Στην ηλικία των 27, ο Φώτης Θεοχάρης διαφέρει από πολλούς συνομηλίκους του, καθώς επιλέγει να ακροβατεί σε απότομες πλαγιές και κορυφές σε επικίνδυνες οροσειρές στον κόσμο, αντί να ξενυχτάει σε κάποιο νυχτερινό μαγαζί.
τoυ Γιάννη Μούτσου
Με προσωπικό οικονομικό κόστος, αλλά και μια σκληρή αθλητική ζωή, ο Φώτης έχει “κατακτήσει τον εαυτό του”, όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος, αναρριχόμενος σε κορυφές που “ξύνουν” τον ουρανό και κόβουν την ανάσα. Το τελευταίο του εγχείρημα ήταν η ανάβασή του στην Κανγκτσενγιούνγκα, την τρίτη υψηλότερη κορυφή του κόσμου, στα Ιμαλάια, στα 8.586 μέτρα. Και όλα αυτά, χάρη σε ένα πάθος που ξεκίνησε από την παιδική του ηλικία, καθώς γεννήθηκε στην επαρχία, στην Ευρυτανία, όπου έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Παρέα με την αδελφή του έκαναν βόλτες στο δάσος, ενώ αργότερα, όταν ήρθαν στην Αθήνα, ένιωσε να κλείνεται στην πόλη. Στα 16 του άρχισε να παίρνει τα μέσα μεταφοράς ή το ποδήλατό του, αρχίζοντας τις εξορμήσεις στην Πάρνηθα και τον Υμηττό.
Από την Πάρνηθα και τον Υμηττό…. στα Ιμαλάια και τις Άλπεις!
“Το να βρεθείς στην καρδιά των Ιμαλαίων και σε κορυφές των 8.000 μέτρων, δεν συμβαίνει τυχαία”, σχολιάζει ο Φώτης. “Σιγά-σιγά, πήρα μέρος σε εξορμήσεις ορειβατικών συλλόγων και, σταδιακά, με την εκπαίδευση που έλαβα από σχολές ορειβασίας, έφτασα να έχω ανέβει σε αρκετές κορυφές. Η λέξη “κατακτώ” δεν με αντιπροσωπεύει, γιατί στην ουσία δεν κατακτούμε το βουνό, αλλά τον ίδιο τον εαυτό μας!”.
Ο ίδιος έχει ανέβει στις Άνδεις στην Αργεντινή, στις Άλπεις, στον Καύκασο, στα Ινδικά Ιμαλάια, στα Ιμαλάια του Νεπάλ, στη Γαλλία, στη Γεωργία, στη Ρωσία και στην Ιταλία. Ωστόσο, το δυσκολότερο εγχείρημά του ήταν το τελευταίο, στο Νεπάλ, στο Κανγκτσενγιούνγκα. Πρόκειται για το τρίτο υψηλότερο βουνό στον κόσμο και το δεύτερο σε δυσκολία, με ύψος 8.586 μέτρα. Κι όμως, μαζί με τον συνοδοιπόρο του, Αντώνη Συκάρη, κατάφεραν να ανεβούν στην κορυφή σώοι και αβλαβείς.
Η βασική δυσκολία του συγκεκριμένου βουνού ήταν το υψόμετρο, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι το αμέσως προηγούμενο βουνό που είχε ανέβει, είχε υψόμετρο 7.000 μέτρα! Επιπλέον, η δυσκολία έγκειται και στο πόσο απομονωμένο ή όχι είναι ένα βουνό, αλλά και στα εμπόδια που μπορεί να συναντήσεις κατά την αναρρίχησή σου εκεί.
“Η αποστολή ξεκινάει από το σπίτι και τελειώνει πάλι στο σπίτι!”, λέει ο Φώτης. Έχεις ήδη μελετήσει το βουνό, έχεις βρει τον συνοδοιπόρο σου, κάνεις τις απαραίτητες κρατήσεις με τα σχετικά γραφεία σε ό,τι αφορά προμήθειες και υπηρεσίες….
“Κάθε βουνό έχει διαφορετική προσέγγιση. Το τελευταίο βουνό μάς πήρε 56 μέρες για να το ανεβούμε! Οι 46 μέρες αφορούσαν στην ανάβαση, ενώ 15 μέρες αφιερώσαμε σε μια διαδρομή μέχρι την κατασκήνωση βάσης, στα 5.500 μέτρα. Σε τέτοια υψόμετρα δεν υπάρχει κατοικήσιμος οικισμός, καθώς ο ανθρώπινος οργανισμός αρχίζει να καταβάλλεται, ακόμα και αν κοιμάσαι όλη μέρα. Περνούσαμε μέσα από δάση, παγετώνες και υποτροπικά δάση, αχαρτογράφητα μονοπάτια…. Έπειτα αναρριχηθήκαμε σε πιο ψηλές βάσεις μεταφέροντας εφόδια, ενώ πηγαινοερχόμασταν από βάση σε βάση, προκειμένου να εγκλιματιστούμε στις συνθήκες”, μας αφηγείται. Όταν φτάσει κανείς και εγκλιματιστεί στην τελευταία κατασκήνωση, τότε περιμένει το κατάλληλο “παράθυρο καιρού” για να κάνει την τελική του εφόρμηση προς την κορυφή.
Το τελευταίο “σκαλί” για τον Φώτη ήταν στα 7.300 μέτρα. Ξεκίνησαν στις 7 το απόγευμα και έφτασαν στην κορυφή στις 8 το επόμενο πρωί, καλύπτοντας μια υψομετρική διαφορά 1.300 μέτρων. Κι όμως, φτάνοντας στην κορυφή, έχεις κάνει μόνο τη μισή διαδρομή, γιατί θα πρέπει να επιστρέψεις. “Η επιστροφή είναι πάντα πολύ επικίνδυνη, εξαιτίας της συσσωρευμένης κούρασης”, τονίζει.
“Τι νιώθει ο ανθρώπινος οργανισμός στα 8.500 μέτρα υψόμετρο;”, τον ρωτάμε. “Φτάνοντας στην κορυφή, λόγω της μεγάλης πίεσης και έλλειψης οξυγόνου, νιώθεις ταχυκαρδίες, πονοκέφαλο, ζαλάδες, αλλά ταυτόχρονα σε πλημμυρίζουν πολλά συναισθήματα και κλαις! Βγάλαμε γρήγορα μερικές φωτογραφίες και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε για να φτάσουμε στις κατασκηνώσεις”, απαντά. Στην εν λόγω κορυφή, έφτασαν στις 20 Μαΐου 2018. Ήταν οι μοναδικοί από ελληνικής πλευράς!
Ως προς το ποια προετοιμασία χρειάζεται μέχρι να φτάσει κανείς στα 8.586 μέτρα, ο Φώτης τονίζει ότι τα μυστικά είναι καλή φυσική κατάσταση και διατροφή. “Πρέπει να ζεις τη ζωή ενός πρωταθλητή, με γυμναστική, με διατροφή, να μην καπνίζεις, να κοιμάσαι καλά, να κάνεις καθημερινές δραστηριότητες που να σχετίζονται με το αποτέλεσμα. Η ζωή μάς έχει διδάξει ότι κάτι κερδίζεις και κάτι χάνεις, όταν φτάνεις στα 8.500 μέτρα. Είμαι 27 χρόνων, χάνω τις εξόδους και τις βόλτες, αλλά προτιμώ το βουνό!”.
Το κόστος τέτοιων μεγάλων αποστολών είναι πολύ μεγάλο. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναλαμβάνουν να το καλύψουν χορηγοί, ενώ άλλες φορές οι ορειβάτες χρειάζεται “να βάλουν από την τσέπη τους”, λέει ο Φώτης, προσθέτοντας: “Αυτό που με κρατάει πίσω είναι τα χρήματα, αλλιώς θα ήμουν μόνιμα στο βουνό”.
Όσο για το τι του λένε οι δικοί του πριν φύγει για μια αποστολή, εκείνος αναγνωρίζει ότι πάντα υπάρχουν σκέψεις για το αν όλα θα πάνε καλά. Κι όμως, κάθε φορά του λένε να προχωρήσει και να κάνει αυτό που αγαπάει.
Και ο ίδιος; Πώς νιώθει πριν ξεκινήσει; “Φυσικά και φοβάμαι… Όποιος πει ότι δεν φοβάται, χρειάζεται ψυχιατρική εξέταση! Ο φόβος, όμως, είναι και ο ανασταλτικός παράγοντας που σε κρατάει με τα πόδια στη γη, ώστε να μην κινηθείς απερίσκεπτα. Παράλληλα σε εξιτάρει. Προσωπικά, μου αρέσει να σπρώχνω και όχι να ξεπερνάω τα όρια, αλλιώς… τα αποτελέσματα θα είναι μοιραία”, σχολιάζει.
“Απόδραση στη Φύση”
Ο Φώτης Θεοχάρης είναι και ιδρυτικό μέλος της ομάδας “Απόδραση στη φύση”, η οποία δημιουργήθηκε το 2013, με στόχο τη συνεύρεση ατόμων με κοινά ενδιαφέροντα για το βουνό. Σήμερα έχει εξελιχθεί σε μια ομάδα που προσφέρει ψυχαγωγία, σωματική άσκηση και ευεξία.
“Κάνουμε διαδρομές σε βουνά, εντός και εκτός Αττικής, με βροχή ή χιόνι, και απευθυνόμαστε σε όλους, ανεξάρτητα από τον βαθμό εξοικείωσης με τις δραστηριότητες αυτές. Αρκεί μόνο η αγάπη για το βουνό και η καλή φυσική κατάσταση”, μας ενημερώνει.
Η φιλανθρωπία σε πρώτο πλάνο
Ο ίδιος έχει μάθει από τον πατέρα του ότι το να προσφέρεις μέσα από την καρδιά σου, είναι η μόνη κληρονομιά που μπορείς να αφήσεις στις μεταγενέστερες γενιές. Έτσι, λοιπόν, από την πρώτη του αποστολή στη Βόρεια Ινδία, σε ένα βουνό 6.153 μέτρων, ο Φώτης θέλησε να προσφέρει στην Action Aid, μέσω της συγχρηματοδότησης του κοινού για ένα πρόγραμμα καταπολέμησης της βίας για τα παιδιά στη Ντάκα, στην Ινδία.
Από τότε, κάθε αποστολή του είναι αφιερωμένη και σε ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα, όπως η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας Αυτιστικών Ατόμων, η Καρδιά του Παιδιού, τα Παιδικά Χωριά SOS και Το Χαμόγελο του Παιδιού.
Τον Φεβρουάριο του 2019, ο Φώτης προγραμματίζει να πάει στο Κιλιμάντζαρο, στην Αφρική, στα 5.895 μέτρα. “Το ύψος δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας δυσκολίας. Τα βουνά τα ανεβαίνεις με το μυαλό, και όχι με τη σωματική διάπλαση….”, λέει.
Αυτόν τον χρόνο θα επιχειρήσει να ανέβει 113 βουνά – κάτι το οποίο δεν έχει επιχειρηθεί στο παρελθόν. Το εγχείρημα αυτό το αφιερώνει στο Χαμόγελο του Παιδιού, με σκοπό να εμπνεύσει νέους ανθρώπους να κάνουν μεγάλα όνειρα και να τα κυνηγήσουν, αλλά και για να μεταφέρει το μήνυμα ότι, από κορυφή σε κορυφή, κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να μεγαλώνει με ασφάλεια και υγεία, μέσα από την άθληση.
Η φράση “το ποντικάκι που ήθελε να αγγίξει ένα αστεράκι….” δείχνει να τον αντιπροσωπεύει. Όπως διευκρινίζει o ίδιος, προέρχεται από ένα βιβλίο του Ευγένιου Τριβιζά, το οποίο του χάρισε μια φίλη πριν από την αποστολή για τα Ιμαλάια, στο Κανγκτσενγιούνγκα. “Διαβάζοντας το βιβλίο κατά την ανάβασή μου, με συγκίνησε. Έβλεπα κι εγώ τον εαυτό μου μέσα σε αυτό, αντικρίζοντας την κορυφή, ενώ παράλληλα ήθελα να αγγίξω τα αστέρια!”.