Με αφορμή το Comicdom Com, τη γιορτή των κόμικς που έλαβε χώρα για 12η χρονιά στην Αθήνα στις αρχές Απριλίου, ευκαιρία να γνωρίσουμε και μαζί να λύσουμε την απορία της μητέρας μου που, από τότε που μεγάλωσα, ανήσυχη με ρωτούσε “τι είναι πια αυτά τα ‘Μίκυ Μάους’ που διαβάζεις κοτζάμ γυναίκα;”!
της Έλενας Κιουρκτσή
“Άουτς”, “Μπανγκ”, “Αρφ”, “Γκράου”, “Ντόινγκ”, “Μπερμπ”, “Γκρρ” και τόσοι άλλοι αστείοι –όσο και οικείοι– ήχοι που γνωρίσαμε μέσα από “συννεφάκια” ή “μπαλονάκια” σκέψεων και λεγόμενων ηρώων και κομπάρσων από μελάνι, συνειρμικά οδηγούν στην πολυεπίπεδη λέξη “κόμικς”.
Έναν όρο που προέρχεται ετυμολογικά από το “κωμικός”, κι αυτό γιατί οι πρώτες τέτοιες ιστορίες ήταν κωμικού περιεχομένου. Για να υπάρξουν κόμικς, πρέπει να υπάρχουν διαδοχικές εικόνες, όπου η μία συνεχίζει το νόημα της άλλης (να έχουν, δηλαδή, μια αφηγηματική αλληλουχία) και να είναι πάντα τυπωμένες σε χαρτί.
Για τους μη μυημένους, τα πιο συνηθισμένα είδη είναι τα κόμικς στριπ σε εφημερίδες και περιοδικά, όπου μια μικρή ιστορία εξελίσσεται μέσα σε τρία ή τέσσερα καρέ. Διαδεδομένο είδος είναι και οι μεγαλύτερες ιστορίες –είτε αυτοτελείς, είτε σε συνέχειες– με σκηνοθετικές και αφηγηματικές δυνατότητες, οι οποίες κυκλοφορούν σε ειδικά περιοδικά για κόμικς, σε εικονογραφημένες νουβέλες και άλμπουμ, γνωστές απλά σαν “κόμικς” ή “βιβλία κόμικς”.
Από τον Μίκυ Μάους στην… Παλαιστίνη
Τα κόμικς γνώρισαν μεγάλη άνθηση στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα στην Αμερική, κυρίως από τις ιστορίες με υπερήρωες που έφεραν την υπογραφή εταιρειών, όπως η DC Comics και η Marvel Comics. Διόλου τυχαίο.
Το οικονομικό κραχ, στο τέλος της δεκαετίας του ’20 στις Η.Π.Α., ώθησε τους πολίτες να αναζητήσουν πίστη και αισιοδοξία σε χαρακτήρες οι οποίοι θα μπορούσαν να τους προσφέρουν την (ψευδ-)αίσθηση ότι τα πράγματα θα πήγαιναν προς το καλύτερο. Η ακμή των υπερηρώων συνεχίστηκε, για τους ίδιους ακριβώς λόγους, και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τη δεκαετία του ’30, στις Η.Π.Α., έκαναν την εμφάνισή τους ο Σούπερμαν και ο Μίκυ Μάους. Στην Ευρώπη, ουσιαστικά, τα κόμικς ξεκίνησαν με πρωτοπόρους τους Βέλγους και εκδόσεις όπως ο Τεν-Τεν και το περιοδικό ‘Spirou’.
Ο Τεν-Τεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία μεταπολεμικά, προκαλώντας τη ζήλια του Γάλλου Προέδρου Σαρλ Ντε Γκολ, που είχε δηλώσει: “Ο μοναδικός διεθνής ανταγωνιστής μου είναι ο Τεν-Τεν”!
Στα μέσα της δεκαετίας του ’40, ξαφνικά, οι εκδότες των εικονογραφημένων ιστοριών, οι οποίες μέχρι τότε απευθύνονταν σε ενήλικες και κυρίως στην εργατική και μεσαία τάξη, με στόχο τον σχολιασμό της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας, ανακαλύπτουν το κοινό των παιδιών. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, με την άφιξη των αμερικανικών κόμικς στην Ευρώπη, αλλά και τη μεσολάβηση της δεκαετίας του ’60 που αγκάλιασε διάφορες αντικουλτούρες (συμπεριλαμβανομένων και των κόμικς), σταδιακά οι χάρτινοι ήρωες καθιερώθηκαν ως σημαντικό και όχι περιθωριακό είδος Τέχνης, με πολλά υποείδη.
Επικράτησε η φυσιογνωμία του Γκοσινύ που, σε συνεργασία με άλλους, δημιούργησε χαρακτήρες όπως ο “Ιζνογκούντ”, ο “Λούκυ Λουκ” και ο “Αστερίξ”.
Κορυφαίο κόμικς, αν και λιγότερο γνωστό από τα προηγούμενα, ήταν ο Κόκομπιλ (Cocco Bill) του 1957 – δημιούργημα του μεγάλου Ιταλού γελοιογράφου και κομίστα Μπενίτο Γιακοβίτι, μια παρωδία των ηρώων της άγριας Δύσης με σουρεαλιστικά ξαφνιάσματα. Ο Κοκομπίλ, “γρήγορος στο πιστόλι και μανιώδης… χαμομηλάκιας”, με το πιστό του άλογο, τον Αργοπόδη, πρωταγωνιστούσε σε καρέ όπου τα εξάσφαιρα έφτυναν ζάρια, ξαφνικά φύτρωναν σαλάμια που περπατούσαν, μολύβια φορούσαν καουμπόικα καπέλα και, αντί για πουλιά, πετούσαν ψάρια…
Το 1986, τρία βιβλία άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο η Κοινή Γνώμη αντιμετώπιζε τα κόμικς: το ‘Watchmen’ των Alan Moore και Dave Gibbons, το ‘The Dark Knight Returns’ του Frank Miller και το ‘Maus’ του Art Spiegelman. Ξαφνικά, όλοι συμφώνησαν πως τα κόμικς ωρίμασαν και ότι δεν πρόκειται μόνο για απλές, αστείες ιστορίες, αλλά ότι μπορούν να αγγίξουν πιο σοβαρά θέματα. Έτσι, ο όρος ‘graphic novel’ έκανε την εμφάνισή του στα λογοτεχνικά λεξικά.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ο πρώτος τόμος του ‘Palestine’, του Joe Sacco, στο οποίο ο δημιουργός εξιστορεί τα γεγονότα κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Μέση Ανατολή, καταγράφηκε ως ένα από τα πλέον πρωτοποριακά έργα, αποδεικνύοντας πως τα κόμικς δεν είναι μόνο παιδικά αναγνώσματα, αλλά ένα μέσο αφήγησης όπου μπορεί κανείς να μιλήσει για τα πάντα.
Πλέον, πολλά κόμικς επάξια βρίσκονται στις πρώτες θέσεις λογοτεχνικών καταλόγων, σε βιβλιοθήκες, σε σχολεία και πανεπιστήμια, οι εκπαιδευτικοί τα τοποθετούν ανάμεσα στα πιο αποτελεσματικά και διασκεδαστικά εργαλεία μάθησης, ενώ σε γκαλερί και μουσεία φιλοξενούνται εκθέσεις και διενεργούνται φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο, αφιερωμένα στην τόσο ενδιαφέρουσα και γοητευτική αποκαλούμενη “9η Τέχνη”.
Κάπου, κάπως, στην Ελλάδα…
Η χώρα μας γνώρισε σχετικά αργά τα κόμικς, εξαιτίας των πολεμικών και πολιτικών αναταραχών, και έτσι η ακμή τους ξεκινά στα 1950. Αρχικά, περιοδικά όπως η “Διάπλαση” είχαν προετοιμάσει το έδαφος για να γίνουν τα κόμικς πιο εύκολα αποδεκτά. Σταθμός υπήρξε η 1η Ιουλίου 1966, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος ‘Μίκυ Μάους’ και ακολούθησαν οι υπερήρωες (ο Σούπερμαν, ο Σπάιντερμαν κ.ά.), ενώ στη συνέχεια μεγάλη επιτυχία γνώρισαν τα ‘Κλασικά Εικονογραφημένα’, τα οποία παρουσίαζαν έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας σε κόμικς.
Τα πρώτα ελληνικά κόμικς έκαναν την εμφάνισή τους στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Πρωτοπόρο ελληνικό περιοδικό για κόμικς υπήρξε η “Βαβέλ”, με δουλειές ξένων σχεδιαστών και έντονο το στοιχείο της πολιτικής κριτικής.
Το πρώτο αμιγώς ελληνικό περιοδικό κόμικς ήταν οι “Κωμωδίες του Αριστοφάνη” (βασισμένο στις 11 σωζόμενες κωμωδίες του αρχαίου σατυρικού συγγραφέα). Πολλά από τα τεύχη μεταφράστηκαν στα Αγγλικά, στα Γαλλικά και στα Γερμανικά, η δε μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό οφειλόταν στο ότι, χωρίς να ξεφεύγει από το αρχικό κείμενο, κατάφερνε να καυτηριάζει τα κακώς κείμενα της σύγχρονης πολιτικής κατάστασης.
Στη συνέχεια, επιτυχία γνώρισε και ο Αρκάς, του οποίου οι ιστορίες χαρακτηρίζονται από ένα ιδιόρρυθμο, ανατρεπτικό και γλυκόπικρο χιούμορ.
Ψυχολόγε, γιατί γουστάρω κόμικς;
Γιατί… “έτσι!”. Όμως, αν θέλουμε να είμαστε πιο συγκεκριμένοι και ενδεχομένως ευγενικοί, σύμφωνα με την ψυχολόγο κα Αθανασία Σκαρβελάκη, τα κόμικς ασκούν ιδιαίτερη γοητεία κατ’ αρχήν στα παιδιά, διότι αποτελούν μια μορφή αφήγησης με φανταχτερές και πολύχρωμες εικόνες, που με τη σειρά τους προσδίδουν στις ιστορίες ζωντάνια, παραστατικότητα και αμεσότητα.
Επιπλέον, οι ήρωες των κόμικς έχουν υπερφυσικές ικανότητες, οπότε το παιδί μπορεί να ταυτιστεί μαζί τους, προκειμένου να ακολουθήσει τη φυσική του τάση προς την περιπέτεια, ακονίζοντας τη φαντασία του. Το γεγονός ότι τα κείμενα δεν παρουσιάζουν δυσκολία στην ανάγνωση, το σενάριο και η υπόθεση είναι εύκολα αντιληπτά και προσφέρουν ευχάριστες εμπειρίες, ουσιαστικά καθιστά τα κόμικς ακαταμάχητα για το κάθε παιδί.
Από την άλλη, οι ενήλικοι που δεν έχουν “ξεχάσει” ή “εγκαταλείψει” αυτό το δημιουργικό κομμάτι της παιδικότητάς τους, συνεχίζουν να διαβάζουν κόμικς, απολαμβάνοντας την αμεσότητα της επικοινωνίας μεταξύ των ίδιων και των εκάστοτε ιστοριών. Επίσης, εκτιμούν την αισθητική του σκίτσου και, ανάλογα με το είδος των κόμικς που επιλέγουν, διασκεδάζουν, ονειρεύονται, προβληματίζονται, μαθαίνουν καινούργια πράγματα, ψυχαγωγούνται, βιώνουν σασπένς ή χαλαρώνουν. Είναι σαν να παρακολουθούν μια ταινία σε έντυπη μορφή ή σαν να διαβάζουν ένα εικονογραφημένο βιβλίο, με έναν τρόπο που “διασκεδάζει” το μάτι και “ζωντανεύει” το μυαλό.
Ένας εραστής των κόμικς προτείνει
“Ως παιδί μαγνητίστηκα από τα κόμικς λόγω των εικόνων, που τις εξέλαβα ως μια μετεξέλιξη της ζωγραφικής. Πλέον, όμως, γοητεύομαι και από τη δυνατότητά τους να αφηγηθούν μια ιστορία με πολλούς διαφορετικούς και πρωτότυπους τρόπους”.
Ο Ραζμίκ (αρμένικης καταγωγής) είναι 33 χρόνων, πολιτικός μηχανικός, και η επαφή του με τα κόμικς ξεκίνησε στην προσχολική ηλικία, όταν του τα διάβαζαν οι γονείς του. Κάπως έτσι γνώρισε αρχικά τον Αστερίξ και την παρέα του, τον Λούκυ Λουκ και τον Τεν-Τεν.
“Στην πορεία ανακάλυψα ένα συναρπαστικό κόσμο, που άλλοτε είναι πολύχρωμος, άλλοτε ασπρόμαυρος, που μπορεί να σε ταξιδεύει σε όλη τη Γη, αλλά και πέρα από αυτήν, παρέα με αληθινούς ήρωες, καλλίγραμμες υπάρξεις και φανταστικά πλάσματα”.
Από τα αμερικανικά κόμικς, αγαπημένα του είναι τα ‘The Sandman’ για τον ονειρόκοσμό του, ‘The Preacher’, γιατί δεν αφήνει ούτε ιερό ούτε όσιο στις σελίδες του, το ‘Transmetropolitan’ για το αναρχικό του χιούμορ, το ‘From Hell’ και το ‘V for Vendetta’ για την αφηγηματική τους αρτιότητα.
“Από τα ευρωπαϊκά, θα ξεχώριζα τα ‘Blacksad’ για την εικονογράφησή του, το ‘Ινκαλ’ και τους ‘Μεταβαρόνους’ λόγω της οπερατικών διαστάσεων ψυχεδέλειας, τον ‘Κόρτο Μαλτέζε’, διότι είναι η ποίηση στα κόμικς και, φυσικά, τον ‘Αστερίξ’ για το ευφυές λεπτοδουλεμένο χιούμορ του”.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε και τα manga. Προτεινόμενα το ‘Akira’, διότι θίγει διαχρονικά ζητήματα φιλίας, ηθικής, πολιτικής, διαφθοράς και εξουσίας με sci fi περιτύλιγμα, το ‘Blame!’ για την εμπειρία μιας αργής κατάδυσης σε έναν βουβό εφιάλτη γεμάτο αρχιτεκτονικά ανοσιουργήματα και, τέλος, το ‘Nausicaä of the valley of the wind’ και το ‘Fullmetal Alchemist’, γιατί μας εισάγουν σε αυτοτελείς φανταστικούς κόσμους και αφηγούνται ιστορίες επικού χαρακτήρα.