Ο Μάνος Αντωνιάδης και ο Δημήτρης Καρατζιάς είναι το μυαλό και η ψυχή πίσω από τον Πολυχώρο VAULT, ένα σημείο συνάντησης καλλιτεχνών και κοινού, το οποίο στέγασε παραστάσεις και φεστιβάλ που, με την καλλιτεχνική αρτιότητα και τα δυνατά κοινωνικά τους μηνύματα, άφησαν το στίγμα τους στο αθηναϊκό θεατρικό στερέωμα. Μετά από δώδεκα χρόνια λειτουργίας του VAULT, ο Μάνος και ο Δημήτρης αποφάσισαν κάνουν το επόμενο μεγάλο βήμα: Με τη μετάβαση στο «Εν Αθήναις», στο Γκάζι, στέλνουν ένα μήνυμα καλλιτεχνικής και επιχειρηματικής ωρίμανσης, το οποίο υπόσχεται στο κοινό πολλές ακόμα θεατρικές συγκινήσεις. Ο Μάνος Αντωνιάδης κάνει στο “Plan Be” τον απολογισμό του και μοιράζεται μαζί μας το όραμα και τον ενθουσιασμό του για όσα συναρπαστικά υπόσχεται η σεζόν που έρχεται.
Πρόσφατα διοργανώσατε ένα πάρτι για το κλείσιμο του Πολυχώρου VAULT, του οποίου είχατε τη διαχείριση μαζί με τον Δημήτρη Καρατζιά, και τη μετάβασή σας σε ένα νέο χώρο. Τι θα έλεγες ότι σηματοδοτεί για εσάς αυτό το πάρτι;
Η λέξη-κλειδί εδώ είναι η «μετάβαση». Γενικώς, εμείς συνηθίζαμε κάθε χρόνο να κλείνουμε τη σεζόν με ένα τέτοιο αποχαιρετιστήριο πάρτι, με τους συνεργάτες μας και τους φίλους θεατές. Φέτος, όμως, υπάρχει και ένας επιπλέον λόγος: Κλείνουμε τον χώρο στη Μελενίκου 26 διά παντός. Κι ενώ ακούγεται λίγο στενάχωρο αυτό, στην πραγματικότητα το κάνουμε με μεγάλη χαρά, γιατί αυτή είναι μια περίοδος κατά την οποία βάζουμε σ’ εφαρμογή νέα σχέδια.
Ο Πολυχώρος VAULT, ουσιαστικά, κλείνει για πρακτικούς λόγους. Τελείωσε η μίσθωση του χώρου, άρα είχαμε δύο επιλογές: είτε να την ανανεώσουμε, είτε να πάμε σε κάτι καινούργιο. Η αλήθεια είναι ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει πάρα πολύ από τότε που πρωτο-ανοίξαμε το VAULT. Το ότι είναι τόσο μικρό, είναι πλέον περιοριστικό για μας και δυσκολότερο στη διαχείρισή του. Ήταν πλέον καιρός να προχωρήσουμε σε ένα επόμενο βήμα.
Ο Πολυχώρος VAULT είχε ανοίξει το 2012, σε μια περίοδο πολύ ιδιαίτερη για τη χώρα οικονομικά, με μεγάλη δυσκολία στη ρευστότητα. Πλέον έχουμε 2024, με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα να είναι πολύ διαφορετική. Ποιες διαφορές βλέπεις εσύ στην πράξη, από επιχειρηματική σκοπιά, μεταξύ του πρώτου εκείνου εγχειρήματος και αυτού, του καινούργιου;
Τότε τα πράγματα ήταν πολύ δυσοίωνα. Όλοι μας έλεγαν ότι ήταν η χειρότερη περίοδος για να κάνεις ένα άνοιγμα οποιασδήποτε μορφής. Εμείς, όμως, ήμασταν στη φάση που ή θα έπρεπε να κάνουμε το άνοιγμα αυτό, ή να σκορπίσουμε ως ομάδα και να διοχετεύσουμε τη δουλειά μας σε έναν άλλο φορέα. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να το κάνουμε και είπαμε «Ό,τι γίνει!».
Η αλήθεια είναι ότι, όταν έχεις άγνοια κινδύνου, αποφασίζεις να ρισκάρεις πολύ πιο εύκολα. Κι εμείς είχαμε τεράστια άγνοια κινδύνου… (γέλια) Τα προβλήματα που ήρθαν στην πορεία ήταν πάρα πολλά. Όμως τώρα, κοιτάζοντας πίσω, λέω πως ό,τι έγινε ήταν για καλό – και όμορφα περάσαμε, και δημιουργήσαμε για εμάς σημαντικά πράγματα, και γνωρίσαμε σημαντικούς συνεργάτες και, γενικώς, εκείνο το εγχείρημα λειτούργησε ως η αρχή γι’ αυτό που έρχεται τώρα.
Σήμερα, ενώ φαίνεται ότι διανύουμε μια περίοδο στην οποία έχει ανοίξει η αγορά και κινείται το χρήμα, εγώ αισθάνομαι ότι είναι όλα πιο δύσκολα. Στην πραγματικότητα, ο κόσμος δεν έχει περισσότερα λεφτά σε σχέση με παλαιότερα, τα πάντα είναι πανάκριβα και, παρόλο που υπάρχει μεγαλύτερη κινητικότητα στην αγορά, δυσκολότερα δημιουργούνται ευκαιρίες. Θεωρώ ότι κάποιος που ξεκινά τώρα απ’ το μηδέν, θα δυσκολευτεί πολύ περισσότερο από ό,τι εμείς το 2012.
Ο Πολυχώρος VAULT ήταν ένας χώρος με ιδιαίτερη φιλοσοφία – παρουσίαζε πολλά και διαφορετικά έργα, έδινε χώρο και σε μικρότερες ομάδες… Θα συνεχίσετε και στο «Εν Αθήναις» με το ίδιο σκεπτικό;
Με την εταιρεία παραγωγής VAULT Theatre Plus θα συνεχίσουμε και στο «Εν Αθήναις» να παρουσιάζουμε παραστάσεις που θα έχουν την ίδια θεματική, δηλαδή αληθινές ιστορίες, κοινωνικά θέματα, παρουσιασμένα με ρεαλισμό. Από εκεί και πέρα, επειδή ο χώρος είναι διαφορετικός, θα λειτουργεί με μια άλλη φιλοσοφία.
Είναι στα άμεσα σχέδια να βρεθεί επιπρόσθετα και μια μεγαλύτερη εγκατάσταση, ώστε να λειτουργήσει ως πολυχώρος όπου θα μπορούν να γίνονται παράλληλες δράσεις, όπως συνέβαινε και στο κτήριο της Μελενίκου. Υπάρχουν πλέον αρκετά τμήματα εργαστηρίων υπό τη σκέπη του VAULT, αλλά και αρκετά project που τρέχουν παράλληλα – φεστιβάλ, παρουσιάσεις Τέχνης κ.λπ. Όλα αυτά απαιτούν ένα μεγαλύτερο χώρο πολλαπλών χρήσεων.
Ως χώρος φιλοξενούσατε και μικρότερες θεατρικές ομάδες, οι οποίες έβρισκαν σε εσάς ένα μέρος για να παρουσιάσουν τα έργα τους. Βλέπεις να υπάρχει σήμερα η ίδια ανάγκη για καλλιτεχνική έκφραση των ομάδων αυτών; Θα εξακολουθήσετε και στο «Εν Αθήναις» να τους δίνετε βήμα;
Αυτό ήταν εξαρχής κι ένα μέρος της φιλοσοφίας μας για τη δημιουργία του VAULT: από τους νεότερους καλλιτέχνες, οι οποίοι δεν έχουν ακόμα τα μέσα να κάνουν τις δικές τους παραγωγές, βγαίνουν συνήθως και οι φρέσκες ιδέες, το πιο πρωτόλειο υλικό που, στη συνέχεια, εξελίσσεται και δημιουργεί τις νέες τάσεις. Αυτές οι ομάδες έχουν πάντα ανάγκη από στήριξη – ακόμα κι αν η στήριξη δεν είναι οικονομική, αλλά σε επίπεδο παραχώρησης χώρου για να φιλοξενηθεί η δουλειά τους.
Αυτή η ανάγκη δεν έχει μειωθεί – ίσα ίσα, αυξάνεται. Έτσι κι αλλιώς, η Αθήνα αποτελεί ένα πυρήνα θεάτρου, στον οποίο υπάρχουν πολλές μικρές καλλιτεχνικές ομάδες. Όσο περισσότεροι καλλιτεχνο-χώροι υπάρχουν, τόσο περισσότεροι νέοι καλλιτέχνες θα βρίσκουν ένα «καταφύγιο» για να εκφραστούν. Ελπίζω να μπορέσουμε κι εμείς να βοηθήσουμε σ’ αυτό το κομμάτι.
Μεταφέρεστε, λοιπόν, σε έναν καινούργιο για εσάς χώρο, το γνωστό «Εν Αθήναις» στην Ιάκχου 19, στο Γκάζι, το οποίο έχει μια εντελώς διαφορετική διαρρύθμιση σε σχέση με το VAULT. Δεδομένου ότι δεν έχει βρεθεί ακόμα ο επιπλέον μεγάλος χώρος για τις υπόλοιπες δραστηριότητές σας, πώς θα λειτουργήσει το συγκεκριμένο θέατρο;
Το «Εν Αθήναις» είναι ένας χώρος πάρα πολύ όμορφος, πολύ περιποιημένος, ο οποίος έχοντας το ξύλο και την πέτρα ως βασικά του χαρακτηριστικά, δίνει μια εντελώς διαφορετική αίσθηση από εκείνη του black box που υπήρχε στο VAULT. Άρα, ευνοεί και άλλου τύπου παραστάσεις.
Πρόκειται για ένα χώρο πολύ εύκολα προσβάσιμο, βρίσκεται σε κεντρικό σημείο, δίπλα από το μετρό του Κεραμεικού. Επιπλέον, ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι και το ότι είναι ισόγειο και έχει όλες τις προβλέψεις ώστε να είναι πλήρως προσβάσιμο για τα άτομα με κινητικές δυσκολίες – σε αντίθεση με το VAULT που, ως χώρος, ήταν πιο «δύσκολος». Ουσιαστικά, με το «Εν Αθήναις» απευθυνόμαστε πλέον σε μεγαλύτερο κοινό.
Φέτος κάναμε μια πρώτη «αναγνωριστική» χρονιά, η οποία πήγε πάρα πολύ καλά. Θέλουμε να κρατήσουμε στον συγκεκριμένο χώρο παραστάσεις που θα του ταιριάζουν, οι οποίες σίγουρα δεν θα είναι τόσες πολλές όπως πριν. Δεν θα υπάρχει, δηλαδή, τόσο εναλλασσόμενο ρεπερτόριο, όσο υπήρχε στον Πολυχώρο. Παρόλα αυτά, θα υπάρχει μια ευελιξία, ώστε να εναλλάσσονται κάποιες παραστάσεις μέσα στην εβδομάδα, οι οποίες θα διαρκούν και μεγαλύτερο διάστημα.
Στον Πολυχώρο VAULT είχαν παρουσιαστεί και παραστάσεις, οι οποίες πέρα από την αγάπη του κόσμου, κέρδισαν και πολλά βραβεία. Υπάρχει σκέψη να συνεχίσουν κάποιες από αυτές στο «Εν Αθήναις»;
Κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει η παράσταση «Η μάνα αυτουνού… Έλλη Ζάχου Ταχτσή», η οποία έχει πάει πολύ καλά όλα αυτά τα χρόνια. Πέρα από την παράσταση αυτή, σε πρώτη φάση θα ξεκινήσουμε με ένα εντελώς καινούργιο πρόγραμμα.
Θα κρατήσουμε ως θεματική το φεστιβάλ «Ο γιος μου», με τους μονολόγους από μάνες σημαντικών ανδρών (μέσα στη χρονιά θα παρουσιαστούν 2-3 τέτοιες παραστάσεις), και όλες οι άλλες παραστάσεις θα είναι, κατά βάση, δικές μας παραγωγές.
Γενικώς, το ρεπερτόριο δεν θα αλλάξει ως φιλοσοφία. Και πάλι θα ασχολούμαστε, ως επί το πλείστον, με έργα σύγχρονου ρεπερτορίου και αρκετά ελληνικά έργα. Επιπλέον, θα θίγονται κοινωνικά θέματα, θα συνεχίσουμε να προβάλλουμε τη σημασία της ενδυνάμωσης των μειονοτήτων, της γυναίκας, της διαφορετικότητας – γενικώς όποιας ομάδας χρειάζεται να προστατευθεί από τη βία. Αυτά τα θέματα ήταν, είναι και θα είναι η προτεραιότητά μας.
Κακά τα ψέματα, όταν κάνεις Τέχνη, πρέπει να έχεις κάτι να πεις, να αφήνεις ένα στίγμα. Αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα. Εμείς θέλουμε να πυροδοτούμε συζητήσεις γύρω από αυτά τα φλέγοντα θέματα και, φυσικά, να προβάλλουμε πραγματικές ιστορίες που είτε μας εμπνέουν, είτε είναι παράδειγμα προς αποφυγή.
Και το ευρύτερο «όραμα» ποιο είναι, όταν πια βρεθεί και ο επιπρόσθετος χώρος;
Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα χώρο στον οποίο θα υπάρχει όλη αυτή η ατμόσφαιρα που υπήρχε και στον Πολυχώρο VAULT. Με λίγα λόγια, θεατές, ηθοποιοί, μαθητές και καλλιτέχνες να μπορούν στο τέλος της ημέρας να είναι μια παρέα, να μπορούν να συναναστραφούν ο ένας τον άλλον, να καθίσουν, να πιουν ένα καφέ και να μιλήσουν. Αυτό ήταν ίσως το πιο σημαντικό μας επίτευγμα στο VAULT.
Κακά τα ψέματα, ήταν ένας χώρος με πολλές δυσκολίες και περιορισμούς, όμως αν υπήρχε κάτι ωραίο που τον χαρακτήριζε, ήταν αυτό το δέσιμο που δημιουργούσε μεταξύ των ανθρώπων όλων των ιδιοτήτων. Κάτι αντίστοιχο θα ήθελα να πετύχουμε και τώρα, απλά με μεγαλύτερους χώρους, ώστε και να «βγαίνει» οικονομικά, αλλά και να μπορέσει να εξελιχθεί καλλιτεχνικά.
Στο «Εν Αθήναις» θα υπάρχει καθαρότητα και επαγγελματισμός.
Ακούγοντας όλα αυτά, αναρωτιέμαι: Πόσο εύκολο είναι να είσαι καλλιτέχνης (εσύ π.χ. είσαι μουσικός) με συγκεκριμένο καλλιτεχνικό όραμα και, παράλληλα, να είσαι και επιχειρηματίας; Μπορούν να συνδυαστούν αρμονικά αυτά τα δύο;
Η αλήθεια είναι ότι από οραματισμούς μια χαρά πάμε! Στην επιχειρηματικότητα το παλεύουμε… (γέλια)
Αυτά είναι δύο εντελώς διαφορετικά «ταλέντα». Έχω δει ανθρώπους που έχουν και τα δύο εξίσου δυνατά. Προσωπικά θεωρώ ότι το επιχειρηματικό δεν είναι το δυνατό μου σημείο. (γέλια) Βέβαια, το έχω αναπτύξει με την πάροδο των χρόνων. Όλα μαθαίνονται.
Ομολογώ ότι με ζορίζει ψυχολογικά η όλη διαδικασία των οικονομικών συναλλαγών, αλλά και το να έχω τον ρόλο του «αφεντικού». Πλέον, όμως, έχω καταλήξει σε ένα συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο θέλω να γίνονται τα πράγματα, γι’ αυτό και έχω γίνει πιο απαιτητικός. Ξέρω, βέβαια, ότι δεν πρόκειται να συμφωνήσουν όλοι μαζί μου ως διά μαγείας. Θα ήταν ωραίο να γίνονται τα πράγματα χωρίς να χρειαστεί να το ζητήσω ή να το απαιτήσω – κι αυτό είναι κάτι που επίσης με ζορίζει.
Τώρα που έχεις πια την εμπειρία, τι θα φρόντιζες να αλλάξεις σε σχέση με όσα έκανες όταν ξεκινούσε το VAULT;
Αυτή τη φορά θα ξεκινήσω σίγουρα πολύ πιο οργανωμένα, κάνοντας τα πράγματα πιο ξεκάθαρα προς όλους. Διότι στην προσπάθεια να μη φέρεσαι ως «αφεντικό», δημιουργούνται κενά, με αποτέλεσμα η δουλειά να μη γίνεται σωστά και, τελικά, να επιβαρύνονται όλοι.
Δεν θέλω καθόλου να χαθεί το φιλικό κλίμα, ούτε η χαλαρή διάθεση που υπάρχει, αλλά δεν θα πρέπει και να αφήνονται πράγματα να εννοούνται. Βρέθηκα πολλές φορές αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο παρεξηγήσεων – ευτυχώς, όμως, σπάνια προέκυψαν. Βλέπω πλέον τον κίνδυνο πολύ καθαρά και δεν θέλω καθόλου να διακινδυνεύσω ούτε σχέσεις, ούτε συνεργασίες, ούτε και να αφήνω ανθρώπους παραπονεμένους ή με την αίσθηση ότι κάπου έχουν αδικηθεί. Αλλά ούτε κι εγώ να νιώθω αδικημένος.
Αυτή τη φορά, λοιπόν, οι όροι πρέπει να τεθούν ξεκάθαρα εξαρχής. Θα προσπαθήσω, όσο μπορώ, σε κάποια θέματα να είμαι περισσότερο επιχειρηματίας και λιγότερο… καλλιτέχνης.
Επίσης, θα προσπαθήσω να μην αναλάβω πολλά και μικρά – μικρά πράγματα. Διότι, τελικά, έχω χάσει πολύ χρόνο και πολλή ενέργεια σε λιγότερο σημαντικές λεπτομέρειες, με αποτέλεσμα να μείνουν πίσω πράγματα μεγάλα και πιο σημαντικά.
Αν έπρεπε, λοιπόν, να μου περιγράψεις αυτό το νέο project που ξεκινάει, τι θα μου έλεγες; Τι είναι για σένα το «Εν Αθήναις»;
Είναι ένας χώρος καθαρός, με όλη τη σημασία της λέξης. Ένας χώρος άνετος, όπου κάποιος θα μπορεί να παρακολουθήσει ωραίες δουλειές, καλοδουλεμένες. Ένας χώρος όπου θα έχεις πάντα μια ευγενική αντιμετώπιση, θα παίρνεις ένα ξεκάθαρο μήνυμα από τις παραστάσεις, και θα ξέρεις πάντα τι είναι αυτό που έρχεσαι να δεις. Στο «Εν Αθήναις», λοιπόν, θα υπάρχει καθαρότητα και επαγγελματισμός.
Και το προσωπικό σου πρόγραμμα τι λέει; Τι ετοιμάζεις εσύ, ως Μάνος, το επόμενο διάστημα;
Για μένα το καλλιτεχνικό – μουσικό κομμάτι έχει πάντα προτεραιότητα. Κι επειδή τα τελευταία χρόνια, λόγω των πολλών υποχρεώσεων, δεν προλάβαινα να κάνω όσα ήθελα, τώρα θα φροντίσω να αφιερώσω περισσότερο χρόνο στο κομμάτι της δημιουργίας. Αν και ποτέ, βέβαια, δεν θα έχω τον χρόνο που ιδανικά θα ήθελα…
Υπάρχουν κάποιες προτάσεις για παραστάσεις θεατρικές, αλλά και χορού. Γενικώς, στο μέλλον σχεδιάζω κάποια λίγο μεγαλύτερα projects, θεατρικές παραστάσεις μεν, αλλά με λίγο εντονότερο το μουσικό στοιχείο.
Θα βγει φέτος και μια ταινία που είχα κάνει στο εξωτερικό, το “Sgt. Fruit Fly”, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Tommy King, για την οποία έγραψα τη μουσική. Η ιστορία της διαδραματίζεται στην Ελλάδα, με πρωταγωνιστές ξένους ηθοποιούς, όπως ο Jamie Mayers, η Mara Marini και ο Chad Willet, αλλά και Έλληνες, όπως ο Μάκης Παπαδημητρίου, ο Δημήτρης Αλεξανδρής, η Μπέσσυ Μάλφα κ.ά.
Αυτή την περίοδο, μέσα σε όλα, ετοιμάζω τη μουσική για τη νέα μας κεντρική παράσταση, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζιά, η οποία θα ξεκινήσει από τον Οκτώβριο στο «Εν Αθήναις».
Το «Εν Αθήναις» στο instagram.
Φωτογραφίες: Παναγιώτης Πέστροβας.