Το οξυγόνο, το οποίο σήμερα αποτελεί το 21% της ατμόσφαιρας και, βέβαια, το βασικότερο στοιχείο ζωής των αερόβιων όντων και του ανθρώπου, δεν υπήρχε καν στον πλανήτη πριν από 2-3 δισεκατομμύρια χρόνια. Τότε, στη σύσταση της ατμόσφαιρας κυριαρχούσαν το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και οι υδρατμοί (H2O). Αρχικά, τα επίπεδα οξυγόνου ήταν πολύ χαμηλά, λόγω της οξείδωσης των διαλυμένων στο θαλασσινό νερό μετάλλων.
Ο όρος οξείδωση, αν και σήμερα έχει αλλάξει νόημα, χρησιμοποιείται ευρέως. Ιστορικά, προέρχεται από την ένωση ενός στοιχείου με το οξυγόνο. Πράγματι, οι θάλασσες της εποχής εκείνης περιείχαν πολύ σίδηρο, ο οποίος αντιδρούσε με το παραγόμενο από τη φωτοσύνθεση οξυγόνο. Φωτοσύνθεση είναι η διαδικασία κατά την οποία τα πράσινα φυτά, φύκια και ορισμένοι άλλοι οργανισμοί μετασχηματίζουν τη φωτεινή ενέργεια του ήλιου σε χημική. Κατά την φωτοσύνθεση, η φωτεινή ενέργεια δεσμεύεται και χρησιμοποιείται για τη μετατροπή διοξειδίου του άνθρακα και νερού σε οξυγόνο και ενεργειακά πλούσιες οργανικές ενώσεις, κυρίως υδατάνθρακες. Επομένως κατά τη φωτοσύνθεση, καταναλώνεται διοξείδιο του άνθρακα και απελευθερώνεται οξυγόνο, ενώ σχηματίζονται απλοί υδατάνθρακες που αποτελούν, κατά κάποιον τρόπο, τις μπαταρίες αποθήκευσης ενέργειας όλων των έμβιων όντων του πλανήτη!
Η δέσμευση του οξυγόνου από τον σίδηρο ήταν, επίσης, μια εξαιρετικά ευτυχής συγκυρία για την εμφάνιση της ζωής, όπως την ξέρουμε εμείς, αφού η πλούσια παρουσία οξυγόνου θα ήταν καταστροφική για τους πρωτόγονους οργανισμούς, εξαιτίας της μεγάλης χημικής δραστικότητας του οξυγόνου και των ελεύθερων ριζών του.
Πριν από 2 δισεκατομμύρια χρόνια το μεγαλύτερο μέρος του διαλυμένου στο θαλασσινό νερό σιδήρου είχε πλέον οξειδωθεί και κατακαθίσει στο βυθό ως σκουριά, όπως επιβεβαιώνουν οι γεωλογικές έρευνες. Έτσι, σταδιακά το επίπεδο οξυγόνου άρχισε να αυξάνεται. Και σήμερα, το εσωτερικό της γης αποτελείται από σίδηρο, σε υγρή μορφή, με θερμοκρασία περίπου 5.000 βαθμών Κελσίου.
H σιδηροπενική αναιμία
O όρος σιδηροπενική αναιμία αναφέρεται στην ερυθροποίηση υπό συνθήκες έλλειψης σιδήρου, η οποία προϋποθέτει την εξάντληση των αποθεμάτων σιδήρου στον οργανισμό. Με τον όρο σιδηροπενία χαρακτηρίζεται το έλλειμμα στο συνολικό σίδηρο του οργανισμού.
Η σιδηροπενία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα διατροφικά προβλήματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορεί να διακριθεί σε λανθάνουσα, όταν υπάρχει μεν μείωση των αποθεμάτων σιδήρου, αλλά χωρίς να έχουν επηρεαστεί οι τιμές της αιμοσφαιρίνης και σε έκδηλη, όταν τα αποθέματα σιδήρου έχουν εξαντληθεί και εκδηλώνεται σιδηροπενική αναιμία με συμπτώματα.
Ποσοστό περίπου 15% του πληθυσμού (1.600.000 άτομα στην Ελλάδα) πάσχει από σιδηροπενία ή σιδηροπενική αναιμία, με κύρια ομάδα τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Πράγματι, στις γυναίκες 18-50 ετών το ποσοστό είναι περίπου 50% (800.000 γυναίκες), ενώ στα κορίτσια 12-17 το ποσοστό φτάνει το 70% (200.000). Οι λοιπές περιπτώσεις σιδηροπενίας ή σιδηροπενικής αναιμίας αφορούν παιδιά έως 4 ετών (12%, 50.000 περιπτώσεις), παιδιά ηλικίας 5-12 ετών (7%, 55.000 περιπτώσεις) και άτομα τρίτης ηλικίας (σύνολο περίπου 500.000 περιπτώσεις).
Το συμπέρασμα είναι ότι η σιδηροπενία και η σιδηροπενική αναιμία αποτελούν κυριολεκτικά “νόσημα της διπλανής πόρτας”! Θεωρητικά, δεν υπάρχει ελληνική οικογένεια χωρίς ένα τουλάχιστον μέλος της να πάσχει από σιδηροπενία ή σιδηροπενική αναιμία.
Ο σίδηρος στο σώμα
Η συνολική ποσότητα σιδήρου στο σώμα μας είναι 50mg/kg βάρους στους άνδρες και 35mg/kg βάρους στις γυναίκες. Έτσι, ένας άντρας βάρους 85 κιλών έχει στο σώμα του 85 Χ 50 = 4.250mg σιδήρου, δηλαδή 4,25 g και μια γυναίκα 60 κιλών 2.100mg ή 2,1g.
Το 65-70% αυτής της ποσότητας βρίσκεται στην αιμοσφαιρίνη, ενώ η φερριτίνη, ως “αποθήκη σιδήρου”, αποθηκεύει το 13%. Συνολικά ποσοστό που φτάνει το 95% του σωματικού σιδήρου βρίσκεται στο σύστημα φερριτίνης-αιμοσιδηρίνης. Υγιείς ενήλικοι, άνδρες και γυναίκες, αποβάλλουν 1mg σιδήρου ημερησίως, με την απόπτωση των κυττάρων της επιδερμίδας και του βλεννογόνου της γαστρικής και της ουροποιητικής οδού.
Η έμμηνος ρύση “κοστίζει” στις γυναίκες 15-30mg σιδήρου μηνιαίως, οπότε οι ανάγκες τους σε σίδηρο αυξάνονται σε 2mg ημερησίως, κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής τους. Στην κύηση, οι ανάγκες φτάνουν τα 7mg την ημέρα.
Στην εφηβεία, στις γυναίκες σε έμμηνο ρύση, στους αιμοδότες και τους αθλητές, οι ανάγκες φτάνουν και τα 5mg την ημέρα.
Συμπτώματα της σιδηροπενικής αναιμίας
Οι ασθενείς με σιδηροπενική αναιμία μπορεί, αρχικά, να μην έχουν συμπτώματα και να διαπιστωθεί η αναιμία τους τυχαία, με εξετάσεις αίματος. Αργά ή γρήγορα, ωστόσο, η σιδηροπενική αναιμία θα δώσει συμπτώματα:
- Αδυναμία, λήθαργος
- Ωχρότητα
- Καταβολή δυνάμεων
- Ευερεθιστότητα
- Μειωμένη αντοχή
- Μειωμένη πνευματική απόδοση
- Κεφαλαλγία
- Αίσθημα παλμών
Καθώς η κατάσταση εξελίσσεται, τα συμπτώματα επεκτείνονται:
- Το εσωτερικό του κάτω βλεφάρου, οι παλάμες, η κοίτη των νυχιών μπορεί να εμφανίζουν ωχρότητα (χλωμάδα)
- Αν τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης μειωθούν πολύ, κάτω από τα 7 g/dL, θα εμφανιστούν ταχυκαρδία
- Εμφανίζονται εμβοές ώτω.
Μειονεκτήματα κλασικής σιδηροθεραπείας
Η χορήγηση σιδήρου από το στόμα, αποτελεί τη συνηθέστερη θεραπεία της σιδηροπενικής αναιμίας, γιατί είναι εύκολη και αποτελεσματική, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν αρκετά προβλήματα ανοχής και συμμόρφωσης, εξαιτίας των ανεπιθύμητων ενεργειών. Ως φάρμακο ο σίδηρος παρουσιάζει αρκετά προβλήματα στη χρήση του, όσον αφορά την απορρόφηση. Τα σκευάσματα φαρμακευτικού σιδήρου παρουσιάζουν, γενικά, πολύ χαμηλή απορρόφηση που δεν ξεπερνάει το 10%. Η υπόλοιπη ποσότητα παραμένει στο γαστρεντερικό σύστημα, όπου προκαλεί πολλές ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως ναυτία, πόνο στο στομάχι, δυσκοιλιότητα ή διάρροια, μαύρα κόπρανα.