Μέμος Μπεγνής - Ιωάννης Αθανασόπουλος: «Το "Μπεντ" είναι μια αφορμή να πούμε "Παιδιά, δεν πάμε καλά..."» | Συνεντεύξεις - planbemag.gr
Plan Be Mag
Συνεντεύξεις

Μέμος Μπεγνής – Ιωάννης Αθανασόπουλος: «Το “Μπεντ” είναι μια αφορμή να πούμε “Παιδιά, δεν πάμε καλά…”»

Την αγαπάνε πολύ αυτή την παράσταση. Συζητώντας μαζί τους για το «Μπεντ» του Μάρτιν Σέρμαν, βλέπεις στα μάτια τους τον ενθουσιασμό, εισπράττεις την ανυπομονησία τους να ανεβούν στη σκηνή για να ζήσουν γι' άλλο ένα βράδυ τη μαγεία του έργου, τη σιωπηλή εκείνη διάδραση με τους θεατές, την ένταση κάποιων σκηνών που παραμένει αμείωτη, όσες παραστάσεις κι αν έχουν παίξει. Ο Μέμος Μπεγνής και ο Ιωάννης Αθανασόπουλος «ζωντανεύουν» φέτος, στο Θέατρο Χώρα, μια ιστορία οδυνηρά επίκαιρη: Μια ιστορία για την ελευθερία της έκφρασης, τη διαφορετικότητα και την ανάγκη απαλλαγής από κάθε είδους κοινωνικά «βάρη» που μας καταπιέζουν – όποιοι κι αν είμαστε, ό,τι κι αν κουβαλάμε στην ψυχή μας. Κι αυτό, από μόνο του, άξιζε να το κουβεντιάσουμε μαζί τους...

Μαρία ΛυσάνδρουΜαρία Λυσάνδρου

Η ιστορία του «Μπεντ» διαδραματίζεται την περίοδο του Μεσοπολέμου, σε μια εποχή κοινωνικά ιδιαίτερη. Σήμερα, κοντά 100 χρόνια μετά, πόσο έχουν αλλάξει, τελικά, τα πράγματα;
Μέμος: Ιωάννη, μου επιτρέπεις; Είναι λίγο δύσκολος, ξέρετε… (γέλια)
Ιωάννης: Ε, λόγω πορείας, κι επειδή τον αγαπώ πολύ πια, θα τον αφήσω να απαντήσει πρώτος… (γέλια)
Μέμος: Αφού δεν είπες «λόγω ηλικίας»… (γέλια)
Αυτό που εγώ λέω πάντα είναι ότι, ενώ το «περιτύλιγμα» της εποχής είναι διαφορετικό και, φαινομενικά, έχουν αλλάξει πολλά, η ουσία και ο πυρήνας μένουν τα ίδια. Αυτό το έργο μπορεί μεν να είναι η ιστορία δύο ανδρών που ερωτεύονται στο Νταχάου, αλλά στην πραγματικότητα η ουσία του έργου είναι άλλη. Η σχέση των δύο αυτών ανδρών είναι η αφορμή γι’ αυτό το αριστούργημα που έγραψε ο Μάρτιν Σέρμαν.
Οι έννοιες που πραγματεύεται το έργο είναι η βία, ο φασισμός, η έλλειψη ελευθερίας της έκφρασης, η ομοφοβία, η μοναξιά, τα ναρκωτικά, ο ρατσισμός… Όλες αυτές οι έννοιες, δυστυχώς, υπάρχουν και σήμερα. Είναι σαν να έχουν περάσει αυτά τα σχεδόν 100 χρόνια και να μην έχει αλλάξει τίποτα.
Αν ξεφύγουμε από το θέμα του έργου και δούμε πώς φερόμαστε στον συνάνθρωπό μας, πώς φερόμαστε στα ζώα, πώς φερόμαστε στη φύση, τι καταστροφές συνεχίζουμε να κάνουμε, αγνοώντας αυτό το «καμπανάκι» που χτυπάει, αυτό αποδεικνύει ότι, ως είδος, αποτύχαμε.
Αυτό το έργο, λοιπόν, είναι μια αφορμή να «περάσουμε» αυτά τα μηνύματα στον κόσμο και να πούμε «Παιδιά, δεν πάμε καλά…».

Μα αυτό είναι που το καθιστά, τελικά, και τόσο επίκαιρο. Ίσως μόνο το στρατόπεδο συγκέντρωσης να δίνει το στίγμα της εποχής του έργου. Κατά τα άλλα…
Ιωάννης: Μα, αν το καλοσκεφτούμε, και τώρα υπάρχουν μέρη όπου ένας άνθρωπος μπορεί να κακοποιείται – σε ένα σχολείο, σε μια πλατεία, σε ένα μπαρ. Στο σπίτι του…
Μέμος: Αυτό που γίνεται, ας πούμε, με τις γυναίκες στο Ιράν δεν είναι ένα τεράστιο «στρατόπεδο συγκέντρωσης», όπου αυτός που λέει τη γνώμη του εκτελείται; Δεν είναι τραγικό να το βλέπουμε αυτό το 2022; Δύο ομοφυλόφιλα αγόρια που πήδηξαν από τη γέφυρα στην Αρμενία, επειδή ποινικοποιήθηκε η ομοφυλοφιλία το 2022, δεν είναι «στρατόπεδο συγκέντρωσης»;
Ιωάννης: Γι’ αυτό είναι τόσο επίκαιρο το έργο. Και δεν φαίνεται να αλλάζει γρήγορα αυτό… Υποτίθεται ότι στηριζόμαστε στα νέα παιδιά, αλλά υπάρχουν ακόμα πολλά προβλήματα, πολλά κωλύματα. Αυτό το έργο μπορεί να είναι μια ελπίδα ότι ίσως, σε κάποια στιγμή, το διαφορετικό να κερδίσει. Εγώ είμαι λίγο απαισιόδοξος – θεωρώ ότι είναι πολύ αργά τα βήματα της εξέλιξης και της αλλαγής…
Μέμος: Αν και βρίσκω πολλά κακά σ’ αυτή την άμεση (υπερ)πληροφόρηση που έχουμε μέσω Ίντερνετ, βρίσκω και ένα καλό στο ότι πλέον μαθαίνουμε τα πάντα σε δευτερόλεπτα: τα νέα παιδιά, στα οποία εναποθέτουμε τις ελπίδες μας ότι θα είναι οι καλύτεροι πολίτες του αύριο, παίρνουν πιο εύκολα τα ερεθίσματα. Έτσι, βλέπουν άμεσα και τα αποτελέσματα διάφορων κακών συμπεριφορών, ώστε να μπορέσουν να τις επεξεργαστούν και να τις απορρίψουν.
Ιωάννης: Παίζει ρόλο, όμως, και το πώς έχεις μεγαλώσει, έτσι; Γιατί μιλάμε για νέες γενιές, αλλά κι αυτές κάπως έχουν μορφωθεί και «εκπαιδευτεί»…

Μα γιατί λίγες είναι οι φορές που παρατηρείς απαράδεκτες συμπεριφορές από νέα παιδιά, τα οποία υποτίθεται ότι έπρεπε να έχουν πιο «ανοιχτό» μυαλό;
Μέμος: Η Παιδεία είναι τα πάντα! Το πρώτο πράγμα σε μια κοινωνία, της οποίας ο πυρήνας είναι πάντα η οικογένεια, είναι η Παιδεία. Έχει μεγάλη σημασία τι ερεθίσματα θα έχεις, τι προσλαμβάνουσες θα έχεις, τι θα σου «περάσουν» οι γονείς σου ως ιδέες, ως τρόπο ζωής. Αν σε μια οικογένεια γελάνε επειδή ένα παιδί είναι χοντρό, ή ο πατέρας χτυπάει τη μάνα, ή υπάρχει λεκτική βία, τότε και το παιδί κάπως έτσι θα λειτουργήσει μεγαλώνοντας: θα βρίζει και θα ξεφτιλίζει τους ανθρώπους. Αν τον ομοφυλόφιλο τον λένε «αδελφή» και «πούστη», αυτό θα λέει και το παιδί…
Ιωάννης: Είναι ένα περιστατικό που έχω αναφέρει ξανά… Εγώ μένω στο κέντρο, κοντά σε ένα μικρό πάρκο. Ήταν μια μέρα, λοιπόν, δύο κορίτσια που καθόντουσαν αγκαλιά. Κι ήταν ένας παππούς, ο οποίος, περνώντας, άρχισε να τις βρίζει! Και σκέφτομαι τώρα εγώ: μπορεί να είναι σύντροφοι, μπορεί να είναι αδελφές, μπορεί να είναι φίλες… θα μπορούσαν να είναι οτιδήποτε. Πώς πάει αμέσως το μυαλό στο ότι δύο κοπέλες που αγκαλιάζονται είναι κάτι «κακό»; Αυτό εμένα με κλονίζει να το βλέπω το 2022.
Επιπλέον, θέλω εδώ να πω πόσο σημαντική είναι και η αποδοχή τού τι είμαστε. Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που δεν αποδέχονται την ταυτότητά τους, λόγω φόβου, λόγω…
Πόσο σημαντικό είναι το ότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που δεν μπορούν να πουν «είμαι ομοφυλόφιλος» και κάνουν τα πάντα για να το κρύψουν; Γι’ αυτό, βλέπεις, παντρεύονται, κάνουν παιδιά και έχουν παράλληλα δεύτερες ζωές. Γιατί κάτι πρέπει να δείξουν στην οικογένεια και στο σόι…

Ποιοι θα ήταν καλό, λοιπόν, να παρακολουθήσουν αυτή την παράσταση, από την οποία μπορεί και να μάθαιναν κάτι;
Μέμος: Σε όλους απευθύνεται το έργο, δεν το συζητώ! Και μου έκανε εντύπωση μια κυρία που είχε έρθει, μία λαϊκή κυρία (δεν μου αρέσει καθόλου να βάζω ταμπέλες, το λέω απλά για να δώσω το στίγμα), η οποία ήρθε και μας είπε «Αυτό το έργο πρέπει να το δουν όλοι! Πρέπει να το δουν οικογένειες!». Μου έκανε τρομερή εντύπωση που ήρθε μια κυρία «της γειτονιάς» να μας πει κάτι τέτοιο, ήταν πολύ ωραίο αυτό.

Θέλετε να μου πείτε λίγα λόγια ο καθένας για τον ρόλο του; Για τον Μαξ και τον Χορστ;
Ιωάννης: Ψυχούλα ο Μαξ, ψυχούλα… (γέλια)
Μέμος: Μα ψυχούλα είναι ο Μαξ, όντως! Δεν του φαίνεται στην αρχή, δείχνει αδιάφορος και bon viveur πάνω στις πλάτες άλλων, δείχνει να μην τον ενδιαφέρει τίποτα. Κι όμως, αυτό το παιδί φαίνεται να μην έχει δεχτεί ποτέ αγάπη, δεν έχει δεχτεί ποτέ το χάδι. Είναι ένας άνθρωπος με πάρα πολλά συμπλέγματα. Κατ’ αρχάς, δεν αποδέχεται τη φύση του, δεν αποδέχεται ότι είναι ομοφυλόφιλος – και απόδειξη είναι ότι, πηγαίνοντας στο στρατόπεδο, κάνει τα πάντα για να πάρει το διακριτικό του κίτρινου αστεριού που έδιναν στους Εβραίους (ενώ ο ίδιος δεν ήταν), και όχι το ροζ τρίγωνο που λειτουργούσε ως διακριτικό των ομοφυλοφίλων. Κι αυτό, διότι τα «κίτρινα αστέρια» είχαν καλύτερη αντιμετώπιση από τα «ροζ τρίγωνα», τα οποία θεωρούνταν κατώτερα.
Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, προσπαθεί να δραπετεύσει από όλα αυτά μέσω των ναρκωτικών και του αχαλίνωτου σεξ. Πηγαίνει στα γκέι μπαρ, ψωνίζεται με αγόρια, κάθε βράδυ και με άλλον, μέσα στα ναρκωτικά, δεν καταλαβαίνει τι του γίνεται… Αυτός είναι ένας λαβύρινθος, από τον οποίο δεν θα μπορούσε να βγει και το βέβαιο είναι ότι θα τον οδηγούσε στον θάνατο, αν συνέχιζε έτσι.
Ιωάννης: Ο Χορστ, λοιπόν, είναι νοσηλευτής – αυτό ξέρουμε για τη ζωή του. Είναι πολύ σαρκαστικός και κυνικός απέναντι στον Μαξ, γιατί ο ίδιος έχει αποδεχτεί απόλυτα τον εαυτό του, ξέρει ποιος είναι. Έχει υπογράψει τη διακήρυξη για τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων και δεν καταλαβαίνει γιατί ένας άνθρωπος, όπως ο Μαξ, ζει σε τέτοια άρνηση. Είναι μεν συναισθηματικός, αλλά επιλέγει να χρησιμοποιεί τη λογική του.
Για μένα, ο Χορστ είναι ένας επαναστάτης. Υπερασπίζεται τα δικαιώματά του στο έπακρον και δεν φοβάται. Είναι πολύ ωραίο που, οι δυο τους, έχουν αυτή τη διαφορά. Κι ενώ αρχίζουν με τον Μαξ να είναι κάπως πιο ψηλά σε στάτους, στην πορεία κάπως «συναντιούνται». Αυτό που μου αρέσει στον Χορστ είναι ότι πατάει πολύ γερά στα πόδια του, δεν φοβάται, αλλά παράλληλα σπάει κι αυτή τη λογική και αφήνεται να ερωτευτεί, όσο μπορεί…

Και τι να πούμε για το τέλος;
Μέμος: Εκτός από το εξαιρετικό team των ηθοποιών της παράστασης, που είναι όλοι ένας κι ένας, και δουλέψαμε όλοι πάρα πολύ, για μένα ο Πέτρος Ζούλιας είναι ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες που έχουμε αυτή τη στιγμή. Δεν πάω να του πλέξω το εγκώμιο, αλλά αισθάνομαι ότι, εγώ τουλάχιστον, πρέπει να μιλήσω γι’ αυτόν, γιατί κανένας σκηνοθέτης μέχρι τώρα δεν με είχε δει διαφορετικά από την πεπατημένη – δηλαδή πέρα από έναν άνθρωπο που έχει κάνει πολλή τηλεόραση και, μέσω αυτής, έκανε ανάλογα θεατρικά, πιο «βατά», πολύ μιούζικαλ λόγω καταβολών κ.λπ. Ο Πέτρος, λοιπόν, με «είδε» σε κάτι τέτοιο και με εξέπληξε ευχάριστα, δίνοντας και στον κόσμο την ευκαιρία να με δει σε κάτι διαφορετικό. Του χρωστάω ένα τεράστιο «ευχαριστώ» γι’ αυτό που μου έδωσε φέτος.
Ιωάννης: Ο Πέτρος αγαπάει κι εκείνος πάρα πολύ αυτή την παράσταση. Και είναι από τους ανθρώπους που αποτελούν τη φωτεινή πλευρά του θεάτρου, εγώ αυτό του έχω πει… Με όλα αυτά που συμβαίνουν, είναι φοβερό να δουλεύεις με έναν άνθρωπο με απίστευτη παιδεία και μόρφωση, που σε ξεμπλοκάρει και δεν εντείνει την ανασφάλειά σου, αλλά σε κάνει να νιώθεις ότι πατάς γερά στα πόδια σου. Κι αυτό, γιατί είναι ένας άνθρωπος που ξέρει να καθοδηγεί σωστά τον ηθοποιό.

Αποφασίζοντας, λοιπόν, κάποιος να έρθει στην παράσταση, τι χρειάζεται να έχει περισσότερο: ανοιχτό μυαλό ή ανοιχτή καρδιά;
Μέμος: Εγώ θα έλεγα «ανοιχτή καρδιά». Γιατί αν έρθεις να δεις αυτό το έργο με ανοιχτή καρδιά, σημαίνει ότι έρχεσαι και με ανοιχτό μυαλό… Στενόμυαλος με ανοιχτή καρδιά δεν γίνεται!
Ιωάννης: Συμφωνώ απόλυτα! Και πέρα από ανοιχτή καρδιά, και πολλά χαρτομάντηλα επίσης! Να το λέμε κι αυτό…

Μάθετε περισσότερα για την παράσταση εδώ