Ξεκινώ από το εξής: καπνίζω – δεν καπνίζω, το ντουμάνι μ’ ενοχλεί. Και η εμπειρία τού να το βιώνεις σε δημόσιους χώρους, χωρίς να θες, είναι τραυματική. Γι’ αυτό, όταν υπέπεσε στην αντίληψή μου το Akapnos.gr, ενθουσιάστηκα.
Σε συνδυασμό, δε, με τις κινήσεις για άμεση εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου μετά τις πρόσφατες εκλογές, το θέμα των άκαπνων καταστημάτων αποδεικνύεται πιο επίκαιρο από ποτέ.
Μια ομάδα εθελοντών που συλλέγει όλα τα άκαπνα μαγαζιά στην Ελλάδα, παλεύοντας για το αυτονόητο: την εφαρμογή ενός νόμου που παρέμενε επί δέκα χρόνια ανεφάρμοστος. Εμπνευστής της πρωτοβουλίας, ο Γιώργος Μπαλαφούτης.
Ψάχνοντας γι’ αυτόν στο Διαδίκτυο, εντυπωσιάστηκα με το βιογραφικό του: κάτοχος MBA από το πανεπιστήμιο του Σικάγο, μεταπτυχιακού διπλώματος στην επιστήμη των υπολογιστών, αλλά και στα μαθηματικά, και ειδικός στον σχεδιασμό συστημάτων κυβερνοασφαλείας. Όταν βέβαια τον συνάντησα, σε ένα άκαπνο μαγαζί, ένα από τα πολλά στη λίστα του Akapnos.gr, εντυπωσιάστηκα περισσότερο από την ευγένεια, αλλά και τη θέλησή του να προσφέρει κάτι χρήσιμο μέσω της εθελοντικής αυτής δράσης.
Την ίδια ευγένεια και θέληση για προσφορά διέκρινα και στην Αγγελική Πανέρη, που ήρθε μαζί του. Η Αγγελική είναι μία από τους 12 εθελοντές που έχει αυτή τη στιγμή η πλατφόρμα. Σπουδάζει διοίκηση επιχειρήσεων και λειτουργιών, και κάνει την πρακτική της εκεί. Όπως μου είπε, το Akapnos της κέρδισε αμέσως το ενδιαφέρον – όπως και το δικό μας.
Μέσα σε ούτε δυο χρόνια από την ίδρυσή της, η πλατφόρμα έχει καταφέρει να προσελκύσει την προσοχή του κοινού. Όλοι μιλάνε γι’ αυτούς, ενώ προστίθενται όλο και περισσότερα μαγαζιά στη λίστα: “Ξεκινήσαμε με 132 καταστήματα, έχουμε φτάσει στα 445”, λέει ο Γιώργος. Τον ρωτάω αν το περίμενε, ότι θα μεγαλώσει τόσο η πρωτοβουλία του: “Αισθάνομαι ότι η προσπάθεια είναι πολύ μικρή ακόμα. Το να έχεις 40.000 φίλους στο fb και κάποιες ακόμα χιλιάδες που έχουν κατεβάσει την εφαρμογή (έχουν και app) είναι σημαντικό, αλλά δεν έχει λύσει το θέμα του σεβασμού προς τον συνάνθρωπο”.
Φυσικά, δεν μπορώ να μην τον ρωτήσω πώς του προέκυψε η ιδέα: “Επιστρέφοντας από το εξωτερικό στην Ελλάδα, παραξενεύτηκα από το γεγονός ότι θεωρείτο φυσιολογικό μέχρι και παιδάκια δίπλα σου να υποφέρουν απ’ την κάπνα, και κανένας να μη λέει τίποτα. Αυτή τη σιωπή, το ότι νιώθουμε ενοχές να μιλήσουμε για το σωστό, το σκεφτόμουν για καιρό, και το σκέφτομαι ακόμα. Στόχος του Akapnos είναι να απενοχοποιηθούμε ως προς αυτό. Και να θεωρήσουμε φυσιολογικό το ότι υπάρχει το άκαπνο κατάστημα, το ότι η δημόσια υγεία είναι προτεραιότητα”. Διευκρινίζει, βέβαια, ότι δεν λειτουργούν με βάση τα δικά τους “πιστεύω”, αλλά με βάση αυτό που λέει ο νόμος ακριβώς για το τι εστί άκαπνο κατάστημα.
Μια πρωτοβουλία σαν κι αυτή, έχει βοηθήσει τον Έλληνα επιχειρηματία στο να πάρει την απόφαση να εφαρμόσει στο κατάστημά του τον αντι-καπνιστικό νόμο: Το κάνουν – δεν το κάνουν οι ανταγωνιστές; Την απάντηση που πήρα από την Αγγελική, ομολογώ δεν την περίμενα:
“Το κατάστημα που είναι άκαπνο προσελκύει κόσμο από χιλιόμετρα μακριά. Για παράδειγμα, μας έλεγαν οι ιδιοκτήτες ενός καφέ ότι άνοιξαν και δεύτερο κατάστημα σε άλλη περιοχή, επειδή αυξήθηκε η πελατεία τους όταν εφάρμοσαν τον νόμο και μπήκαν στη λίστα του Akapnos”. Με αυτό το δεδομένο, λοιπόν, και παρά τον αθέμιτο ανταγωνισμό, το να είσαι άκαπνος μπορεί να ιδωθεί και ως επιχειρηματική ευκαιρία.
Αναρωτιέμαι αν είχαν καταφέρει να “τουμπάρουν” καμιά ταβέρνα. Υποψιάζομαι ότι είναι από τα πιο δύσκολα μαγαζιά στο να υποκύψουν στην εφαρμογή του νόμου. Η απάντηση του Γιώργου επιβεβαιώνει την υποψία μου: “Έχουμε ταβέρνες, αλλά όχι πολλές. Γενικά, ένα μαγαζί που έχει π.χ. κρασί και ψάρι είναι πολύ πιο πιθανό να σέβεται το θέμα του καπνίσματος, γιατί προσέχουν το προϊόν τους πολύ”.
Πισωγυρίσματα υπάρχουν, άραγε; Καταστήματα που μπήκαν στη λίστα και μετά βγήκαν; Και πώς ελέγχεται αυτό; “Υπάρχουν καταστήματα που κλείνουν, αλλά και καταστήματα που αλλάζουν ιδιοκτησία και μπορεί ν’ αλλάξουν και φιλοσοφία”, μου απαντά. Ως προς τον έλεγχο… υπάρχει ένα δίκτυο διαδικτυακών φίλων που στέλνει σχόλια μέσω fb, αλλά και άνθρωποι που αναφέρουν οποιοδήποτε πρόβλημα μέσα από την εφαρμογή τους.
Δέχονται, βέβαια, και επικριτικά σχόλια: “… είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία από ανθρώπους που δεν έχουν καταλάβει τι κάνουμε. Και λένε “εσύ θα μου πεις εμένα να μην καπνίζω;”. Η δική μας φιλοσοφία, όμως, όπως έχουμε τονίσει από την πρώτη μέρα, είναι το μη καπνιστικό, όχι το αντι-καπνιστικό. Δεν λέμε “μην καπνίζετε” σε κανέναν. Λέμε “κάνε ό,τι θέλεις, αρκεί να σέβεσαι και τον άλλο””.
Όσα κι αν είναι πάντως τα επικριτικά σχόλια, η υποστήριξη που δέχονται είναι μεγαλύτερη. Και το μεγαλύτερο κατόρθωμά τους είναι ότι έχουν καταφέρει να βγάλουν το ζήτημα για τον αντι-καπνιστικό νόμο από τη στρυφνή ατμόσφαιρα, μέσα στην οποία συζητάμε την εφαρμογή του. Αντιμετωπίζουν το θέμα με μια παιχνιδιάρικη διάθεση και μας τη μεταδίδουν, μέσα από τις δράσεις τους. Όπως η “μονόπολη της άκαπνης πόλης”, ένα γραφικό που δείχνει βήμα-βήμα τους στόχους τους. Εύστοχο και χαριτωμένο.
Στο άλλο που στέκεται ο Γιώργος είναι η θετική διάθεση που πρέπει να έχουμε όταν βρισκόμαστε σε ένα χώρο με καπνιστές: “Το ότι δεν καπνίζεις δεν σημαίνει ότι πρέπει να είσαι και επιθετικός. Αν πεις στον δίπλα “μ’ ενοχλεί το τσιγάρο, μπορείτε να το βάλετε απ’ την άλλη μεριά;”, κάνει τη διαφορά και βοηθά να μένει η διάθεση θετική. Η επιθετικότητα δημιουργεί κόντρα”. Αλλά στέκεται και στη θετική μας στάση απέναντι στο άκαπνο κατάστημα: “Μη διστάσεις να επιβραβεύσεις, να πεις σας ευχαριστούμε που είστε άκαπνοι, συνεχίστε έτσι”.
Το αξιοθαύμαστο στην πλατφόρμα είναι ότι λειτουργεί σαν μια μικρή επιχείρηση. Όλοι δουλεύουν με αρμοδιότητες και απόλυτα οργανωμένα. Η Αγγελική μού λέει ότι ο ρόλος της τώρα είναι να συλλέγει την πορεία της ομάδας και να παρουσιάζει τα αποτελέσματα. Μου εξηγεί, επίσης, πώς εντάσσεται κάποιο μαγαζί στη λίστα. Ο ιδιοκτήτης, είτε κάποιος πελάτης, συμπληρώνουν μια φόρμα στο site. Μετά, η ομάδα συλλέγει τις προτάσεις και κάνει τη διερεύνηση. Χρησιμοποιώντας κάποιες πηγές, όπως τα σόσιαλ μίντια κ.λπ., εξακριβώνεται αν το κατάστημα είναι άκαπνο και το προσθέτουν στη λίστα.
“Έχει αλλάξει καθόλου η νοοτροπία;”, ρωτάω την υπεύθυνη του καταστήματος στο οποίο καθόμαστε. Η ίδια λέει ότι το δικό τους μαγαζί ήταν ανέκαθεν άκαπνο, και τα πρώτα χρόνια πέρασε διά πυρός και σιδήρου επειδή εφάρμοζε τον νόμο. Δεν κάθονταν οι πελάτες, έφταναν μέχρι και σε απειλές. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχει αλλάξει αυτή η φιλοσοφία. Έχει γίνει αντιληπτό ότι πρέπει να υπάρχει σεβασμός, έχει αρχίσει το θέμα να αξιολογείται σωστά.
“Οι επόμενοι στόχοι σας ποιοί είναι;”, ρωτάω τον Γιώργο. “Το επόμενο μεγάλο μας στοίχημα είναι να πάμε σε πολιτικά πρόσωπα και να ρωτήσουμε τι κάνουν για την προστασία των άκαπνων καταστημάτων – και από άποψη επιχειρηματικότητας, και από άποψη επιβράβευσης επειδή ακολουθούν τον νόμο. Και θα υπάρχει color coding: αυτοί που απαντούν και που στηρίζουν στην πράξη με δράση, αυτοί που δεν δίνουν ολοκληρωμένη απάντηση, κι αυτοί που δεν απαντούν και μένουν άπραγοι”.
Και κάπου εδώ καταλαβαίνεις ότι το Akapnos.gr ήρθε για να μείνει.
…τι ανακούφιση. Ευτυχώς!
*Ευχαριστούμε το “Zuccherino” Νέας Σμύρνης που φιλοξένησε τη συνέντευξη.