να ψάχνουμε διαφορές μάς κάνει “να αισθανόμαστε λιγότερο μόνοι”· ίσως απλά να μας βοηθά να ικανοποιούμε τα προσωπικά μας συμπλέγματα και να κρατάμε αποστάσεις… ασφαλείας. Από ποιον; Και γιατί;
Και μετά σκέφτομαι τη Μαρία Μπεκατώρου, η οποία γράφει στο προσωπικό της blog για τα κοντινά της πρόσωπα, αναφερόμενη σ’ αυτά ως “ο Αντώνης μου”, “η Υβόννη μου”, “ο Νίκος μου”… Της εξηγώ ότι αυτό το “μου” το χρησιμοποιούμε πολύ στην Κύπρο, δηλώνοντας έτσι οικειότητα, χωρίς όμως να έχει πάντα εκείνη την ιδιαίτερη σημασία που χαρακτηρίζει το αντίστοιχο δικό της – το τόσο αγαπησιάρικο, το τόσο προστατευτικό, που αν ποτέ μεταφραζόταν σε κάτι “χειροπιαστό”, θα ήταν σίγουρα μια αγκαλιά.
Αλήθεια, πόσο “ακριβό” είναι ένα τέτοιο “μου”, μη κτητικό, υγιές, που δείχνει ότι ο απέναντι σε δέχεται χωρίς όρους, όπως ακριβώς είσαι, ότι η δική σου ύπαρξη δίνει νόημα στη δική του… Και, κυρίως, πόσοι άνθρωποι έχουν ανάγκη να το ακούσουν, για να νιώσουν ότι γίνονται αποδεκτοί – από τον αυταρχικό γονιό τους, από το κορίτσι/αγόρι που αγαπάνε κρυφά, από τους συμμαθητές που ασκούν bullying, από τον ξενοφοβικό, καχύποπτο γείτονα, από τον απορριπτικό ομοφοβικό συγγενή…
Άραγε θα μπορέσουμε να πούμε ποτέ σε κάποιον “Είσαι ο άλλος “μου””;
Μαρία Λυσάνδρου
m.lysandrou@tpb.gr