Το όνομά του είναι συνυφασμένο με το ιατρικό ρεπορτάζ τα τελευταία 20 χρόνια, σε σημείο να έχει γίνει σημείο αναφοράς ακόμα και μεταξύ των φοιτητών Ιατρικής. Ο Μιχάλης Κεφαλογιάννης μας μιλά για όλα όσα τον έχει διδάξει η ενασχόλησή του με τα θέματα Υγείας, δίνοντας τον δικό του ορισμό της “καλής ζωής” και δηλώνοντας με σιγουριά ότι υπάρχει τρόπος να προβληματίσεις και να κινητοποιήσεις το κοινό, χωρίς να το πανικοβάλεις.
Συνέντευξη στη Μαρία Λυσάνδρου
– Είσαι πολλά χρόνια στο ιατρικό ρεπορτάζ. Ποιες αλλαγές έχεις παρατηρήσει στο κοινό ως προς το ενδιαφέρον που δείχνει στα θέματα υγείας; Είμαστε λιγάκι πιο συνειδητοποιημένοι τα τελευταία χρόνια;
Με δεδομένο ότι η υγεία του καθενός εξαρτάται από μια σειρά πολλών και διαφορετικών πραγόντων, οι περισσότεροι άνθρωποι είδαν την υγεία τους να δοκιμάζεται από την αρχή της κρίσης στην Ελλάδα. Διαταράχθηκαν πολλές παράμετροι της καθημερινότητας. Παράμετροι που επηρέασαν δυσμενώς τη σωματική, αλλά και την ψυχική υγεία πολλών, οι οποίοι δεν είχαν πάντα τη δυνατότητα για προληπτικές εξετάσεις και θεραπευτικές αγωγές, χωρίς να χρειαστεί να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη.
Από την άλλη πλευρά, η αγωνία των ανθρώπων να μην τους συμβεί κάτι το οποίο δε θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν, οδήγησε πολλούς σε έναν πιο προσεκτικό τρόπο ζωής. Αρκετοί, πιστεύω, ήταν αυτοί που μέσα στην κρίση έκοψαν κακές συνήθεις, όπως το κάπνισμα, και σκέφτηκαν ότι το να καταφέρεις να είσαι υγιής είναι ίσως το πιο σημαντικό πράγμα που σου έχει απομείνει, όταν έχεις βιώσει πολλαπλές απώλειες υλικών αγαθών, εργασίας, ακόμα και ανθρώπων.
– Ο τίτλος της εκπομπής σου στον ALPHA, “Οδηγός καλής ζωής”, είναι ενδεικτικός της στροφής των τελευταίων χρόνων στην πιο ολιστική αντιμετώπιση της υγείας μας. Εξήγησέ μας λίγο το σκεπτικό σου…
Υπήρξε κάποια εποχή, χρονικά την προσδιορίζω από το 2000 έως το 2010, που διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας, ήταν κυρίαρχη η τάση της υπερ-εξειδίκευσης από την πλευρά της ιατρικής επιστήμης. Αυτό βοήθησε στην αντιμετώπιση επίμονων προβλημάτων υγείας και άνοιξε τον δρόμο σε εξατομικευμένες θεραπείες για σοβαρά νοσήματα, όπως ο καρκίνος. Όμως οδήγησε σε αδιέξοδο όσον αφορά την αντιμετώπιση καθημερινών παθήσεων, που φαίνεται ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον ψυχικό μας κόσμο. Έτσι, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια τάση να αντιμετωπίζεται ο ασθενής ως σύνολο και όχι μόνο ως ένας βιολογικός μηχανισμός.
Όλο και περισσότεροι γιατροί αποδέχονται συμπληρωματικά τις εναλλακτικές θεραπείες και ζητούν τη βοήθεια συναδέλφων τους, άλλων ειδικοτήτων, για να δώσουν την πιο ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή. Η διατροφή, η ψυχολογία, το πώς συμπεριφερόμαστε στο σώμα μας, οι σχέσεις μας είναι πλέον μέρος της θεραπείας μας.
– Βλέπεις καθόλου αλλαγές από πλευράς ενδιαφέροντος του κοινού για την υγεία, με την πάροδο του χρόνου; Υπάρχουν κάποια θέματα που συγκεντρώνουν πλέον μεγαλύτερο ενδιαφέρον, σε σχέση με το παρελθόν;
Αυτό που θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη για το τι ενδιαφέρει περισσότερο τον κόσμο, είναι ίσως οι τηλεθεάσεις μια εκπομπής, όπως αυτή που επιμελούμαι και παρουσιάζω. Όμως, επειδή οι μετρήσεις αυτές έχουν να κάνουν και με πολλές άλλες παραμέτρους που σχετίζονται με την τυχαιότητα, δεν αποτελούν πάντα αξιόπιστη πηγή για ασφαλή συμπεράσματα.
Αναλύοντάς τις, όμως, καταλήγεις σε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα. Όπως, για παράδειγμα, ότι οι γυναίκες ηλικίας 24 έως 64 ετών ενδιαφέρονται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον τηλεθεατή για ζήτημα Υγείας που προβάλλονται στην τηλεόραση. Ότι τα προβλήματα υγείας που επηρεάζουν την καθημερινότητά μας και την ποιότητα ζωής μας προσελκύουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ιδίως όταν προτείνονται γι’ αυτά πρακτικές και αξιόπιστες λύσεις. Διαχρονικά σοβαρά ζητήματα, όπως τα καρδιαγγειακά, ο καρκίνος, τα αυτοάνοσα, η κατάθλιψη κ.ά., είναι θέματα που οι τηλεθεατές πάντα τα βλέπουν.
Τι καλό μου έχει κάνει το ιατρικό ρεπορτάζ; Με βοήθησε να βάλω φρένο σε κακές συνήθειες, να κάνω προληπτικές εξετάσεις που δεν έκανα, να αντιμετωπίζω πιο αισιόδοξα τη ζωή και, το σημαντικότερο, να μη στεναχωριέμαι για ασήμαντα πράγματα.
– Θεωρείς ότι, τελικά, οι συνεχείς συστάσεις από τους ειδικούς βοηθούν το κοινό, έχουν δηλαδή αποτέλεσμα, ή μας φοβίζουν και μας “κλείνουν” απέναντι στις ασθένειες;
Η γνώση είναι δύναμη όσον αφορά τα ζητήματα υγείας. Όμως, έχει σημασία από πού αντλεί ο καθένας μας αυτή τη γνώση και πώς τη διαχειρίζεται.
Υπάρχει η τάση σε πολλούς ανθρώπους, φαντάζομαι λόγω προσωπικότητας, να μην θέλουν να ακούσουν τίποτα που σχετίζεται με την πρόληψη και τις θεραπείες. Είναι κάτι που τους αγχώνει και, τελικά, μπορεί να τους οδηγήσει ακόμη και στην αμέλεια όσον αφορά της προληπτικές εξετάσεις τους. Υπάρχουν άλλοι που φτάνουν στο αντίθετο άκρο και με το παραμικρό τρέχουν στους γιατρούς.
Η σωστή στάση εκτιμώ ότι είναι κάπου στη μέση. Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα, μετά από 20 και πλέον χρόνια τηλεοπτικής εμπειρίας στις εκπομπές Υγείας, πως όλα μπορούν να λεχθούν ακόμα και με ένα υφέρπον χαμόγελο στα χείλη, χωρίς να πανικοβάλουν κάποιον, αλλά να τον προβληματίσουν και, εν τέλει, να τον κινητοποιήσουν.
– Στην εκπομπή, πέρα από τους ειδικούς – επιστήμονες, φιλοξενείς πάντα και επώνυμους Έλληνες, οι οποίοι έχουν αντιμετωπίσει το εκάστοτε πρόβλημα υγείας που παρουσιάζεται. Πόσο εύκολο είναι να βγουν και να μιλήσουν οι άνθρωποι αυτοί για το πρόβλημά τους; Θεωρείς ότι έχουμε αρχίσει να ξεπερνάμε λίγο τα κωλύματά μας στον τομέα αυτό;
Στην εκπομπή δεν αντιμετωπίζω διαφορετικά ένα αναγνωρίσιμο πρόσωπο και διαφορετικά έναν άνθρωπο που έρχεται να μιλήσει για ένα πολύ προσωπικό ζήτημα υγείας που σχετίζεται με την ίδια του την ύπαρξη. Εκτιμώ ότι αυτό που κάνουν και οι δύο είναι πολύ γενναίο και, μέσα από τις ιστορίες τους, έχουν βοηθήσει πολύ κόσμο να αποδεχθεί αυτό που του συμβαίνει. Να μιλήσει ανοιχτά και χωρίς ντροπή και άγχος, να αναζητήσει βοήθεια και να συμφιλιωθεί με το πρόβλημά του, το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να μετατρέψει σε πλεονέκτημα.
Παρουσιάζουμε ιστορίες αυθεντικές που πιστεύουμε ότι αξίζουν να ακουστούν. Προσπαθούμε να πείσουμε τους καλεσμένους μας να τις πουν, αλλά ποτέ δεν τους πιέζουμε να το κάνουν. Πολλές φορές, χρειάζεται να μιλήσουμε εγώ και η αρχισυντάκτριά μου για ώρες μαζί τους στο τηλέφωνο, ακόμα και να τους συναντήσουμε από κοντά. Έχουν την ανάγκη να μας εμπιστευθούν, και εμείς την ανάγκη να μην τους απογοητεύσουμε. Το κίνητρο των περισσότερων είναι να βοηθήσουν άλλους ανθρώπους με παρόμοια προβλήματα – και αυτό είναι το πιο συγκινητικό κομμάτι της ιστορίας.
– Εσύ, ως Μιχάλης, πόσο επηρεάζεσαι από τα θέματα που παρουσιάζεις κάθε φορά; Έχεις αναπτύξει καθόλου μηχανισμούς άμυνας απέναντι στην τόση ενασχόληση με τα θέματα υγείας;
Όπως είναι φυσικό, στην αρχή αυτού του ρεπορτάζ νόμιζα ότι τα έχω όλα. Πρόσφατα έμαθα ότι το παθαίνουν συχνά και οι φοιτητές Ιατρικής.
Η εξειδικευμένη γνώση, με τα χρόνια, με έκανε ιδιαίτερα ψύχραιμο και πλέον μπορώ να βλέπω τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση, ακόμα κι όταν κάτι αλλάζει στο σώμα μου ή παρατηρώ ένα σύμπτωμα που με ξενίζει.
Τι καλό μου έχει κάνει αυτό το ρεπορτάζ; Με βοήθησε να βάλω φρένο σε κακές συνήθειες, να κάνω προληπτικές εξετάσεις που δεν έκανα, να αντιμετωπίζω πιο αισιόδοξα τη ζωή και, το σημαντικότερο, να μη στεναχωριέμαι για ασήμαντα πράγματα (που νόμιζα ότι ήταν σημαντικά) και να χαίρομαι με τα απλά, τα καθημερινά.
Όμως υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος. Η γνώση, αν και δύναμη, μπορεί να σε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση, όπως μου συνέβη πρόσφατα, όταν διάβασα τα αποτελέσματα μιας εξέτασης που αφορούσε σε ένα πολύ αγαπημένο μου πρόσωπο, τα οποία ήταν απογοητευτικά. Αφορούσαν τον πατέρα μου, τον οποίο έχασα λίγους μήνες αργότερα από καρκίνο.
– Είσαι ιδιαίτερα ενεργός στα social media, ενώ έχεις και δικό σου κανάλι στο YouTube. Ποιο ρόλο βλέπεις να παίζει το Διαδίκτυο στην ενημέρωση του κοινού για τα θέματα Υγείας; Το συμβουλευόμαστε, το εμπιστευόμαστε υπερβολικά ή έχουμε ακόμα τις επιφυλάξεις μας;
Ο ηλεκτρονικός γιατρός, όσο χρήσιμος μπορεί να είναι, άλλο τόσο επικίνδυνος μπορεί να γίνει. Έχω δεχθεί πολλά τηλεφωνήματα τα τελευταία χρόνια από πανικόβλητους γνωστούς μου, οι οποίοι πήραν μια διάγνωση ή εμφάνισαν ένα σύμπτωμα, και το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να ανατρέξουν στο Διαδίκτυο για να δουν τι τους περιμένει.
Το Διαδίκτυο είναι το μεγάλο παράθυρο της γνώσης, αλλά όχι ο φωτεινός παντογνώστης όσον αφορά τα ιατρικά ζητήματα. Κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός, όπως και αυτό που του συμβαίνει. Ο ειδικός γιατρός είναι ο πλέον αρμόδιος να δώσει απαντήσεις.
Στο κανάλι μου “Μιχάλης Κεφαλογιάννης”, στο YouTube, αυτό κάνω κι εγώ: ζητώ την άποψη των ειδικών ή παρουσιάζω θέματα που έχουν επιστημονικά επιβεβαιωθεί από δημοσιεύσεις σε έγκριτα διεθνή επιστημονικά περιοδικά. Επίσης, με κάθε ευκαιρία, τονίζω ότι δεν είμαι γιατρός και αποφεύγω να δίνω συμβουλές ή να συστήνω γιατρούς. Μάλιστα, πρόσφατα έμαθα από μια φοιτήτρια ότι στην Ιατρική Σχολή κυκλοφορεί ένα ανέκδοτο. “Όταν έχουμε κανά δυσκολάκι, λέμε ότι αυτό ούτε ο Κεφαλογιάννης θα το απαντούσε, και ο καθηγητής συνήθως γελάει”. Κολακευτικό μεν, αλλά μόνο ως ανέκδοτο μπορώ να το δεχτώ!