Από τη µία αναφωνείς «επιτέλους καλοκαίρι!» και, από την άλλη, σκέφτεσαι τις εκκρεµότητες στη δουλειά, τα οικονοµικά σου, την ακρίβεια, τους καύσωνες, τις φωτιές, την άτιµη την κοινωνία που άλλους τους ανεβάζει, άλλους τους κατεβάζει, και δεν αναφωνείς πια. Βαριαναστενάζεις…
Στο καπάκι σού έρχεται στη σκέψη η φράση «Αχ… ΠΑΣΟΚ, ωραία χρόνια», και σε πιάνει κι άλλο το παράπονο. Τότε είχαµε χρήµα, είχαµε µέρες πολλές για διακοπές, είχαµε κέφι, µπρίο, Χιώτης µάµπο.
Και τώρα τι έχουµε; Νεύρα, υποχρεώσεις, απλήρωτους λογαριασµούς, παρέες σκορποχώρι…
Και θα µου πείτε τώρα κι εσείς: «Κάτσε, ρε φίλε, τι σχέση έχει το ΠΑΣΟΚ και το χρήµα µε τις παρέες; Οι πραγµατικές φιλίες είναι παντός καιρού». Και δεν θα διαφωνήσω µαζί σας, πρώτον, επειδή βαριέµαι και ζεσταίνοµαι και, δεύτερον, επειδή έχετε κι εσείς τα δίκια σας.
Οι παρέες οι ουσιαστικές, οι σωστές, οι πρόστυχες δεν επηρεάζονται από ακραία εποχιακά φαινόµενα. Αντιθέτως. Ωστόσο, οι ρυθµοί άλλαξαν, ο καθένας τρέχει να προλάβει τους δικούς του χρόνους, τα δικά του άγχη, και προσπαθεί να κουµαντάρει όσο µπορεί τα δικά του µπάτζετ.
Ο ένας έχει παιδιά που θέλουν να πάνε εκεί, ο άλλος εξοχικό για να αράξει και να του βγει πιο οικονοµικά, ο παράλλος καµία διάθεση για διακοπές, η παραδίπλα δεν έχει τις ίδιες µέρες άδεια µε τους υπόλοιπους, και πάει λέγοντας.
Στις πιο ξέγνοιαστες εποχές, όλοι ήµασταν πάνω-κάτω στην ίδια φάση, µε τα ίδια µπάτζετ, την ίδια διάθεση, τις ίδιες προτεραιότητες. Τώρα τίποτα δεν είναι ίδιο, και η παραπάνω εικόνα ταιριάζει, πλέον, µόνο σε παρέες φοιτητών και συνταξιούχων που πάνε οργανωµένα τις εκδροµούλες τους.
Και είναι αυτός λόγος να βαριαναστενάζουµε και να κλαίµε την άδικη τη µοίρα µας; Ας πάµε λιγότερες µέρες διακοπές, ας πάµε σε ξεχωριστά µέρη. Δεν θα χαθούµε, από Σεπτέµβρη (και πιο νωρίς) µαζί θα είµαστε πάλι. Σε ένα µπαλκόνι, σε ένα κινηµατογράφο, σε µια µάζωξη κάπου εντός κι εκτός, για να πούµε αυτά που χάσαµε και να γκρινιάξουµε γι’ αυτά που έρχονται µε την επιστροφή στην καθηµερινότητα.
Είναι αυτό αρκετό; Τίποτα και ποτέ δεν θα είναι αρκετό. Πάντα κάτι θα µας λείπει απ’ τα παλιά και, εγγυηµένα, κάτι θα θυµόµαστε µε νοσταλγία από το «τώρα», κάποια χρόνια µετά. Και δεν έχει να κάνει µε το «κάθε πέρσι και καλύτερα». Σχετίζεται, κυρίως, µε την αδυναµία µας να µπορέσουµε να χαρούµε και να εκτιµήσουµε το «τώρα». Έστω κάποιες στιγµές. Μας παρασέρνουν το άγχος και οι γρήγοροι ρυθµοί, και χάνουµε τις στιγµές.
Και θα µου πείτε τώρα κι εσείς: «Κάτσε, ρε life coach απ’ τα Lidl. Πόσες αρλούµπες και θεωρίες θα µας αραδιάσεις ακόµη;». Και δεν θα διαφωνήσω µαζί σας, πρώτον επειδή βαριέµαι και ζεσταίνοµαι και, δεύτερον, επειδή έχετε κι εσείς τα δίκια σας.
Θα το σταµατήσω κάπου εδώ τότε, και θα κλείσω µε µία ευχή. Και µαζί και µόνοι, µε λίγα ή µε πολλά, να περάσουµε όσο καλύτερα µπορούµε. Το χρωστάµε στους εαυτούς µας και στους φίλους που θα περιµένουν να ακούσουν ωραίες ιστορίες από τις διακοπές µας.
Αµήν.