Καθηµερινά καλούµαστε να κάνουµε δεκάδες επιλογές στη ζωή µας. Nαι, αυτήν που την κατευθύνουν άλλοι κι εµείς είµαστε έρµαια πιόνια των µεγάλων, των δυνατών, των αδίστακτων, των λίγων. Και οι επιλογές αυτές καθορίζουν την εικόνα που έχουν οι άλλοι για εµάς, αλλά και αυτήν που έχουµε εµείς για τον εαυτό µας.
Κάθε επιλογή είναι και µία “ετικέτα”, κάθε “ετικέτα” και µία οµάδα ανθρώπων, και κάθε οµάδα και καηµός, κάθε καηµός και δάκρυ κι είναι η ζωή του καθενός θάλασσα δίχως άκρη #δικόσας!
Δεν τρως κρέας είσαι ψευτοδήθεν vegetarian, ακούς λαϊκά είσαι σκυλάς, µένεις Κολωνό είσαι µέτριας οικονοµικής κατάστασης ή αλλοδαπός, µένεις Κηφισιά είσαι πλούσιος, κάνεις παρέα µε οµοφυλόφιλους είσαι κρυφογκέι, δουλεύεις σε σουπερµάρκετ δεν τα ‘παιρνες τα γράµµατα, είσαι µε κάποιον ή κάποιαν πολύ µεγαλύτερο/η από σένα σίγουρα το κάνεις για τα λεφτά και άπειρα άλλα παραδείγµατα.
Και δεν µένουµε µόνο εκεί. Κάθε επιλογή, ετικέτα, οµάδα κ.λπ. προκαλεί άλλους τόσους αυτοµατοποιηµένους συνειρµούς, οι οποίοι µέσα σε λίγα δευτερόλεπτα φτιάχνουν µία “ολοκληρωµένη” εικόνα του ατόµου που έχουµε απέναντι µας, ακόµη κι αν δεν έχουµε ανταλλάξει ούτε ένα “γεια” µαζί του.
Βλέπεις µία γυναίκα στα 40 κάτι και δεν είναι παντρεµένη, µπαίνει η ετικέτα “αστεφάνωτη”, που ενδεχοµένως να σηµαίνει ότι είναι λεσβία, άντε στην καλύτερη ιδιότροπη γεροντοκόρη µε κουσούρια, αλλά σε αυτό που θα συµφωνήσουν οι περισσότεροι στερεοτυπικάκηδες είναι το “κρίµα η καηµένη, µια χαρά κοπέλα φαίνεται”.
Την ίδια ώρα, µία άλλη µικρότερη κατηγορία ανθρώπων, που αποτάσσονται κάθε είδους στερεότυπο είτε γιατί όντως είναι ελεύθερα πνεύµατα, είτε γιατί σιχαίνονται τις δικές τους επιλογές που τους οδήγησαν σε µία µίζερη ζωή, θα σκεφτούν εντελώς διαφορετικά. Ελεύθερη, άρα κάνει ζωάρα, δεν θέλει κανέναν στο κεφάλι της και καλά κάνει, είναι γυναίκα καριέρας και άλλα τέτοια.
Όποια επιλογή κι αν κάνουµε, θεωρούµε ότι καθορίζει το στυλ µας, τη ζωή µας, το πώς µας βλέπουν οι άλλοι. Όλα µα όλα θα οδηγήσουν σε ένα συµπέρασµα που τις παραπάνω φορές “κλειδώνει” εκεί και δεν επιδέχεται επιπλέον αµφισβήτησης ή συζήτησης. Γιατί µάθαµε να ζούµε µε κουτιά και εντυπώσεις.
Είναι ζόρικη η διαδικασία της αντίστασης και πιο εύκολα ρολάρει η πεζή µας καθηµερινότητα, όταν έχουµε κάποιες σταθερές. Κι ας είναι λανθασµένες. Δεν έχει να κάνει. Φτάνει που γίνονται αυτοµατοποιηµένα και µας απαλλάσσουν από τον επιπλέον κόπο της σκέψης.
Οι επιλογές κατάντησαν ο µεγαλύτερος δυνάστης των ζωών µας, γιατί δεν σχετίζονται πλέον µε το τι γουστάρουµε, αλλά µε έναν αδιόρατο φόβο του τι θα πουν και θα σκεφτούν οι άλλοι. Ας δούµε µια όπερα κι ας κόψουµε φλέβες, για να µας πουν ποιοτικούς. Ας φάµε σ’ αυτό το πανάκριβο εστιατόριο κι ας µην το αντέχει η τσέπη µας, γιατί πρέπει να είµαστε in. Και σε όλη αυτή την προσπάθεια να είµαστε µέσα σε όλα αυτά που επιβάλλει η µόδα, η κοινωνία, τα πρέπει και τα µη που µας φόρτωσαν οι παλιοί και κουβαλάµε αγόγγυστα, µένουµε έξω από ό,τι µας γεµίζει και µας κάνει να νιώθουµε, να είµαστε, να ζούµε.
Και τώρα, τι κάνουµε; Το πιο δύσκολο κοµµάτι είναι να σταµατήσουµε να κρίνουµε τις επιλογές των άλλων. Ας κάνουν ό,τι θέλουν οι πσυχούλες, πσυχούλες µου. Αν απαλλαχτούµε από το βάρος αυτό, θα εξασθενίσει σιγά-σιγά και η αυτόµατη σκέψη ότι και οι άλλοι κρίνουν εµάς, και θα νιώσουµε πιο ελεύθεροι. Και κάπως έτσι το πάµε απ’ την αρχή. Πιο χαλαρά, πιο εµείς…