Δεν φοβάται να πει τη γνώμη της. Αυτό είναι το πρώτο που καταλαβαίνεις, αν καθίσεις μαζί της έστω για πέντε λεπτά. Αν καθίσεις, όμως, για μια ολόκληρη ώρα, εισπράττεις και τον γοητευτικό συνδυασμό της ηρεμίας της με τον δυναμικό της χαρακτήρα, αλλά και την αστείρευτη ενέργειά της – κι ας κάθεται απλά σε μια πολυθρόνα. Περισσότερο, όμως, η Νένα Μεντή σε κερδίζει όταν μιλάει για το θέατρο και για εκείνες τις μαγικές στιγμές που ζει ένας ηθοποιός όταν βρίσκεται πάνω στη σκηνή. Ποια άλλη, λοιπόν, πιο ταιριαστή, θα μπορούσε να υποδυθεί τη μεγάλη Μαρίκα Κοτοπούλη;
Συνέντευξη στη Μαρία Λυσάνδρου
– “Ηθοποιός δεν γεννιέσαι· γίνεσαι”. Όντως;
Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι με το οποίο γεννιέσαι. Σχεδόν όλα, ακόμα και ο χαρακτήρας σου, διαμορφώνονται στη διαδρομή της ζωής σου. Και ηθοποιός γίνεσαι, και τραγουδιστής γίνεσαι. Και καλός άνθρωπος γίνεσαι, και έξυπνος άνθρωπος γίνεσαι…
Εγώ πιστεύω ότι το γονίδιο έχει πολύ μικρή συμμετοχή. Πιστεύω ότι είναι τόσο καθοριστικό αυτό που ζει ο άνθρωπος, είτε αρνητικό, είτε θετικό, που τελικά αυτό τον διαμορφώνει.
– Δηλαδή όλοι είμαστε εν δυνάμει ηθοποιοί;
Βεβαίως! Απλώς δεν το θέλουν όλοι. Είναι μια ιστορία που προϋποθέτει μεγάλη τόλμη, μεγάλη αγάπη γι’ αυτό που πας να κάνεις. Διαφορετικά, γιατί να γίνεις ηθοποιός; Για να γίνεις πλούσιος; Για να γίνεις διάσημος; Έχει μεγάλη ταλαιπώρια αυτό το επάγγελμα…
– Κι όμως, πόσοι γίνονται ηθοποιοί μόνο και μόνο για να γίνουν διάσημοι…
Αυτό, όμως, είναι τελευταία ιστορία. Δεν είναι “αυτό” ηθοποιός.
Νομίζω ότι η τηλεόραση έκανε τους νέους ανθρώπους να νομίζουν ότι είναι πάρα πολύ σπουδαίο πράγμα το να είσαι διάσημος. Αλλά και πάρα πολύ απλό το να κάνεις τον ηθοποιό. Δεν είναι έτσι, όμως…
– Έχετε στο μυαλό σας έναν ορισμό του ηθοποιού;
Όχι, όχι… Χωρίς να θεωρώ ότι κάνει κάτι πάρα πολύ σπουδαίο, ο ηθοποιός είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Θέλει μια δύναμη ψυχής, αλλά και να έχεις την ανάγκη να εκτεθείς, να “απογυμνωθείς”. Ο ηθοποιός υπάρχει τη στιγμή που είναι πάνω στη σκηνή. Μετά… δεν μένει τίποτα…
– “Κουβαλάτε μαζί σας” ρόλους, καμιά φορά, την περίοδο που τους υποδύεστε;
Α, καλά, ναι… Όχι, όμως, ότι τους μοιάζω· καμία σχέση.
Μα αυτή είναι η χαρά, αυτή είναι η δημιουργικότητα! Ενώ δεν είσαι εσύ αυτός που θα υποδυθείς, προσπαθείς να τον πλησιάσεις!
– Ποιο είναι το σπουδαιότερο πράγμα που σας έχει μάθει αυτό το επάγγελμα;
Η αφοσίωση. Και να το κυνηγάς, να το παλεύεις, να μην εγκαταλείπεις.
– Φαντάζομαι ότι οι αφορμές για να το εγκαταλείψει κανείς είναι πολλές…
Πολλές, πάρα πολλές… Ειδικά άμα έχεις μια στάση ζωής και δεν θέλεις, ρε παιδί μου, να την παραβείς, δεν θέλεις να κάνεις άλλα από εκείνα που έμαθες, από εκείνα που σου κάνουν καλό. Πρέπει να είσαι αφοσιωμένος στο θέατρο και, συγχρόνως, να μην κάνεις πολύ μεγάλες υποχωρήσεις.
– Μου μιλάτε για θέατρο μόνο. Αυτό είναι πάνω απ’ όλα για έναν ηθοποιό;
Ε, το θέατρο είναι η βασική δουλειά… Έχω παίξει και τηλεόραση, και σινεμά. Αλλά το θέατρο είναι μαγικό πράγμα. Γιατί είναι “ζωντανό” – γι’ αυτό, όχι για άλλο λόγο.
– Και εισπράττεις άμεσα και τις αντιδράσεις…
Είναι ο άνθρωπος κάτω, ο αποδέκτης σου, ζωντανός. Και πρέπει να επικοινωνήσεις με αυτόν. Αλλιώς, στην κάμερα δεν σε νοιάζει. Κατ’ αρχήν, το ξανακάνεις! Και μία, και δύο, και τρεις… Αλλά δεν έχεις τον άλλον από κάτω, δεν νιώθεις την ανάσα του.
Είναι ένα μαγικό πράγμα, μαγικό… Εγώ δεν το αλλάζω με τίποτα. Είναι πολύ μεγάλη η συγκίνηση.
– Το αποκλείετε, δηλαδή, να σας δούμε στην τηλεόραση σύντομα;
Όχι, δεν θέλω να ξανακάνω! Μου έχουν πει πολλές φορές… Κατ’ αρχάς, δεν μου αρέσει τίποτα από ό,τι βλέπω, χρόνια τώρα!
– Κι ήθελα να σας ρωτήσω αν έχετε παρακολουθήσει καθόλου καμιά από τις φετινές ελληνικές σειρές. Κι είναι και πολλές…
Δεν θέλω να μιλήσω… Μία που είδα ήταν συμπαθητική. Αλλά γιατί τόσες πολλές σειρές; Εκεί που δεν είχαμε καμία, για λόγους οικονομικούς… Τόσο πολύ θέλουν πια “να τα πουν”; Εγώ μένω άναυδη!
Ξέρετε τι κούραση είναι η τηλεόραση; Ο ηθοποιός φτύνει αίμα! Να συμπληρώνει 10ωρα στη δουλειά και να μην πληρώνεται; Άσε που ο ηθοποιός έχει και θέατρο μετά…
Να πάω να παίξω στην τηλεόραση και να με “φεσώσουν”; Έγκλημα θα κάνω!
Γι’ αυτό λέω: Πώς προέκυψε αυτή η υπερπαραγωγή τώρα ξαφνικά; Πήραν χρήματα; Ανέβηκαν οι διαφημίσεις; Δεν μπορώ να καταλάβω… Και δουλεύει κόσμος, όχι μόνο ηθοποιοί. Τεχνικοί, βοηθοί, σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι. Μακάρι να πληρωθούν…
– Εκ πρώτης όψεως, αυτό είναι καλό.
Φυσικά, φυσικά… Απλώς, χρόνια τώρα, και όχι μόνο αυτά τα 10 χρόνια των μνημονίων, δύσκολα έβλεπες καλό σίριαλ στην τηλεόραση.
Εγώ, ας πούμε, έχω κάνει 12 σίριαλ (βέβαια και κάποια άλλα αποσπασματικά, όπως οι “Θανάσιμες Πεθερές” ή του Κοκκινόπουλου 1-2 επεισόδια). Από τα 12 που έχω κάνει, τα 6 ήταν καλά… Έκανα και του Παπακαλιάτη μετά, που ήταν πολύ καλό…
Δεν θα πω ποια και ποια. Θέλω να πω ότι, στις εποχές των “παχιών αγελάδων”, γινόντουσαν και καλές δουλειές στην τηλεόραση. Αλλά πάντα υπάρχει “φύρα”, πάντα υπάρχει και το κακό…
Έρχονται νέα παιδιά στο καμαρίνι και με ρωτάνε “Να γίνω ηθοποιός;”. Λέω “Αν δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτό, να γίνεις!”. Αλλά να μην μπορείς να ζήσεις! Μόνο τότε!
– Έχει ο ηθοποιός την πολυτέλεια, όμως, να είναι πάντα επιλεκτικός; Ειδικά όταν τίθεται θέμα επιβίωσης;
Οφείλει να την έχει! Συνήθως όμως δεν μπορεί, γιατί περιμένει να πάρει κάποια λεφτά για να ζήσει. Δεν το συζητώ, είναι δύσκολη ιστορία. Ο κλάδος μας είχε πάντα μεγάλη ανεργία, μιλάμε για πάνω από 70%.
– Και πώς εξηγείτε το γεγονός ότι, παρόλα αυτά, υπάρχουν τόσοι πολλοί που επιθυμούν διακαώς να γίνουν ηθοποιοί;
Οι σχολές ευθύνονται… Το κράτος δεν έχει κάνει τίποτα! Το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών δεν έχει κάνει τίποτα! Το λέω χρόνια, αλλά ποιος ακούει… Κι άλλοι το λένε. Όταν υπάρχουν σχολές, οι οποίες “κονομάνε” (γιατί αυτή είναι η ιστορία όλη), και το κράτος τούς δίνει άδεια εργασίας, πώς θα γίνει;
500 νέοι ηθοποιοί βγαίνουν κάθε χρόνο. Και πεινάνε… Ή κάπου παίζουν, χωρίς να πληρώνονται. Ή είναι πολύ δυστυχισμένοι άνθρωποι. Γιατί είναι κι αυτό…
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι με ενδιαφέρον και με ικανότητες, που όμως δεν είναι ούτε σε “αυλές”, ούτε γλείφουν, ούτε έχουν το “μέσον”… και δεν έχουν και τύχη· γιατί είναι και θέμα τύχης, φυσικά. Γκαρσόνια, γκαρσόνια… πολλά γκαρσόνια οι Έλληνες!
– Και έτσι, για να κλείσουμε το κεφάλαιο “τηλεόραση”… Ένα αξιοσημείωτο τηλεοπτικό φαινόμενο φέτος είναι και οι αναβιώσεις παλαιότερων σειρών. Δεν μπορώ, λοιπόν, να μη σας ρωτήσω για τις “Τρεις Χάριτες”…
Τι εννοείς; Αν θα ξαναγίνουν;
– Έχει τεθεί καθόλου τέτοιο θέμα;
Όχι, καθόλου! Ούτε έχει τεθεί, ούτε θα τεθεί, ούτε και υπήρχε περίπτωση!
Οι “Τρεις Χάριτες” έγιναν πριν 30 χρόνια! Γιατί να ξαναγίνουν τώρα; Ας ξαναγίνει ένα καινούργιο – καλό όμως! Ας γίνει ένα “νόστιμο”, με τρεις μεγάλες γυναίκες· μπορεί να είναι και άλλες, όχι εμείς. Αλλά μην το λένε “Τρεις Χάριτες”…
– Κι όμως, δεν θα μπορούσε να δείχνει τη ζωή τους τώρα, σε μεγαλύτερη ηλικία;
Για μένα, όχι. Έκανε τον κύκλο του το σίριαλ, έγιναν ενενήντα τόσα επεισόδια… Άρεσε, έγινε “αποθέωση” και αυτό ήταν. Τελείωσε! Εμένα δεν μου αρέσουν αυτά που επαναλαμβάνονται.
Κάτι “φρέσκο”, ρε παιδιά! Καλά… δεν έχουν τόσοι Έλληνες παραγωγοί, συγγραφείς και σκηνοθέτες, ωραίες ιδέες; Είχαν τότε και δεν έχουν τώρα;
Κι ενώ οι ξένοι κάνουν πολύ καλές σειρές… μαθαίνω από φίλους και δικούς μου που βλέπουν Netflix…
– Εσείς δεν βλέπετε Netflix;
Καθόλου. Εγώ βλέπω πολύ σινεμά. Και στο σπίτι βλέπω πολύ ωραίες ταινίες σε DVD, που δεν παίζονται στο σινεμά. Είμαι πολύ “ψώνιο” με το σινεμά…
Στην τηλεόραση μπορεί να δω κάτι χαζό, ένα τηλεπαιχνίδι μπορεί να δω… Είδα προχθές το “Next Top Model”. Εντάξει, κανένα σχόλιο… Πού πάνε αυτές οι κοπέλες; Νέα κορίτσια, όμορφα κορίτσια… Δεν έχουν δυο δράμια μυαλό; Πάνε να κάνουν τι;
Λοιπόν, άσ’ τη την τηλεόραση!
– Ας πούμε, λοιπόν, κάτι άλλο… Υπάρχει κάποιος ρόλος σας που να σας έχει σημαδέψει;
Κοίτα, η “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”, την οποία θα ξαναπαίξω κάποια στιγμή. Κατ’ αρχάς, μου το ζητάει όλος ο κόσμος…
– Εγώ την έχω δει 2 φορές!
2 δεν λέει τίποτα! 14 φορές έχω άνθρωπο, που πήγαινε και πλήρωνε εισιτήριο! Και αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι με ρωτάνε “Πότε θα το ξαναπαίξεις;”.
– Και κλάμα κάθε φορά, πολύ κλάμα…
Αυτός είναι, λοιπόν, ένας ρόλος που έχει σημαδέψει πολύ τη σχέση μου με τον κόσμο. Κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο…
Αλλά τα τελευταία 12 χρόνια, έχω κάνει και πράγματα που βασικά μου αρέσουν εμένα. “Το τρίτο στεφάνι”, ας πούμε. Ή έναν άλλο μονόλογο που έχω κάνει, με τραγούδια, ο οποίος παίχτηκε σε μουσική σκηνή. “Η Σύλβα και ο Δράκος” λεγόταν.
Αλλά εγώ είμαι κι ένας άνθρωπος που δεν κολλάω πολύ στο παρελθόν· με ενδιαφέρει το παρόν και το μέλλον.
– Ας πούμε για το μέλλον τότε. Ας πούμε για τη “Μαρίκα”.
Η “Μαρίκα” είναι μια πολύ δύσκολη ιστορία, με την έννοια ότι πρόκειται για μια πολύ ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου. Και ηθοποιού, αλλά και ανθρώπου. Ήταν μια πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα στον χώρο – όχι μόνο τον θεατρικό, αλλά και τον κοινωνικό, και τον πολιτικό. Είχε πολύ μεγάλη παρουσία στη ζωή του τόπου.
Γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και πέθανε το 1954. Από τη μέρα που γεννήθηκε, έπαιξε στο θέατρο, σχεδόν βρέφος. Ήταν και οι δύο γονείς της ηθοποιοί και τη βγάλανε να παίξει ένα μωρό. Εγώ αισθάνομαι, πώς να το πω… ότι αυτό είναι ένα ρίσκο.
Από την άλλη, εμένα το κίνητρό μου βασικά είναι ο θαυμασμός και η αγάπη μου για το πρόσωπο, που δεν το έχω δει ποτέ και θα το φανταστώ λίγο, έως πολύ. Δεν θα τη μιμηθώ· δεν είναι καλό να μιμείσαι στο θέατρο. Στο θέατρο αφηγείσαι. Εμένα αυτό με ενδιαφέρει στο θέατρο, το πώς ο ηθοποιός αφηγείται μια άλλη ζωή, χρησιμοποιώντας το δικό του όργανο – το σώμα του, τη φωνή του, το μυαλό του, τα αισθήματά του.
– Τελικά, είναι δυσκολότερο για έναν ηθοποιό το να ενσαρκώνει ένα ρόλο που βασίζεται σε υπαρκτό πρόσωπο ή το να υποδύεται ένα χαρακτήρα φανταστικό, τον οποίο θα πρέπει να δημιουργήσει από το μηδέν;
Είναι πιο “επικίνδυνο” το να υποδύεσαι ένα υπαρκτό πρόσωπο, με την έννοια ότι, όταν παίρνεις μια τόσο μεγάλη προσωπικότητα, σαν τη Μαρίκα Κοτοπούλη, έχεις ένα μεγάλο ρίσκο. Γιατί δεν είναι ένας απλός άνθρωπος (βέβαια, κάθε άνθρωπος έχει την προσωπικότητά του, έτσι;). Υπάρχουν κάποια φωτεινά, κάποια μεγάλα αστέρια. Ε, η Μαρίκα είναι ένα τέτοιο αστέρι του τόπου. Εκτοξεύεται πάρα πολύ ψηλά!
Εγώ δεν έχω τίποτα κοινό με τη Μαρίκα, παρά μόνο το μπόι μου! Όμως αυτό που θα κάνω στη σκηνή επάνω είναι να δείξω τη μεγάλη μου συγκίνηση γι’ αυτόν τον άνθρωπο και την αγάπη της για το θέατρο. Αυτό είναι που με ενδιαφέρει εμένα: αυτή η γυναίκα, που δεν την έχω δει ποτέ (μόνο τη φωνή της έχω ακούσει μια-δυο φορές), λάτρευε το θέατρο. Ήταν “ταγμένη” σ’ αυτό.
– Ποιο είναι για εσάς το πιο γοητευτικό της χαρακτηριστικό;
Ο τρόπος που εκφραζόταν. Που μιλούσε πάρα πολύ τολμηρά, αθυρόστομα, και δεν αυτο-λογοκρινόταν. Ό,τι κατέβαζε το μυαλό της, το έλεγε σε λέξεις.
Ήταν μια πολύ ιδιαίτερη γυναίκα, χωρίς τίποτα το εξωτερικά ωραίο. Ήταν κοντή, άσχημη, πολύ μελαχρινή. Δεν είχε τίποτα γοητευτικό. Αλλά έβγαινε στη σκηνή και ήταν μια θεά – αυτό λένε όλοι όσοι έχουν γράψει γι’ αυτή. Φοβερή ηθοποιός! Έπαιζε όλα τα είδη θεάτρου, δεν είχε κανένα “ρατσισμό” για το θέατρο.
– Αυτό θεωρείτε ότι ενδείκνυται για έναν ηθοποιό; Να παίζει τα πάντα;
Ναι, βέβαια…
– Γιατί υπάρχουν κι εκείνοι που προτιμούν να παίζουν μόνο “σοβαρό” θέατρο…
Για εμένα δεν υπάρχει ούτε σοβαρό, ούτε εμπορικό, ούτε φθηνό, ούτε ακριβό θέατρο. Το θέατρο είναι ένα! Και εγώ το πιστεύω αυτό πάρα πολύ. Και το πίστευα από νέα. Δεν είχα ποτέ όρια του καλού, του κακού… Ήταν το “εμπορικό” και το “ποιοτικό”. Είναι τελείως λάθος όλο αυτό.
Υπάρχουν διαφορές μέσα στο θέατρο, τεράστιες διαφορές: απόψεων, ηθοποιών, σκηνοθετών, αισθητικής… Αλλά δεν τίθεται θέμα ποιοτικού ή εμπορικού. Μπορεί μια εμπορική παράσταση να είναι ό,τι πιο ποιοτικό υπάρχει!
– Η “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”, παραδείγματος χάριν, ήταν μια τέτοια παράσταση.
Ήταν μια λαϊκή παράσταση. Κι όμως, “αγκάλιασε” όλο τον κόσμο – τους διανοούμενους, τους ποιητές, τους συγγραφείς, μέχρι και ανθρώπους που δεν είχαν ξαναδεί ποτέ θέατρο στη ζωή τους.
– Αυτός ήταν ο πρώτος μονόλογος που είχα δει. Ερχόμενη δεν ήξερα τι να περιμένω και, τελικά, μου έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση…
Δεν παιζόντουσαν ακόμα πολλοί μονόλογοι τότε που το έκανα εγώ… Έχω παίξει 770 παραστάσεις!
– Υπάρχει περίπτωση ένας ηθοποιός, ο οποίος έχει κάνει τόσες παραστάσεις, να κουραστεί σε κάποια στιγμή από τον ρόλο;
Πολλοί ηθοποιοί και κουράζονται, και βαριούνται. Κι αυτό δεν είναι θέμα καλού ηθοποιού. Ξέρω… έχω συναδέλφους, τους γνωρίζω κιόλας προσωπικά.
Εγώ δεν βαριέμαι ποτέ, και μπούρδες να παίζω. Αυτό είναι θέμα της ενέργειας που έχει ο ηθοποιός βασικά, όχι τόσο του ήθους του. Για εμένα, τουλάχιστον… Αν είναι να βγεις στη σκηνή και να είσαι “λαπάς”, κάτσε σπίτι σου!
– H “Μαρίκα” θεωρείτε ότι εντάσσεται στις παραστάσεις που είναι “δυσκολότερες” ή σε εκείνες που προσφέρονται για το ευρύ κοινό;
Κοίταξε να δεις, αυτό που ρωτάς τώρα δεν το ξέρω ακριβώς…
Πιστεύω ότι το ενδιαφέρον του έργου που έχει φτιάξει ο Πέτρος Ζούλιας απλώνεται σε μεγαλύτερο κοινό, γιατί είναι μεν η Μαρίκα το θέμα του, μαζί με αυτή όμως είναι και το θέατρο. Οπότε, είναι πολύ συγκινητικό για τους ηθοποιούς, γι’ αυτούς που αγαπάνε το θέατρο γενικά.
Επίσης, έχει και την ίδια την εποχή – την εποχή του Μεσοπολέμου και τον Πόλεμο μετά. Όλο αυτό έχει μια τεράστια… “γοητεία” να την πω; Έχει θέματα πολύ καθοριστικά για την ιστορία του τόπου. Μαθαίνεις για τον Δραγούμη, για τον Μεταξά, για τον Βενιζέλο… Αλλά η Μαρίκα είναι το θέμα του έργου· δεν φεύγω από τη σκηνή ούτε ένα λεπτό!
– Έχω διαβάσει για τη Μαρίκα Κοτοπούλη ότι, ενώ ζούσε και κινούνταν σε αυτούς τους “υψηλούς” κύκλους, η ίδια ήταν πολύ αντισυμβατική…
Και ήταν και πολύ τολμηρή στην προσωπική της ζωή! Κι ενώ θα έλεγες ότι είναι μια συντηρητική γυναίκα από πλευράς πολιτικής τοποθέτησης, ήταν φοβερά extreme! Νομίζω ότι είναι θέμα ρίζας, βασικά. Η Μαρίκα ήταν μια λαϊκή γυναίκα, η καταγωγή της ήταν τέτοια. Δεν ήταν “κυρία”, όπως ήταν άλλες, σπουδαίες ηθοποιές. Η Μαρίκα ήταν από τα γεννοφάσκια της ένα παιδί λαϊκό, φτωχό.
– Κλισέ η ερώτηση, αλλά θα την κάνω: Bρίσκετε ότι έχετε κοινά χαρακτηριστικά με την Κοτοπούλη;
Όχι, όχι… Γιατί εγώ έχω άλλη καταγωγή. Είμαι πολύ νεότερη – και όχι μόνο ηλικιακά… Εγώ είμαι από ένα άλλο σπίτι, κατ’ αρχήν, με άλλες καταβολές… Ήταν μια οικογένεια αριστερών οι δικοί μου. Πώς να σου πω, άλλες κατευθύνσεις πήρα από το σπίτι μου.
Τώρα, από εκεί και πέρα, φέτος έχω κλείσει τα 53 χρόνια στο θέατρο. Η σχέση μου με τη δουλειά μου, η οποία είναι πολύ βαθιά και πολύ προσωπική, πρόκειται για ένα πράγμα βαθιά ειλικρινές. Δεν “πουλάω” τίποτα… Εκεί κάπου μπορεί να βρεις μια μικρή και βαθιά συγγένεια με τη Μαρίκα. Η Μαρίκα αγαπούσε τους συναδέλφους της, αγαπούσε πολύ τους νέους ηθοποιούς, πάρα πολύ… Η ίδια “έσπρωχνε” αυτούς που θεωρούσε ταλαντούχους να βγουν μπροστά και να τη διαδεχθούν!
– Πόσο συνηθισμένο είναι τώρα αυτό, στον συγκεκριμένο χώρο;
Δεν είναι, δεν είναι… Σήμερα είναι πολύ διαφορετικές οι συνθήκες της δουλειάς, έχουν ανατραπεί οι σχέσεις των νέων με τους παλιούς, υπάρχει και η τηλεόραση… Τότε υπήρχε μόνο θέατρο, άρα δεν μπορείς να κάνεις σύγκριση.
Άρα κι εγώ αυτό που αισθάνομαι είναι μια αγάπη και ένας θαυμασμός σε μια πολύ σπουδαία ηθοποιό, την οποία μάλιστα δεν γνώρισα. Ας πούμε, η Κατίνα Παξινού ήταν δασκάλα μου στη Σχολή του Εθνικού, έχω παίξει και στο θέατρο μαζί της. Με την Έλλη Λαμπέτη έχω παίξει στο θέατρο μαζί. Κατάλαβες; Είχα, πώς να το πω, σχεδόν μια φιλική σχέση…
Η Μαρίκα είναι ένα πλάσμα άπιαστο! Μας είπαν μια φορά στη Σχολή “Τώρα θα σας βάλουμε να ακούσετε τη φωνή του Βεάκη και της Μαρίκας Κοτοπούλη”, και ακούσαμε αυτή τη φωνή. Στο πρώτο έτος της Σχολής, τώρα σου μιλάω για το ’63! Και έμεινα άναυδη… Αυτή είναι μια πολύ μακρινή επαφή που έχω, η οποία όμως δεν μου λέει και τίποτα.
Τώρα διαβάζω γι’ αυτήν, αλλά κι αυτό πάλι είναι θεωρητικό. Αγαπούσε πάρα πολύ το θέατρο. Για εμένα αυτό είναι μία “συγγένεια” που έχουμε, επειδή κι εγώ το αγαπάω πάρα πολύ. Το αγαπάω με πολύ πόνο, όμως…
– Με πόνο γιατί;
Γιατί νομίζω ότι πια, εδώ και χρόνια, το θέατρο κάπου έχει χάσει έναν βηματισμό. Υπάρχουν πάρα πολλές παραστάσεις και πολύ μεγάλη “λύσσα” των ηθοποιών να υπάρξουν σε έναν χώρο, όπου υπάρχει πληθώρα ηθοποιών, πληθώρα σκηνοθετών… Διαβάζεις εκατοντάδες ονόματα και δεν ξέρεις κανέναν! Και παίζουν, και παίζουν, και δοκιμάζονται… και καλά κάνουν. Αλλά από αυτούς θα μείνουν ελάχιστοι. Και με πιάνει μια θλίψη για τους ανθρώπους αυτούς. Και δεν ενδιαφέρεται κανείς…
– Αυτό τώρα είναι φαινόμενο της εποχής;
Βέβαια… φαινόμενο της εποχής. Απολύτως. Θα κάνει έναν κύκλο. Αλλά κρατάει καιρό, πολύ καιρό… Γι’ αυτό έχω αυτόν τον πόνο. Γιατί αισθάνεσαι ότι μπορεί να υπάρχουν πολύ σπουδαία παιδιά, με πολλή αγάπη και καλλιτεχνική “στόφα”…
– …και ταλέντο…
Όχι, όχι… Εγώ δεν πιστεύω στο ταλέντο. Πιστεύω στις ικανότητες, στην αφοσίωση και σε αυτό που λέω εγώ “στόφα” – δηλαδή ότι κάποιος είναι από “καλό ύφασμα”.
– Έχετε στο μυαλό σας κανένα νέο ηθοποιό που να τα συγκεντρώνει όλα αυτά;
Νέο πολύ, όχι. Δεν τους ξέρω τους πολύ νέους…
Έχουμε πολύ καλές γυναίκες ηθοποιές. Αλλά δεν τις αναφέρω. Δεν κάνει, απαγορεύεται! Είναι καμιά 10αριά, 15αριά, που τις θαυμάζω. Έχουμε πληθώρα γυναικών, πολύ καλών ηθοποιών.
Υπάρχουν, βέβαια, και πολλοί άλλοι που βγαίνουν και δεν μπορούν να εκφραστούν. Διότι, για να σε πω “καλό”, ως παλιός συνάδελφος, πρέπει πρώτα να σε δω. Άμα σε δω κακο-σκηνοθετημένο, “τσαλαβουτηγμένο”, θλιμμένο και κλαμένο, πώς να σε καταλάβω τι είσαι;
Υπάρχει μεγάλη ταλαιπώρια στον κλάδο, πολύ μεγάλη… Θέλει πολύ γερά στομάχια και επιμονή.
– Δεν θα έπρεπε κάποιος να τα λέει όλα αυτά στα παιδιά που ξεκινούν να γίνουν ηθοποιοί;
Κοίταξε, όποτε έρχονται στο καμαρίνι νέα παιδιά, εγώ μιλάω. Γιατί έρχονται και με ρωτάνε “Να γίνω ηθοποιός;”. Λέω “Αν δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτό, να γίνεις!”. Αλλά να μην μπορείς να ζήσεις! Μόνο τότε! Μόνο τότε μπορείς να το αντέξεις.
– Για να πούμε λίγο και για τα πρακτικά της παράστασης…
Θα αρχίσουμε πρόβες μετά τις 18 του Οκτώβρη. Η “Μαρίκα” θα ξεκινήσει στις 13 Δεκεμβρίου, στο Θέατρο “Χώρα”. Ακόμα είναι νωρίς… Εγώ πιστεύω ότι το πρόσωπο της Μαρίκας είναι πολύ δελεαστικό, γιατί έχει μεγάλο ενδιαφέρον και “ζουμί”. Δεν είναι απλά μια σπουδαία ηθοποιός· είναι μια σπουδαία γυναίκα. Θέλω να αρέσει η παράσταση, να συγκινήσει, να κλάψουν και να γελάσουν πολύ οι θεατές. Γιατί θα έχουμε πολύ γέλιο. Η Μαρίκα ήταν μέσα στο χιούμορ, μέσα στην τρέλα. Δεν ήταν “τάχατες”. Κι αυτή η γυναίκα, η τόσο τολμηρή και τόσο “μπροστά”, έζησε πριν 70 χρόνια! Για σκέψου…