Σταμάτης Κραουνάκης: "Στη Σπείρα-Σπείρα, η συλλογικότητα και η ενέργεια είναι το μεγάλο κόλπο" | Συνεντεύξεις - planbemag.gr
Plan Be Mag
Συνεντεύξεις

Σταμάτης Κραουνάκης: “Στη Σπείρα-Σπείρα, η συλλογικότητα και η ενέργεια είναι το μεγάλο κόλπο”

Δεν θες να τον διακόψεις. Σου μιλάει και νιώθεις ότι διηγείται μια ιστορία – απόλυτα συναισθηματική, κι ας μοιάζει αποστασιοποιημένος ο ίδιος εκ πρώτης όψεως. Η πληθωρική του προσωπικότητα ταυτίζεται τέλεια με την πληθωρική μουσική του, την πληθωρική παρουσία του στη σκηνή, τον πληθωρικό του λόγο, αλλά και την υπερ-προστατευτικότητα που δείχνει μιλώντας για τα “παιδάκια του”, τα αγόρια από τη Σπείρα-Σπείρα, μαζί με τα οποία ομορφαίνουν τις Δευτέρες μας στη μουσική σκηνή “Σφίγγα”.
Κυρίες και κύριοι, ο Σταμάτης Κραουνάκης…

Συνέντευξη στη Μαρία Λυσάνδρου

– Είστε ο δημιουργός μιας μουσικο-θεατρικής ομάδας που, εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, κερδίζει το θερμό χειροκρότημα του κοινού όπου κι αν εμφανίζεται. Τι σημαίνει για εσάς “Σπείρα-Σπείρα”;
Η Σπείρα-Σπείρα δεν δημιουργήθηκε επειδή εγώ ήθελα να δημιουργήσω μια ομάδα. Είχε οργανώσει κάποια σεμινάρια η Σοφία Σπυράτου στις Ροές, στα οποία είχαν έρθει γύρω στα 800 παιδιά. Από αυτά είχα κρατήσει 20, για να κάνουμε μία δουλειά πάνω στο τι είναι ερμηνεία τραγουδιού. Αυτή ήταν η πρώτη σκέψη, ας πούμε… Ήμασταν αρκετοί δάσκαλοι – εγώ, ο Κωνσταντίνος ο Αρβανιτάκης, η ίδια… Και τότε, με το αγκίστρι του ονόματός μου, δήλωσαν στο δικό μου μάθημα πάρα πολλά παιδιά.
Δεν θα ξεχάσω την πρώτη ερώτηση που τους έκανα όταν μαζεύτηκαν: “Παιδιά, τι ήρθατε εδώ να μάθετε;”. Και τότε γύρισε μια θρασύτατη, αγαπημένη μου πια, η Ελεάννα Καραβίδου, και μου λέει: “Ό,τι ξέρετε!”. Με αυτή την πολύ ωραία πρώτη κόντρα ξεκινήσαμε.

– Και πώς προέκυψε η “επίσημη” δημιουργία της ομάδας;
Αυτά τα πρώτα μαθήματα ήταν πολύ δραστικά. Όταν τελειώναμε, λοιπόν, σκέφτηκα να φτιάξω κάτι, όπως κάνουμε συνήθως στις εξετάσεις των σχολών, και να φωνάξω κόσμο από τη δισκογραφία, τον χώρο του θεάματος. Μάλιστα, είχε έρθει τότε ο φίλος μου, ο Αντώνης ο Κοκολάκης, ο οποίος με είδε προβληματισμένο και μου είπε “Βάλε ένα πρόγραμμα να το πουλάτε, για να βγάλετε τα έξοδα της performance”. Δεν θα ξεχάσω ότι είχε έρθει ο Βαγγέλης Λιβαδάς με τη Σμαρούλα Γιούλη και είχαν πληρώσει και πρόγραμμα! Έτσι κάναμε μία πρώτη παράσταση, με διάρκεια περίπου μίας ώρας – ένα πρώτο ‘σκίτσο’ της μετέπειτα πολύ επιτυχημένης παράστασης “Όλοι μαύρα κι ένα πιάνο”.
Αυτό έκανε τρομερή επιτυχία, οπότε το πήγαμε κι άλλο, κι άλλο… Τους άφησα τότε, αλλά είχαν πέσει στο βάζο με το γλυκό. Σου λένε “Πού μας αφήνει τώρα;” και, τέλη Αυγούστου, ήρθαν και με βρήκαν. Τότε βρήκαμε το υπόστεγο του θεάτρου “Χυτήριο”, προσθέσαμε στην παράσταση άλλη μισή ώρα και κάναμε το “Όλοι μαύρα και ένα πιάνο”. Αυτή ήταν η πρώτη μας δράση.

– Πάντως, αν κάποιος παρακολουθήσει έστω και μία παράσταση με τη Σπείρα-Σπείρα, εντυπωσιάζεται από το ταλέντο των ανθρώπων που την απαρτίζουν.
Ο Γρηγόρης Ιωαννίδης, ας πούμε, έχει γράψει ότι είναι “αρχέτυπος αριστοφανικός θίασος” και, ταυτόχρονα, ότι η ενέργεια της ομάδας αυτής μπορεί να ηλεκτροδοτήσει μια πόλη!
Η συλλογικότητα και η ενέργεια είναι το μεγάλο κόλπο, το οποίο δημιουργήθηκε μέσα στα χρόνια από τη σύμπνοια, από τα κοινά εγχειρήματα. Όλα ήταν αποτέλεσμα μιας πειθαρχίας, η οποία ξεκινούσε από την πίστη.
Μην ξεχνάς, είχαμε παιδιά όπως ο Νανούρης, η Ρίτα Αντωνοπούλου, ο Γιάννης Χριστοδουλόπουλος, η Ηρώ Σαΐα, η Παρθένα Χοροζίδου, ο Χρίστος Θεοδώρου, η Ευσταθία… Αλλά και καλεσμένους που έμειναν πολύ καιρό στην ομάδα: η Καπαρού, η Πωλίνα, η Μελίνα Τανάγρη, η Τζένη Μπότση…
Πολλές φορές, μ’ έπιαναν διάφοροι και με παρακαλούσαν να δουλέψουν μαζί μας. Τους έλεγα “Ρε παιδιά, δεν υπάρχει χρήμα εδώ, είμαστε όλοι φτωχοί”, και όλοι μου έλεγαν “Δεν πειράζει, δεν πειράζει”!

– Ίσως η Σπείρα-Σπείρα ήταν μια διέξοδος για ταλαντούχους ανθρώπους που δεν έβρισκαν αλλού ευκαιρίες…
Πάντα η ομάδα μέτραγε ανθρώπους, γιατί από εκεί βγαίναν μεροκάματα, από εκεί βγαίναν τα ΙΚΑ – και αυτή τη στιγμή, μετά από μια 18ετία πλέον, είμαστε καταχρεωμένοι. Καταχρεωμένοι! Μπαίνουμε στη ρύθμιση, κάτι το οποίο, όπως καταλαβαίνεις, δεν είναι κάτι που μπορώ να επιτρέψω μετά από τόσα χρόνια…
Επίτηδες δεν έγινα ποτέ Σπείρα-Σπείρα ως εταιρεία. Την άφησα και τη διαχειρίζονταν τα παιδιά. Αλλά είναι δυνατόν, όταν έρχεται ένα χρέος 100.000 ευρώ, να αφήσω το κράτος να κυνηγάει τα παιδιά; Το φορτώθηκα – αυτή είναι η αλήθεια πίσω από τη χαρά…
Και πρέπει να σου πω ότι αυτή η παράσταση της “Σφίγγας”, εξόν των λόγων του μεροκάματου, είναι και η πρώτη μου δυναμική με τον πυρήνα που έμεινε. Κάποια στιγμή, πριν από οκτώ χρόνια, ήμασταν σε σημείο αποχαιρετισμού. Τελικά βασίστηκα σ’ αυτή την πεντάδα (τον Κώστα Μπουγιώτη, τον Σάκη Καραθανάση, τον Χρήστο Γεροντίδη, τον Χάρη Φλέουρα που τον είχα πάρει από το Θεσσαλικό και τον Γιώργο Στιβανάκη μου, που είναι από τα πρώτα-πρώτα στελέχη) και σε δύο θαυμάσιους μουσικούς, τον Βάιο Πράπα και τον Βασίλη Ντρουμπόγιαννη, που κι αυτοί ήρθαν με έναν τρόπο μαγικό. Και είναι και ο πιτσιρικάς που πήρα φέτος, ο Νίκος Σταδιάτης, που παίζει ακορντεόν και τραγουδάει τόσο ωραία.
Το σκεπτικό φέτος, Μαρία, ήταν τα παιδιά να είναι πρωταγωνιστές. Τους είπα “Πάρτε το πάνω σας!” κι έφτιαξα ένα μιούζικαλ γι’ αυτούς τους οκτώ πρωταγωνιστές.

– Η παράσταση περιλαμβάνει και δικά σας τραγούδια, αλλά και τραγούδια άλλων… Με τι σκεπτικό έγινε η επιλογή;
Την επιλογή την κάναμε όλοι μαζί. Αν σου δείξω το inbox μου, θα δεις ότι από τα τέλη Αυγούστου αρχίσαμε και ρίχναμε ιδέες για τραγούδια – τραγούδια που είχαμε πεθυμήσει, που θέλαμε να τα ξανακούσουμε…
Ξέρεις, όταν φτιάχνεις ένα πρόγραμμα τραγουδιών, βασικά γίνεσαι εσύ ο πελάτης. Γίνεσαι το κοινό. Κι αυτό είναι άλλη μια αρετή της ομάδας: δεν πάμε σαν καριέρες δισκογραφικές να στηρίξουμε ένα ρεπερτόριο. Το δικό μου ρεπερτόριο το έχω στηρίξει προσωπικά, έτσι κι αλλιώς, όλα αυτά τα χρόνια – και σωστά το έκανα. Γιατί, εδώ που τα λέμε, αν το είχα αφήσει στην τύχη των τραγουδιστών (παρόλο που υπάρχουν τραγουδιστές που με έχουν τραγουδήσει και δεν λείπω ποτέ από τις επιλογές τους), δεν ξέρω τι θα γινόταν…
Οπότε, το δικό μου ρεπερτόριο, ακόμα κι αυτό που δεν είναι hit, το σήκωσα στην πλάτη μου με την ομάδα μας. Και πολλές φορές μου λένε “Μα πού ήταν αυτό το τραγούδι και δεν το ξέραμε;”. Μέσα από τέτοιες παραστάσεις, δίνεται η ευκαιρία σε τραγούδια να ανθίσουν. Επιπλέον, σ’ αυτή την παράσταση, υπάρχει ένα καινούριο τραγούδι που έκανε μεγάλη επιτυχία από την πρώτη μέρα: το “Βασανίζομαι”, που το λέει ο Κώστας Μπουγιώτης.

– Η “Σφίγγα” είναι ένα μέρος όπου το κοινό, ενώ παρακολουθεί την παράσταση, πίνει, καπνίζει… Υπάρχει διαφορά στην προσέγγιση γι’ αυτόν που ερμηνεύει, σε σχέση με το αν έπαιζε σε μια παράσταση σε θέατρο;
Ε, αλλιώς είναι στο θέατρο που ο άλλος κάθεται σε μια καρέκλα και σε παρακολουθεί… Στην πραγματικότητα, όμως, δεν υπάρχει διαφορά. Έστησα μία παράσταση που μπορεί να σταθεί οπουδήποτε: μπορεί να παιχτεί σε κλαμπ, μπορεί να παιχτεί σε σκηνή, μπορεί να πάει περιοδεία…
Απλώς η “Σφίγγα”, που είναι ένας χώρος που τιμάει το τραγούδι με πολύ ιδιαίτερο τρόπο, έχει ρισκάρει στο τι έχει βάλει μέσα σαν πρωτιά. Εμένα μου τη γνώρισε η Νικολακοπούλου και, πέρσι, μιλώντας με την Ελένη Παπουτσάκη, την οποία ξέρω από τα Σύνολα της ΕΡΤ, το αποφάσισα. Είπα “Ας πάρουμε τις Δευτέρες, να ανοίγουμε την εβδομάδα”.
Είμαι ευχαριστημένος. Κατ’ αρχήν, γιατί λάμπουν όλα τα παιδάκια μου. Έχω δώσει αίμα από την καρδιά μου, πονάω και στεναχωριέμαι όταν δεν έχουν πρόγραμμα, όταν έχουν οικονομικά… Νομίζω ότι φέτος κάτι γίνεται, σε σχέση με τις υπέροχες περσόνες τους.

– Ήθελα να σας πω τι μου εκπέμψατε εσείς όταν ανεβήκατε στη σκηνή: λάμπατε κυριολεκτικά! Και μου κάνει εντύπωση που χρησιμοποιήσατε την ίδια λέξη, είπατε “λάμπουν όλα τα παιδάκια μου”…
Το βράδυ της πρεμιέρας πάντως, Μαρία μου, έλαμπα από την τεράστια κούραση! Ήμουν από τις 10 το πρωί στο ραδιόφωνο, πήγα κατευθείαν στη 1 στη “Σφίγγα” για πρόβα, ήρθαν στις 3 τα παιδιά, κάναμε πρόβα όλη την παράσταση και μετά μπήκαμε στα καμαρίνια να ντυθούμε. Ήμουν στο “μη περαιτέρω” της κούρασης.
Αλλά πρέπει να σου πω κάτι: όταν είσαι έτσι, λάμπεις! Και θα σου πω γιατί: Την ώρα που έρχομαι στη σκηνή, στο υποσυνείδητο μου δεν υπάρχει ίχνος εγωισμού. Είναι η παραίτηση από το “εγώ”. Εκείνη την ώρα γίνεσαι ένα μικρό “σύμπαν”.

– Το βλέπετε έτσι “μυστηριακά”, λοιπόν.
Έτσι είναι! Γιατί η γιορτή έχει ανάψει, οκτώ εργένηδες τα έχουν σπάσει, έχουν πέσει στα πατώματα, έχουν γουστάρει… Και έρχεται και ένας από το πάνω πάτωμα, που είναι λίγο ένας άλλος κόσμος.

kraounakis3

– Θέλω να μου πείτε ποια ήταν τα συναισθήματά σας όση ώρα τους παρακολουθούσατε, πριν ανεβείτε εσείς στη σκηνή.
Τους έβλεπα από πάνω. Στην αρχή ήμουν στο καμαρίνι και είχα αρχίσει να γράφω διορθώσεις. Αλλά στην τρίτη διόρθωση τα έκλεισα όλα και λέω “Ντύνομαι και πάω έξω να το απολαύσω, τέρμα!”. Βεβαίως θυμόμουν τις παρατηρήσεις μου, δεν ήταν πολλές.
Το βασικότερο από όλα είναι να το διασκεδάσουμε. Όσο εσύ διασκεδάζεις, τόσο και ο κόσμος είναι μαζί σου.

– Διάβασα πρόσφατα για τη συγκεκριμένη παράσταση ότι είναι ένα “ιαματικό θέαμα τραγουδιών”. Και ήθελα να ρωτήσω…
Θέλω να μου πεις: Εσύ πώς έφυγες όταν τελείωσε;

– Μου άρεσε πολύ. Φεύγοντας, είπα “Θα φέρω τους γονείς μου οπωσδήποτε”!
Το ότι είπες “Θα φέρω τους γονείς μου” είναι ‘κάτι’. Σημαίνει ότι κάτι καταφέραμε! Όπως και κάποιοι γονείς θα είπαν “Θα φέρουμε τα παιδιά” ή “Θα πω στα παιδιά να έρθουν”.

– Ποιο είναι, άραγε, δυσκολότερο: Να πει ένας νέος άνθρωπος “Θα φέρω τους γονείς μου” ή να πουν οι γονείς “Θα φέρω τα παιδιά μου”;
Το πιο δύσκολο είναι να σαν γονιός να “ψήσεις” τα παιδιά. Αλλά ξέρεις τι γίνεται; Μεγάλο τμήμα της νεολαίας μεγάλωσε μαζί μας, έχουμε πολύ κόσμο που μας ακολουθεί. Πολλούς ανθρώπους τους αναγνωρίζω. Με πολλούς από αυτούς είμαστε και φίλοι στο facebook και έχουμε επικοινωνία. Έκανε ένα πολύ ωραίο ταξίδι η ομάδα αυτή, και σκέφτομαι και διάφορα για το μέλλον.
Ήδη παρουσιάζουμε με τον Χάρη Φλέουρα, τον ψηλό μας, ένα ιστορικό κείμενο που παρουσιάζεται στο Ιλίσια-Βολανάκη κάθε Τετάρτη και Πέμπτη, από 29 Νοεμβρίου. Είναι ένα κείμενο του Ευάγγελου Λεμπέση, ενός σπουδαίου Έλληνα κατά τη γνώμη μου, με τίτλο “Η τεράστια κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω”.
Επίσης, τον Κώστα τον Μπουγιώτη και τον Γεροντίδη θα τους έχω μαζί μου στο Θέατρο Τέχνης, όπου αρχίζω στις 10 Γενάρη με το “Ντουέντε” του Λόρκα. Θα έχω και τρεις μουσικούς: τον Βασίλη Ντρουμπογιάννη, τον Βάιο Πράπα και τον Γιώργο Ταμιωλάκη, έναν σπουδαίο βιολοντσελίστα. Είμαι χαρούμενος, γιατί είναι όλοι νέοι. Και όλα αυτά δεν είναι ανώδυνα, ξέρεις. Δεν είναι υπάκουοι…

– Συγκρούεστε στις πρόβες;
Προσωπικότητες! Υπάρχουν και κόντρες, υπάρχουν και βρισίδια, υπάρχουν και “δεν μιλάμε για δυο βδομάδες”, αλλά κάνουμε τη δουλειά μας!

– Σε πρόσφατη συνέντευξη που είχαμε με τον Κώστα Μακεδόνα, εκείνος είπε ότι ήσασταν ο καθοριστικός άνθρωπος για να ξεκινήσει η καριέρα του…
Δεν το πιστεύω εγώ αυτό! Αχ, πάλι θα μιλήσω για το αυτονόητο… Πόσο νέος ήμουν τότε; Ήμουν 35 χρόνων. Είχα πολύ μεγάλη “καύλα” να βρω έναν τραγουδιστή άντρα. Είχαμε τον Λιδάκη τότε, πολύ άξιο, αλλά μου έλειπαν αντρικές φωνές. Και, τυχαία, μία νύχτα στη Θεσσαλονίκη που είχα πάει στο Φεστιβάλ Τραγουδιού (όταν ήταν ακόμη όρθιο), με πήγαν σε ένα μαγαζί όπου είδα τον Κώστα, 20 ετών παιδί, 3 η ώρα το πρωί. Και του λέω “Έλα εδώ, πάμε, κατέβα!”.
Τι μας έδειξε η ζωή: Άξιζε; Άξιζε! Μόνο αυτό με ενδιαφέρει. Πήγα και τον άκουσα με τον Μαρκόπουλο το καλοκαίρι σε μια πολύ ωραία συναυλία, το “Ελεύθεροι Πολιορκημένοι”. Και είπα “Εντάξει, ρε παιδί μου, βγάλαμε έναν καλό τραγουδιστή”.


Το αγαπάω το κόκκινο χρώμα: είναι η καρδιά, είναι ο έρωτας, τα λουλούδια… Μάλλον και ο Θεός μου είναι κόκκινος!


– Αισθάνεστε περήφανος;
Ούτε κρύο μου κάνει, ούτε ζέστη… Για μένα σημασία έχει η δουλειά, ο “κασμάς”.
Έπειτα, δεν έχω καθόλου την αίσθηση ότι εγώ έχω κάποιο μυστικό στην τσέπη διπλοκλείδωτο. Όποιος θέλει να πάρει από τις ιδέες μου και από τον τρόπο που δουλεύω, ας πάρει κι ας το κάνει ό,τι θέλει. Δεν έχω καμιά πρεμούρα να θεωρούμαι…

– …μέντορας;
Ναι. Με ενδιαφέρει μόνο η δουλειά.
Μα δεν έχω να κερδίσω κάτι, χάνω συνήθως. Οικονομικά χάνω μονίμως! Βλέπω να δίνονται βραβεία, ας πούμε. Είναι 18 χρόνια που έχουμε κάνει ουσιαστικά την πρώτη μουσική θεατρική ομάδα στην Ελλάδα και δεν μας έλαβε υπ’ όψιν ποτέ κανείς. Κι από αυτή την ομάδα βγήκαν πάνω από 30 άνθρωποι στο τραγούδι!
Βλέπετε, πίσω από τα πράγματα υπάρχει συνέχεια μία άλλη συνθήκη που τα καθορίζει…

kraounakis2

– Κι επειδή εγώ διακρίνω έναν έντονο συναισθηματισμό, θα ήθελα να σας ρωτήσω: πέρα από την υλική χασούρα, πόσο μεγάλη είναι η συναισθηματική χασούρα μέσα από αυτή τη διαδικασία;
Δεν με νοιάζει αυτό. Και πάλι με νοιάζει μόνο η δουλειά.
Και θα σου πω και κάτι σχετικό: με οποιαδήποτε ομάδα νέων καλλιτεχνών και να βρεθώ, το ίδιο αποτέλεσμα θα έχω. Απλώς με αυτούς τους ανθρώπους έχω κοινή γλώσσα πια.

– Έχετε συγκεκριμένα κριτήρια όταν επιλέγετε ανθρώπους για να σας πλαισιώσουν;
Ταλέντο, κατανόηση και αντοχή. Θέλει αντοχή αυτό το πράγμα. Και, κυρίως, γερό νευρικό σύστημα!

– Γενικώς εσείς σχολιάζετε την επικαιρότητα – στις περισσότερες παραστάσεις σας, αλλά και αυτή την περίοδο στο ραδιόφωνο (καθημερινά “Στο Κόκκινο – 105,5”). Στη συγκεκριμένη παράσταση δεν υπήρχε τόσο πολύ αυτό το στοιχείο.
Υπάρχει, αλλά είναι κρυφό.

– Είναι ένα είδος σχολιασμού και ο “μη σχολιασμός”;
Το τραγούδι “Το Σύστημα”, που υπάρχει στην παράσταση, δεν είναι ένας σχολιασμός; Ή ο τελετουργικός τρόπος (που δεν αναφέρεται, αλλά υποδηλώνεται) με τον οποίο λέγεται το τραγούδι “Οι νταλίκες” του Νικολόπουλου.

– Ήταν, όντως, κάπως απρόσμενο τραγούδι αυτό…
Είναι σαν προσευχή ο τρόπος που λέγεται. Όταν το είχαμε βάλει στη σειρά τραγουδιών μας, βέβαια, δεν είχε πεθάνει ακόμα ο Γιώργος (Σαρρής) που το πρωτοτραγούδησε. Αλλά φτιαγμένο μετά, με απούσα την πρώτη εκτέλεση, έχει μία βαρύτητα. Δεν είναι ανάγκη να το φωνάξεις· το νιώθεις.
Ή ο τρόπος που σχολιάζεται αυτό το σεξιστικό τραγούδι του Τσιτσάνη με τον Κόκορα… Μα είναι σεξιστικό τραγούδι ο Κόκορας! Κανονικά! Υπάρχει μια ενότητα με ζώα, όπως είδες: ο γάτος, ο κόκορας, τα καβουράκια και ο γαϊδαράκος. Και τα τέσσερα ζώα είναι τρομερά προσφιλή στην Ελλάδα.
Αλλά και ο τρόπος που μπήκαν τα ξένα κομμάτια… Το main τραγούδι της Σφίγγας, ας πούμε, είναι ένα κομμάτι ινδικό, τωρινό hit από έναν τεράστιο σούπερ-σταρ της Ινδίας, και το “τσίμπησα” από κάπου.

– Υπάρχει κάτι που θέλατε να βάλετε και δεν χώρεσε;
Όταν φτιάχνεις μια αφήγηση, στην πραγματικότητα σε οδηγεί η μουσική. Και το τι αίσθημα θέλεις να έχεις μετά. Και αφού έχουμε αρκετές εκρήξεις στο πρόγραμμα, κοίταξα την ώρα που γίνεται ο αποχαιρετισμός να έχει την τρυφερότητα και τη χαρμολύπη μιας βραδιάς που τελειώνει, ενός πάρτι που κλείνει. Στα πάρτι πάντα με ένα μπλουζ δεν τελειώναμε; Και στις ντισκοτέκ της εφηβείας μας, πάντα έμπαινε ένα αργό κομμάτι για να χορέψουμε. Αυτό!
Έχω χαρά που το κάναμε αυτό φέτος, με αυτά τα τόσο ωραία ρούχα, τα τόσο απλά, αλλά που υπήρξαν τόσο ωραία λύση…

– Υπάρχει λόγος που τα παιδιά εμφανίζονται με φόρμες εργασίας;
Μα είναι εργάτες, δεν είναι; Είναι οκτώ εργατόπαιδα της μουσικής, του θεάτρου. Απλώς η Έβελιν Σιούπη, που είναι πολύ ταλαντούχα, βρήκε στον καθένα το χρώμα που του ταίριαζε, το πουκάμισό του και το μαντίλι του.

– Ήταν ανάλογα με την προσωπικότητα του καθενός, δηλαδή;
Ξέρεις, κάποια πράγματα δεν τα πολυσκεφτήκαμε – τα χρώματα, ας πούμε. Τους είδαμε φτιαγμένους και είπαμε “Α, είναι ωραίοι έτσι, άσ’ τους”!

– Και μια και μιλάμε για χρώματα: “Κόκκινα γυαλιά” λέγεται μία από τις μεγαλύτερες σας επιτυχίες, “Κόκκινο μοτοσακό” λέγεται η εκπομπή που έχετε στο ραδιόφωνο… Έχετε κάποια ιδιαίτερη σχέση με το κόκκινο;
Είμαι κόκκινος, είμαι κόκκινος… Το αγαπώ αυτό το χρώμα!

– Το κόκκινο έχει μια ένταση. Και τα τραγούδια σας έχουν μια ένταση, ακόμα και τα πιο αργά. Θα μπορούσε αυτός να είναι ένας λόγος;
Δεν ξέρω. Το αγαπάω το κόκκινο χρώμα: είναι η καρδιά, είναι ο έρωτας, τα λουλούδια… Μάλλον και ο Θεός μου είναι κόκκινος.

– Της Κολάσεως;
Μπα… σε καμιά περίπτωση!

– Αν ήταν να δώσετε ένα χρώμα στην παράσταση;
Τίποτα, μου αρέσει αυτή η πολυχρωμία. Είναι σαν κήπος.

– Ή ουράνιο τόξο;
Όχι, είναι κήπος! Είναι μια πολύ αυθαίρετη γειτονιά. Θα μπορούσε να συμβαίνει σε οποιαδήποτε γειτονιά του κόσμου. Να έρθουν οκτώ Έλληνες και να αλλάξουν το αίσθημα.

– Τι θα ήταν καλό να πούμε που δεν σας έχω ρωτήσει;
Εγώ θέλω πάντα να κλείνουμε με την ευχή ότι θα τα βγάλουμε πέρα. Και ότι το τραγούδι είναι μία ωραία τέχνη, πολύ καθημερινή, που μπορεί να βοηθήσει σε αυτό.

– Θα τα βγάλουμε πέρα, λέτε;
Εγώ, πάντως, έχω αποδυθεί και γράφω τραγούδια αυτή τη στιγμή. Δεν έχω να κάνω κάτι άλλο…

“Τα παιδιά της Σφίγγας” απελευθερώνουν όλα τους τα γκάζια και έρχονται κάθε Δευτέρα στη Μουσική Σκηνή “Σφίγγα”, για να γιατρέψουν όλες τις πονεμένες καρδιές με κέφι, τραγούδι, ποτό, χορό και μπρίο.

Τραγουδούν, λαλούν και ισιώνουν διαθέσεις αλφαβητικά οι:
Χρήστος Γεροντίδης: φωνή, καχόνε
Σάκης Καραθανάσης: φωνή, κιθαρόνι, καχόνε, νταούλι
Σταμάτης Κραουνάκης: φωνή, πιάνο
Κώστας Μπουγιώτης: φωνή, καχόνε
Βασίλης Ντρουμπoγιάννης: πιάνο
Βάιος Πράπας: φωνή, κιθάρες, μπουζούκι
Νίκος Σταδιάτης: φωνή, ακορντεόν
Γιώργος Στιβανάκης: φωνή, μαράκες, ντέφι
Χάρης Φλέουρας: φωνή, κέφι, μπρίο, κουταλάκια

Μουσική Σκηνή “Σφίγγα”: Ακαδημίας και Ζωοδόχου Πηγής (είσοδος στον πεζόδρομο – Κιάφας 13), Αθήνα, τηλ.: 698 7844 845

Photo Credits: Σταύρος Χαμπάκης