«Ζαλίζομαι», «Άνοιξε η μύτη μου». Ή «Αθλήθηκα και, μετρώντας την πίεσή μου, είδα ότι ήταν υψηλή». Ή «Μέτρησα την πίεσή μου και ήταν 150/90, τι να κάνω»; Πολλές από αυτές τις κουβέντες ακούγονται καθημερινά σε σπίτια ή ιατρεία. Και το κοινό σε όλες είναι πως τα άτομα πιστεύουν ότι η αιτία για ζαλάδες, ρινορραγίες κ.λπ. είναι η υπέρταση. Είναι, όμως, έτσι; Είναι η αυξημένη πίεση αιτία της ζαλάδας ή μήπως η ζαλάδα είναι η αιτία της αυξημένης πίεσης; Και έχουμε πάντα υπέρταση όταν η πίεσή μας εμφανίζεται αυξημένη;
«Ως υπέρταση χαρακτηρίζεται η κατάσταση, κατά την οποία η πίεση μέσα στα αγγεία είναι αυξημένη πάνω από τα φυσιολογικά όρια, με αποτέλεσμα η καρδιά να χρειάζεται να ασκήσει μεγαλύτερη δύναμη για την εξώθηση του αίματος. Η υπέρταση είναι ασυμπτωματική, δεν δίνει δηλαδή συμπτώματα όπως αυτά που της αποδίδονται παραπάνω, ούτε φαίνεται “δια γυμνού οφθαλμού”. Για να διαγνωσθεί, θα πρέπει να μετρηθεί η πίεση συστηματικά και σωστά», επισημαίνει ο κ. Αθανάσιος Μανώλης, Διευθυντής Β’ Καρδιολογικής Κλινικής στο Metropolitan Hospital, Υπεύθυνος Ιατρείου Υπέρτασης Healthspot Γλυφάδας και Metropolitan Hospital, Μέλος του Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης από το 2003, Καθηγητής στο Τμήμα Υπέρτασης του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, και μέλος της ομάδας συγγραφής οδηγιών Υπέρτασης της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης.
Πώς πρέπει να μετράμε σωστά την αρτηριακή πίεση
Υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες για τη σωστή μέτρηση της αρτηριακής πίεσης, οι οποίες θα πρέπει να ακολουθούνται με προσοχή, προκειμένου να εξακριβωθεί αν κάποιος έχει αρτηριακή υπέρταση ή όχι.
Το εξεταζόμενο άτομο θα πρέπει:
- Να είναι καθιστό τουλάχιστον για 5 λεπτά.
- Να είναι χαλαρό, ήρεμο και σε ευχάριστο περιβάλλον.
- Να μην έχει πιει καφέ και καπνίσει την προηγούμενη μισή ώρα.
- Να ακουμπά το χέρι του σε σταθερό σημείο.
Συχνά θα χρειαστεί να γίνουν 2 έως 3 μετρήσεις και την πρώτη φορά να μετρηθεί η πίεση και στα δύο χέρια. Αν μετράμε την πίεσή μας στο σπίτι, πρέπει να κάνουμε 3 μετρήσεις. Δεν κρατάμε την πρώτη μέτρηση και υπολογίζουμε την πίεσή μας ως τον μέσο όρο της δεύτερης και της τρίτης μέτρησης. Ένα συχνό λάθος που κάνουν πολλά άτομα, είναι ότι μετρούν την πίεσή τους όταν εκνευριστούν ή έχουν πονοκέφαλο, με συνέπεια η μέτρηση να μην ανταποκρίνεται στην πραγματική τους κατάσταση αφού, σε αυτές τις περιπτώσεις, η πίεση είναι πρόσκαιρα αυξημένη.
Γιατί η υπέρταση θεωρείται τόσο επικίνδυνη;
Σήμερα υπολογίζεται ότι στη χώρα μας το 25-30% του πληθυσμού παρουσιάζει υπέρταση. Η υπέρταση μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε πολλά όργανα του σώματος, και κυρίως στην καρδιά, στον εγκέφαλο, στα νεφρά και στα αγγεία. Κάθε χρόνο, 20.000.000 άτομα πεθαίνουν από καρδιαγγειακά νοσήματα, με την υπέρταση να ευθύνεται για το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτούς.
Συγκεκριμένα, η υπέρταση ευθύνεται για:
- Το 67% των καρδιακών επεισοδίων.
- Το 77% των εγκεφαλικών επεισοδίων.
- Το 74% της καρδιακής ανεπάρκειας.
- Τη νεφρική ανεπάρκεια, καθώς αποτελεί τη δεύτερη αιτία της.
Επιπλέον, η υπέρταση:
- Αποτελεί τη συχνότερη αιτία ιατρικών επισκέψεων.
- Αποτελεί σημαντικό παράγοντα επιδείνωσης της εγκεφαλικής λειτουργίας και της νόσου Alzheimer.
- Λόγω των επιπλοκών της, καταναλώνει ένα μεγάλο ποσοστό των κονδυλίων στον χώρο της Υγείας. Υπολογίζεται ότι, στις ΗΠΑ, το κόστος από τις επιπλοκές της ξεπερνά τα 100 δισ. δολάρια ετησίως.
Αντιμετώπιση της υπέρτασης στην Ελλάδα
Η αντιμετώπιση της υπέρτασης γίνεται με τη ρύθμισή της, η οποία μπορεί να είναι είτε μόνο υγιεινο-διαιτητική, είτε και φαρμακευτική. Η χώρα μας βρίσκεται σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα όσον αφορά την υπέρταση: Αποτελεί τη Νο2 χώρα στην Ευρώπη στην έρευνα της υπέρτασης, ευρισκόμενη στα ίδια επίπεδα με τις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες όσον αφορά τη ρύθμισή της.
Δύο Έλληνες καθηγητές έχουν εκλεγεί Πρόεδροι της Αμερικανικής Εταιρείας Υπέρτασης, και ένας Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής. Το 2014 διοργανώθηκε στην Αθήνα το Παγκόσμιο Συνέδριο Υπέρτασης με 6.500 γιατρούς από 87 χώρες, ενώ στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε και το Πανευρωπαϊκό Συνέδριο Υπέρτασης το 2022.
Υπάρχουν πολύ καλά ιατρεία για την υπέρταση σε όλα τα δημόσια νοσοκομεία, καθώς και σε ιδιωτικά θεραπευτήρια. Ωστόσο, παρά την αποτελεσματικότητα ιατρείων και θεραπειών, υπολογίζεται ότι το 40% των υπερτασικών ασθενών είναι αδιάγνωστοι, ενώ από αυτούς που λαμβάνουν θεραπεία μόνο το 40% έχει ρυθμίσει τη πίεσή του. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο βελτίωσης στο πεδίο της διάγνωσης και της σωστής θεραπείας της αρτηριακής πίεσης.