Πώς θα σας φαινόταν αν κάθε πολυκατοικία είχε λαχανόκηπο στην ταράτσα ή διέθετε το δικό της θερμοκήπιο, ώστε να καλύπτει πλήρως τις διατροφικές ανάγκες των ενοίκων της; Οι “αγρότες των πόλεων” έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται trend και θα τους ακούμε συχνά από εδώ και πέρα…
τoυ Νικόλαου Παπαδόπουλου, γεωπόνου – M.Sc.
Με τον όρο “αστική γεωργία” (urban farming) εννοούμε οποιαδήποτε μορφή γεωργικής δραστηριότητας εφαρμόζεται μέσα σε αστικό περιβάλλον, αλλά και οποιαδήποτε καλλιέργεια εδώδιμων φυτών σε κήπους ή μπαλκόνια, που σίγουρα όλοι μας έχουμε επιχειρήσει κάποια στιγμή. Η αστικοποίηση του παγκόσμιου πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση για φρέσκα φρούτα και λαχανικά, έχει οδηγήσει εδώ και δεκαετίες πολλές μεγάλες πόλεις, σε όλο τον κόσμο, στην υιοθέτηση προγραμμάτων αστικής γεωργίας, με ιδιαίτερα θετικά μέχρι στιγμής αποτελέσματα.
Η ραγδαία αύξηση των τιμών των τροφίμων, τα διάφορα διατροφικά σκάνδαλα και οι οικονομικές κρίσεις, έχουν οδηγήσει πολλούς αστούς στο να γίνουν “αγρότες των πόλεων” και να παράγουν οι ίδιοι την τροφή τους.
– Κι όμως, δεν είναι κάτι καινούργιο
Διαχρονικά, οι αστικοί λαχανόκηποι βοηθούσαν στην αντιμετώπιση της φτώχειας και της πείνας σε περιόδους πολέμων, κοινωνικών αναταραχών και οικονομικής ύφεσης. Μεγάλες πόλεις στην Αρχαία Ελλάδα (π.χ. η Αθήνα, η Κόρινθος, η Σπάρτη), παρά την πυκνή δόμηση, είχαν οικιακούς λαχανόκηπους που παρείχαν μια σχετική αυτάρκεια εν καιρώ ειρήνης, αλλά και σε περιόδους πολιορκίας, όπου ο ανεφοδιασμός των τροφίμων ήταν αδύνατος. Αστικοί λαχανόκηποι υπήρχαν και σε άλλους πολιτισμούς, όπως στην αρχαία Ρώμη, στην αυτοκρατορική Κίνα, σε προκολομβιανούς πολιτισμούς (π.χ. λαχανόκηποι των Ίνκας στο Μάτσου Πίτσου, στο Περού), στην Αίγυπτο κ.α.
Κατά τη βιομηχανική επανάσταση, η αστική γεωργία εγκαταλείφθηκε εν μέρει, αφού νέες μέθοδοι παραγωγής και συντήρησης τροφίμων (κονσέρβα), σε συνδυασμό με νέες μεθόδους μεταφοράς (σιδηρόδρομος), έκαναν την εξεύρεση τροφής πιο προσιτή στους αστούς. Επιπλέον, το χτίσιμο πολυκατοικιών και η υπερβολική χρήση τσιμέντου εξαφάνισαν κάθε διαθέσιμη προς καλλιέργεια έκταση.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αμερικανός πρόεδρος Woodrow Wilson κάλεσε τους Αμερικανούς να καλλιεργήσουν φυτά στις πόλεις, ώστε να επιβιώσουν από την παρατεταμένη μείωση των εισαγωγών τροφίμων από την εμπόλεμη Ευρώπη. Το πρόγραμμα αυτό διατηρήθηκε και στο μεγάλο Κραχ (1929), εξασφαλίζοντας την επιβίωση και την εργασία για χιλιάδες Αμερικανούς. Εκείνη την περίοδο, μέσω της αστικής γεωργίας είχαν παραχθεί τρόφιμα αξίας περίπου 2,8 εκατομμυρίων δολαρίων!
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εφαρμόστηκε Εθνικό Πρόγραμμα δημιουργίας “Κήπων της Νίκης” (National Victory Garden Program), όπου συμμετείχαν σχεδόν 5,5 εκατομμύρια Αμερικανοί, παράγοντας ετησίως πάνω από 4.000 τόνους φρούτων και λαχανικών (44% της παραγωγής εκείνων των ετών). Οι ποσότητες αυτές βοήθησαν όχι μόνο στην επιβίωση των αστικών πληθυσμών, αλλά και στον ανεφοδιασμό στα πεδία των μαχών.
Ίσως το πιο επιτυχημένο παράδειγμα αστικής γεωργίας είναι αυτό της Κούβας. Με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης (1989), η χώρα έχασε τον βασικό της προμηθευτή τροφίμων, με αποτέλεσμα η έλλειψη τροφίμων (1991-1995) να φτάσει στο 60%. Τα προβλήματα παρατηρήθηκαν στις πόλεις και κυρίως στην Αβάνα, όπου ο μέσος κάτοικος υπολογίζεται ότι έχασε τότε 10 κιλά του βάρους του! Μέσω του προγράμματος “Λαϊκοί Κήποι”, σχεδόν 30% της έκτασης της Αβάνας έγινε καλλιεργήσιμο, δημιουργήθηκαν πάνω από 8.000 μονάδες αγροτικής παραγωγής, στις οποίες εργάζονται 30.000 άτομα. Σε δύο μόλις χρόνια 2,2 εκατομμύρια κάτοικοι της Αβάνας απέκτησαν διατροφική αυτάρκεια!
Στις μέρες μας, η αστική γεωργία εξαπλώνεται συνεχώς σε πολλές πόλεις αναπτυσσόμενων χωρών, ως εναλλακτική λύση απέναντι στις οικονομικές κρίσεις που, εκτός από τις πόλεις, υποβαθμίζουν και το διατροφικό προφίλ των πολιτών. Στις αναπτυγμένες χώρες, η αστική γεωργία αποτελεί μια δημιουργική επανασύνδεση των κατοίκων των πόλεων με τη φύση, ενώ αυτή η αύξηση της αστικής χλωρίδας συμβάλλει και στην αντιμετώπιση της ρύπανσης.
Μέσω του προγράμματος “Λαϊκοί Κήποι”, σε δύο μόλις χρόνια, 2,2 εκατομμύρια κάτοικοι της Αβάνας απέκτησαν διατροφική αυτάρκεια!
– Η αστική γεωργία μάς κάνει καλό
Το βασικότερο πλεονέκτημα της αστικής γεωργίας είναι η διατροφική αυτάρκεια των πληθυσμών των πόλεων και η προστασία της δημόσιας υγείας. Περίπου 800 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως υποσιτίζονται (FAO 2015), ενώ πάνω από 2 δισεκατομμύρια υποφέρουν από “κρυμμένη πείνα”, η οποία προκαλείται όχι από μειωμένη κατανάλωση θερμίδων, αλλά από κατανάλωση τροφών μειωμένης θρεπτικής αξίας. Επιπλέον, πολλές ασθένειες παγκοσμίως σχετίζονται με ανεπαρκή ή κακή διατροφή.
Στις αναπτυγμένες πόλεις, μέχρι πρότινος, δεν υπήρχαν προβλήματα πείνας, αλλά κυρίως κακής διατροφής, κι αυτό διότι οι πολίτες, λόγω έλλειψης χρόνου και ενημέρωσης, κατανάλωναν ελάχιστες ποσότητες φρούτων και λαχανικών (σας θυμίζει κάτι;). Τα τελευταία χρόνια, όμως, λόγω των οικονομικών κρίσεων, πολλές μητροπόλεις της υφηλίου αντιμετωπίζουν πλέον προβλήματα πείνας.
Στη χώρα μας, είναι γνώριμες εικόνες πόλεων όπου πολίτες εκλιπαρούν για μια τσάντα λαχανικών, ενώ είναι νωπή ακόμα η μνήμη υποσιτισμένων παιδιών να λιποθυμούν στα σχολεία. Η αστική γεωργία μπορεί να παράσχει φτηνά και ποιοτικά τρόφιμα για όλους, εξαλείφοντας τέτοια προβλήματα κακής –ή και καθόλου– διατροφής.
Το να δημιουργεί κανείς τον δικό του λαχανόκηπο λειτουργεί παράλληλα και προστατευτικά για το περιβάλλον, μειώνοντας τα αιωρούμενα σωματίδια, το CO2, τις τοξικές ενώσεις και αυξάνοντας το οξυγόνο. Επιπλέον, αξιοποιούνται τα όμβρια ύδατα, παρακρατούνται οι απορροές, ενώ έτσι μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμα και αστικά λύματα μετά από κατάλληλη επεξεργασία (π.χ. βιολογικός καθαρισμός).
Ταυτόχρονα, μειώνεται το κόστος παραγωγής, μεταφοράς και συντήρησης των τροφίμων. Όσο πιο μακριά βρίσκεται η περιοχή παραγωγής ενός τροφίμου, τόσο αυξάνονται οι απαιτήσεις σε καύσιμα, ενέργεια και εγκαταστάσεις, με αποτέλεσμα αύξηση και της τελικής τιμής του προϊόντος (συν η προκαλούμενη περιβαλλοντική καταστροφή).
Σε συνδυασμό, δε, με όλα τα παραπάνω, η αστική γεωργία οδηγεί και στη μείωση φαινομένων κοινωνικής παθογένειας (π.χ. ανεργία, παραβατικότητα, κοινωνική απομόνωση κ.ά.). Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλοί αστικοί λαχανόκηποι παγκοσμίως μετατράπηκαν σε επιτυχημένες επιχειρήσεις (άρα, έχουμε και ανάπτυξη επιχειρηματικότητας) που, με την κερδοφορία τους, δημιούργησαν θέσεις εργασίας και, μάλιστα, σε περιοχές χαμηλών εισοδηματικών τάξεων. Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι η ενασχόληση με τη γη αυξάνει την κοινωνικοποίηση των ανθρώπων, καθώς συνεργάζονται, ανταλλάσσουν ιδέες και γνώσεις, αναπτύσσοντας έτσι κοινωνική συνοχή.
Επιπλέον, η αστική γεωργία μπορεί να γίνει πυλώνας καινοτομίας, αφού ο περιορισμένος χώρος ευνοεί την ανάπτυξη νέων καλλιεργητικών τεχνικών αιχμής, όπως οι κάθετες φυτεύσεις (vertical farming), τα φυτεμένα δώματα, οι υδροπονικές/αεροπονικές εγκαταστάσεις, η πολυκαλλιέργεια, η κομποστοποίηση οικιακών απορριμμάτων κ.ά.
Από τα μεγαλύτερα κέρδη είναι, φυσικά, και η αποκατάσταση της σχέσης μεταξύ ανθρώπου και φύσης, η ανάπτυξη περιβαλλοντικής συνείδησης, αλλά και η καλλιέργεια της οικολογίας ως τρόπου ζωής! Όταν καλλιεργείς αυτό που τρως, σημαίνει ότι μπορείς να το ελέγχεις. Στην πλειοψηφία τους, οι αγρότες των πόλεων εφαρμόζουν πρακτικές φιλικές προς το περιβάλλον (βιολογική γεωργία) – δεν χρησιμοποιούν χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα, αφού κάτι τέτοιο θα επιβάρυνε πρώτα από όλα τη δική τους υγεία. Αυτό δίνει αυτόματα και τη δυνατότητα να αναπτυχθούν προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, αειφορίας, ορθολογικής διαχείρισης φυσικών πόρων κ.λπ.
Καθόλου αμελητέο δεν είναι και το γεγονός ότι η αστική γεωργία δρα ευεργετικά στην ψυχική και σωματική υγεία των πολιτών. Η καθημερινή χειρωνακτική εργασία βοηθά στη μείωση της παχυσαρκίας και των καρδιαγγειακών νοσημάτων, ενώ η επαφή με τη φύση προάγει την αισθητική και την ηρεμία, καταπολεμώντας το στρες. Λαχανόκηποι σε εγκαταλειμμένες αναξιοποίητες αστικές εκτάσεις, αποτελούν οάσεις δροσιάς και ευεξίας.
– Οι περιορισμοί
Ωστόσο, κατά την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής γεωργίας υπάρχουν σοβαροί περιορισμοί, με κυριότερο τη ρύπανση του αστικού περιβάλλοντος με τοξικές για τον ανθρώπινο οργανισμό ενώσεις από τα καυσαέρια, τα οικιακά απορρίμματα, τις επιχειρήσεις/βιομηχανίες κ.λπ., κάτι που μπορεί να “περάσει” στις καλλιέργειες. Έτσι, πριν ξεκινήσει οποιαδήποτε αστική γεωργική δραστηριότητα, είναι απαραίτητες εδαφολογικές μελέτες για παρουσία βαρέων μετάλλων και τοξικών ενώσεων.
Επιπλέον, το αστικό περιβάλλον, λόγω έλλειψης χλωρίδας, οικοδομικών υλικών, χρήσης κλιματιστικών κ.λπ., παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο μικροκλίμα, με αποτέλεσμα τα φυτά να “στρεσάρονται” όταν οι συνθήκες ανάπτυξής τους δεν είναι ελεγχόμενες. Ειδικά για την Ελλάδα, τέλος, υπάρχουν και διάφορα νομικής φύσεως κωλύματα, αφού είναι δύσκολο αστικές εκτάσεις να δηλωθούν ως αγροτικές και να παραχωρηθούν σε πολίτες.
Σε κάθε περίπτωση, η αστική γεωργία είναι το μέλλον των πόλεων και, σε κάποια στιγμή, είτε από επιλογή είτε αναγκαστικά, θα επανέλθουμε στην παραγωγή τροφίμων που έχουμε ξεχάσει εδώ και δεκαετίες. Αυτό θα βελτιώσει την όψη των πόλεων, θα ωφελήσει την υγεία και τη ζωή μας, ενώ θα μας μετατρέψει από καταναλωτές σε παραγωγούς, καθιστώντας μας πιο υπεύθυνους και συνειδητοποιημένους για τη φύση, αλλά και τη διατροφή μας.