Mπορούν η μνήμη και η προσοχή να μας βοηθήσουν να χάσουμε και, έπειτα, να διατηρήσουμε ένα υγιές σωματικό βάρος; Και, αν ναι, σε ποιο βαθμό ισχύει αυτό; Θα τρώμε λιγότερο, αν έχουμε καλύτερη επίγνωση τού τι και πόσο τρώμε;
τoυ Γιάννη Δημακόπουλου
Όσοι έχουν κάνει πολύμηνη δίαιτα για να χάσουν βάρος, το γνωρίζουν. Ο ρυθμός απώλειας βάρους, κατά μέσο όρο, μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου. Επίσης, δεν είναι ασύνηθες να ξαναπαίρνουμε το βάρος που χάσαμε. Ο λόγος είναι προφανής: η συμμόρφωση με μια συγκεκριμένη δίαιτα είναι κοπιαστική. Η διανοητική συγκέντρωση αυξομειώνεται – και το ίδιο συμβαίνει με το βάρος. Αναρωτιόμαστε αν υπάρχει ένας τρόπος ή μια μέθοδος να χάσουμε βάρος και να το διατηρήσουμε, αποφεύγοντας την καθημερινή μάχη με τις θερμίδες, η οποία κουράζει.
Τα δεδομένα δείχνουν ότι μπορούμε να επηρεάσουμε την όρεξη και την ποσότητα που καταναλώνουμε, τρώγοντας ενσυνείδητα και διατηρώντας στη μνήμη μας το τι φάγαμε. Με άλλα λόγια, ενισχύοντας την προσοχή και τη μνήμη μας, βοηθάμε στην απώλεια βάρους και αποφεύγουμε τα προβλήματα του υπολογισμού και της παρακολούθησης θερμίδων.
Παρακάτω απαριθμούμε τέσσερις προσωπικούς κανόνες που μας βοηθούν να “χτίσουμε” μια συμπεριφορά, βασισμένη στην ενσυνείδητη κατανάλωση φαγητού και στην ικανότητα ανάκλησής της στη μνήμη μας, προκειμένου να βοηθηθούμε στη διαχείριση της ποσότητας του φαγητού.
• Αποφεύγουμε τους περισπασμούς όταν τρώμε
Συχνά ακούμε πως δεν πρέπει να τρώμε μπροστά στην τηλεόραση. Η συμβατική σοφία προστάζει πως, όταν τρώμε και παρακολουθούμε τηλεόραση, η προσοχή μας αποσπάται και τρώμε πιο πολύ, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Με άλλα λόγια, όταν δεν είμαστε συγκεντρωμένοι στο φαγητό μας και μειώνεται η επίγνωσή μας, επηρεάζεται η άμεση κατανάλωση φαγητού. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει πάντοτε, καθώς ορισμένες φορές οι μερίδες ορίζονται από άλλους (για παράδειγμα, μια παραγγελία απ’ έξω).
Αυτό στο οποίο καταλήγουμε είναι πως η ενσυνείδητη κατανάλωση φαγητού επιδρά και στα μελλοντικά γεύματα. Η μη ενσυνείδητη κατανάλωση θα έχει ως αποτέλεσμα να φάμε περισσότερο και στο επόμενο γεύμα μας. Αποφεύγοντας τους περισπασμούς, θυμόμαστε καλύτερα τι φάγαμε και προσαρμόζουμε το επόμενο γεύμα, ώστε να περιορίσουμε την επόμενη πρόσληψη θερμίδων.
* Αξίζει να σημειωθεί ότι το φαγητό με παρέα μπορεί επίσης να θεωρηθεί περισπασμός. Ταυτόχρονα, όμως, προσφέρεται για να αποκτήσουμε υγιείς διατροφικές συνήθειες και να κοινωνικοποιηθούμε. Έτσι, δεν αποτρέπεται ως συνήθεια.
• Θυμόμαστε τι έχουμε φάει μέχρι στιγμής
Ετοιμάζοντας ένα γεύμα, συνήθως προσπαθούμε να ανακαλέσουμε αυτό που φάγαμε προηγουμένως. Αν δεν θυμηθούμε ακριβώς τι έχουμε φάει, είναι πιθανό να υποτιμήσουμε την ποσότητα που έχουμε ήδη καταναλώσει και να καταλήξουμε να τρώμε περισσότερο, προσπαθώντας να τη συμπληρώσουμε. Άρα, μνημονεύοντας ό,τι φάγαμε νωρίτερα, μετριάζουμε αυτά που τρώμε αργότερα.
• Ενδυναμώνουμε την ανάμνηση του φαγητού που έχουμε καταναλώσει
Χρειάζεται να βρούμε χρηστικούς τρόπους που θα μας βοηθήσουν να θυμόμαστε περισσότερο το φαγητό ή τα φαγητά που έχουμε καταναλώσει. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με κάποιο οπτικό βοήθημα – ωστόσο, αυτός είναι μόνο ένας τρόπος. Ο καθένας μπορεί να επινοήσει πρακτικές που ταιριάζουν στον τρόπο που εκείνος λειτουργεί.
Ενισχύοντας την ικανότητα ανάκλησής μας, χαλιναγωγούμε την πρόσληψη τροφής. Έτσι, είτε αρχίζουμε να χάνουμε βάρος, είτε το διατηρούμε σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο.
• Έχουμε επίγνωση τού τι τρώμε
Αυτός ο κανόνας μπορεί να κατανοηθεί ως μια ανακεφαλαίωση τού τι φάγαμε αμέσως μετά την ολοκλήρωση του γεύματός μας. Μια τέτοια πρακτική θα επιβεβαιώσει –ή όχι– το τι και πόσο θεωρούμε ότι έχουμε φάει και θα βοηθήσει να το επαναφέρουμε στη μνήμη μας αργότερα, όταν θα αποφασίσουμε για το επόμενο γεύμα.
Ωστόσο τόσο ο συγκεκριμένος κανόνας, όσο και ο προηγούμενος, απαιτούν πιο μελετημένες τεχνικές και, ενδεχομένως, τη συνδρομή ενός ειδικού.
Πηγή: Robinson E, Aveyard P, Daley A, Jolly K, Lewis A, Lycett D, Higgs S, Eating attentively: a systematic review and meta-analysis of the effect of food intake memory and awareness on eating, American Journal of Clinical Nutrition, 2013;97:728-42.
O Γιάννης Δημακόπουλος είναι Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, πτυχιούχος του Τμήματος Διατροφής και Μεταβολισμού του University of Surrey (BSc Nutrition). Έχει μετεκπαιδευτεί στη κλινική διαιτολογία στο Τμήμα Διατροφής και Διαιτολογίας της Ιατρικής Σχολής του King’s College London, με υποτροφία από το National Health Service (MSc Dietetics). Συμμετέχει ως υποψήφιος Διδάκτορας στην Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής & Υγείας (ΠΑΜΕΔΥ), η οποία υλοποιείται από τη Μονάδα Διατροφής του Ανθρώπου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Διατηρεί το γραφείο του στην οδό Ηριδανού 6, στην Αθήνα.
www.dimakopoulosi.gr