Η οστεοπόρωση αποτελεί μία από τις πιο «αθόρυβες» παθήσεις του σκελετικού συστήματος, καθώς εξελίσσεται σιωπηλά, χωρίς εμφανή συμπτώματα μέχρι να εκδηλωθεί με κάποιο κάταγμα. Κι ενώ επηρεάζει κυρίως τις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, δεν αποκλείει και τους άνδρες ή νεότερα άτομα με προδιαθεσικούς παράγοντες. Ο Δρ. Γιώργος Τροβάς, ενδοκρινολόγος – διαβητολόγος, επιστημονικός συνεργάτης του Εργαστηρίου Έρευνας Μυοσκελετικών Παθήσεων «Θ. Γαροφαλίδης» του Πανεπιστημίου Αθηνών, συζητά μαζί μας για τους βασικούς παράγοντες κινδύνου που συνδέονται με την οστεοπόρωση, για τις μεθόδους πρόληψης και διάγνωσης, ενημερώνοντάς μας παράλληλα για τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές, οι οποίες σήμερα μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στον έλεγχο της πάθησης, καταφέρνοντας έως και να την αντιστρέψουν.
Η οστεοπόρωση αποτελεί μία ασθένεια, η οποία εξελίσσεται αθόρυβα. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποια χειροπιαστά σημάδια που μπορεί να «χτυπήσουν καμπανάκι», ώστε να πάει κανείς να εξεταστεί;
Τα σημάδια που συνήθως μαρτυρούν οστεοπόρωση είναι η απώλεια ύψους (άνω των 3cm), η εμφάνιση κύφωσης, το άλγος στη σπονδυλική στήλη ή σε άλλη σκελετική θέση και οι πτώσεις.
«Οστεοπόρωση, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, εμφανίζουμε αναπόφευκτα όλοι ανεξαιρέτως». Μύθος ή αλήθεια;
Δεν εμφανίζουμε όλοι οστεοπόρωση. Ωστόσο, πρόκειται για μια πολύ συχνή πάθηση, καθώς 1 στις 2 γυναίκες και 1 στους 5 άνδρες μετά τα πενήντα θα υποστούν ένα κάταγμα κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάθε 3 δευτερόλεπτα συμβαίνει ένα κάταγμα παγκόσμια.
Ποια η ουσιαστική διαφορά μεταξύ οστεοπόρωσης και οστεοπενίας;
Με τη μέθοδο μέτρησης Οστικής Πυκνότητας (DXA) ελέγχουμε εάν ένα άτομο έχει φυσιολογική οστική πυκνότητα, οστεοπενία ή οστεοπόρωση.
Τα αποτελέσματα αναφέρονται ως ένα σύστημα σκορ που μετράει την οστική απώλεια σε σχέση με τις τιμές ενός νέου και υγιούς ενήλικα, καταγράφοντας την τυπική απόκλιση μεταξύ της μέτρησης οστικής απώλειας και του μέσου όρου.
Η οστεοπενία βρίσκεται σε ένα φάσμα απόκλισης από -2,5 έως -1 από τον μέσο όρο νέων ενηλίκων, ενώ η οστεοπόρωση καταγράφει απόκλιση μεγαλύτερη του -2,5, αυξάνοντας περισσότερο τον κίνδυνο καταγμάτων.
Κατά την οστεοπενία, δηλαδή, ένα άτομο έχει καλύτερη οστική πυκνότητα από ένα άτομο με οστεοπόρωση.
Ποιους ορίζουμε ως σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση οστεοπόρωσης;
Η οστεοπόρωση έχει χαρακτηριστεί ως μια παιδιατρική νόσος με γηριατρικές επιπτώσεις, υπονοώντας ότι η επίτευξη κορυφαίας οστικής πυκνότητας κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του σκελετού, είναι σημαντικός παράγοντας για την εκδήλωση ή όχι οστεοπόρωσης στην ενήλικο ζωή.
Σημαντικοί παράγοντες κινδύνου είναι η ηλικία, το φύλο (80% είναι γυναίκες), η ύπαρξη ιστορικού προηγούμενου κατάγματος, το χαμηλό σωματικό βάρος (ΔΜΣ <20), το ιστορικό καταγμάτων των γονέων, οι συχνές πτώσεις, η πρόωρη εμμηνόπαυση (<40 ετών), το κάπνισμα, η κατάχρηση οινοπνεύματος (κατανάλωση άνω των 2 ποτηριών κρασιού ημερησίως) και η λήψη φαρμάκων.
Παράγοντα κινδύνου αποτελεί και η ύπαρξη διάφορων παθήσεων, με κυριότερες τον Υπογοναδισμό, τον Σακχαρώδη Διαβήτη (τύπου 1 και 2), τη Χρόνια Νεφρική Ανεπάρκεια, τη Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια, τη Ρευματοειδή Αρθρίτιδα, τις Φλεγμονώδεις Νόσους του Εντέρου, τον Υπερθυρεοειδισμό, την Άνοια, τον Πρωτοπαθή Υπερπαραθυρεοειδισμό, την Κοιλιοκάκη κ.λπ.
Στους παράγοντες που μπορεί να ευνοήσουν την εμφάνιση οστεοπόρωσης ανήκει και η λήψη ορισμένων φαρμάκων. Καθώς η οστεοπόρωση είναι συνδεδεμένη με τη μεγαλύτερη ηλικία, κατά την οποία ένα άτομο μπορεί να λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή για διάφορες παθήσεις. Για τι είδους φάρμακα μιλάμε;
Τα σημαντικότερα είναι η κορτιζόνη, οι αναστολείς της αρωματάσης (χορηγούνται για τον καρκίνο του μαστού), τα αντιανδρογόνα (για τον καρκίνο προστάτη), οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονινης (αντικαταθλιπτικά φάρμακα), η υπερβολική δόση θυροξίνης, οι γλιταζόνες (χορηγούνται για τον σακχαρώδη διαβήτη), τα αντιεπιληπτικά φάρμακα, αλλά και τα χημειοθεραπευτικά / ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
Σε επίπεδο πρόληψης, τι είδους εξετάσεις μπορεί να κάνει κάποιος, ώστε να ελέγξει την κατάσταση των οστών του; Σε ποια ηλικία είναι καλό να τις ξεκινήσει και με ποια συχνότητα;
Πρώτα πρέπει να ελέγξουμε εάν το άτομο έχει σημαντικούς παράγοντες για οστεοπόρωση. Εάν ναι, τότε συνιστάται μέτρηση της οστικής πυκνότητας στη σπονδυλική στήλη και στο ισχίο και, ανάλογα με το αποτέλεσμα, το ιστορικό και τη φυσική εξέταση, ο γιατρός συνιστά περαιτέρω εργαστηριακό έλεγχο και κανονίζει την επόμενη μέτρηση σε όχι λιγότερο από 1 χρόνο.
Κρίσιμη ηλικία είναι η εμμηνόπαυση για τις γυναίκες και η ηλικία των 50 ετών για τους άνδρες. Μετά την ηλικία των 65 ετών, θα πρέπει να κάνουν μέτρηση οστικής πυκνότητας όλες οι γυναίκες και όλοι οι άνδρες, ανεξαρτήτως παραγόντων κινδύνου.
Μία από τις σημαντικότερες επιπτώσεις της νόσου αποτελούν οι συχνές πτώσεις και, κατ’ επέκταση, τα οστεοπορωτικά κατάγματα, τα οποία επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής. Πέρα από την ίδια την οστεοπόρωση, ποιοι άλλοι παράγοντες έρχονται να συμβάλουν σε τέτοιες πτώσεις;
Πέρα από την ίδια την οστεοπόρωση, τις πτώσεις ευνοούν καταστάσεις, όπως η ύπαρξη άνοιας, ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, η ύπαρξη νευρολογικών παθήσεων (π.χ. Πάρκινσον, μυοπάθειες, μυασθάνεια, επιληψία), ο σακχαρώδης διαβήτης, αλλά και τα προβλήματα όρασης ή ο ίλιγγος. Επιπλέον, τις πτώσεις ευνοούν τα ακατάλληλα υποδήματα, η ορθοστατική υπόταση, η λήψη αντι-υπερτασικών φαρμάκων, ηρεμιστικών και αντιψυχωτικών, και γενικότερα η πολυφαρμακία. Και, τέλος, ο ίδιος ο φόβος της πτώσης.
Στην αντιµετώπιση των υρεοειδοπαθειών, στόχος πάντα είναι η σταθεροποίηση της ορµονικής ισορροπίας και η πρόληψη επιπλοκών
Πώς μπορούμε να ενδυναμώσουμε τον οργανισμό μας, ώστε να ελαχιστοποιήσουμε τις πιθανότητες πτώσεων και οστεοπορωτικών τραυματισμών;
Κατ’ αρχάς, καλό είναι να κάνουμε μια συζήτηση με τον γιατρό για την πρόληψη των πτώσεων και την αντιμετώπιση του φόβου των πτώσεων.
Παράλληλα, να εντάξουμε στο πρόγραμμά μας την άσκηση, κάνοντας στοχευμένες ασκήσεις ισορροπίας και ενδυνάμωσης 2-3 φορές την εβδομάδα.
Σημαντικό, επίσης, είναι να διορθώσουμε υφιστάμενα προβλήματα όρασης, να ακολουθήσουμε μια ισορροπημένη διατροφή και να φροντίσουμε να φοράμε κατάλληλα υποδήματα.
Εξίσου σημαντική είναι και η φροντίδα του σπιτιού: να αφαιρεθούν διάφορα εμπόδια (επικίνδυνα έπιπλα, καλώδια, χαλάκια που γλιστράνε), να υπάρξει κατάλληλος φωτισμός στους διάφορους χώρους του σπιτιού, αλλά και να υπάρξει υποστήριξη στο μπάνιο και στις σκάλες.
Τι είδους φαρμακευτική αγωγή συνιστάται για την οστεοπόρωση; Και ποιος ο τρόπος χορήγησής της;
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης ταξινομούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τα αντικαταβολικά και τα αναβολικά. Η απόφαση για το ποιο φάρμακο θα χορηγηθεί, εξαρτάται από τον εξατομικευμένο βασικό κίνδυνο κατάγματος, τις τυχόν υφιστάμενες συννοσηρότητες και τη συμφωνία του ασθενούς μετά από ενημέρωσή του.
Είναι φάρμακα που μειώνουν τα σπονδυλικά, τα μη σπονδυλικά και τα κατάγματα του ισχίου, έχουν ελάχιστες παρενέργειες σε μακροχρόνια χορήγηση, καθώς και ευέλικτα δοσολογικά σχήματα: ημερήσια, εβδομαδιαία, μηνιαία, κάθε 6 μήνες ή και μια ενδοφλέβια έγχυση, μια φορά τον χρόνο.
Τελικά, η οστεοπόρωση μπορεί μόνο να ελεγχθεί και να επιβραδυνθεί, ή μπορεί και να αντιστραφεί;
Ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Όταν έχουμε χαμηλή οστική πυκνότητα χωρίς κατάγματα, με τα νέα φάρμακα η κατάσταση μπορεί να αντιστραφεί πλήρως και να πετύχουμε οστεοπενία ή και φυσιολογική οστική πυκνότητα. Όταν υπάρχουν και κατάγματα, μπορούμε να μειώσουμε τα νέα κατάγματα και να βελτιώσουμε σημαντικά την οστική πυκνότητα.



Μαρία Λυσάνδρου