Η αρθρίτιδα του ισχίου αποτελεί μία αναπηρική κατάσταση που προκαλεί πόνο και δυσκαμψία στην άρθρωση του ισχίου, υποβαθμίζοντας έτσι την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η εν λόγω πάθηση «επιλέγει» άτομα κοντά στην ηλικία των 60-75 ετών, αλλά αρκετές φορές αφορά και άτομα 30-40 ετών, τα οποία βρίσκονται δηλαδή στην πιο παραγωγική τους ηλικία.
Γράφει ο Σπύρος Δαρμανής*
Η πιο σημαντική ίσως επέμβαση η οποία βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών με αρθρίτιδα στο ισχίο είναι η αρθροπλαστική. Είναι η μέθοδος όπου η κεφαλή του μηριαίου οστού η οποία έχει υποστεί φθορά και η αντίστοιχη υποδοχή της πυέλου (κοτύλη) αντικαθίστανται με εμφυτεύματα, τα οποία εξασφαλίζουν καλή λειτουργία της άρθρωσης χωρίς πόνο.
Στις μέρες μας υπάρχει μεγάλη συζήτηση γύρω από τις τεχνικές που συμβάλλουν στην καλύτερη δυνατή αποκατάσταση του προβλήματος. Την ίδια ώρα, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, έχουμε ολοένα και περισσότερους ασθενείς σε μεγάλες ηλικίες, που έχουν επίσης υψηλές απαιτήσεις για την ποιότητα ζωής τους, καθώς συνεχίζουν να ασχολούνται με πολλές δραστηριότητες στην καθημερινότητά τους, όπως η πεζοπορία, η ποδηλασία, ο χορός κ.ά.. Από την άλλη, και οι νέοι ασθενείς (υπάρχουν πολλοί κάτω των 40 ετών που χρειάστηκε για διαφόρους λόγους να πραγματοποιήσουν ολική αρθροπλαστική ισχίου), έχουν απαιτήσεις για άμεση επάνοδο στην εργασία τους, για συμμετοχή σε όλων των ειδών αθλητικές δραστηριότητες (π.χ. ορειβασία, θαλάσσιο σκι, kite surf κ.λπ.) και γενικώς δεν αισθάνονται καλά όταν νιώθουν περιορισμένοι. Με απλά λόγια, απαιτείται πλέον όχι μία απλή αρθροπλαστική, αλλά η αρθροπλαστική που θα λειτουργεί άριστα και το αποτέλεσμά της θα μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με το φυσιολογικό ισχίο.
Νέα δεδομένα για πρώτη φορά στην Ελλάδα
Αυτό που παρουσιάζουμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, είναι μία τεχνική που προσφάτως αναπτύχθηκε σε κέντρο της Μεγάλης Βρετανίας, στο Exeter, πάνω στην ίδια πρόθεση που υπήρχε από το κέντρο αυτό, η οποία μετράει ήδη 40 χρόνια! Ειδικότερα, στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία μελετήθηκε η επιβίωση της µηριαίας πρόθεσης, δηλαδή το διάστηµα από την εγχείρηση έως ότου το εµφύτευµα να λειτουργεί άψογα και, επιπλέον, µετρήθηκε μετά από πόσα χρόνια η πρόθεση αυτή (εµφύτευµα) «χαλαρώνει» και φυσικά απαιτείται επανεγχείρηση. Η συγκεκριµένη ανάλυση επιβίωσης (µε τη χαλάρωση του εµφυτεύµατος να θεωρείται σηµείο αποτυχίας) απέδειξε ότι στα 33 χρόνια µετά την εµφύτευση η επιβίωση φτάνει το 91%. Αυτό σηµαίνει ότι το 91% των χειρουργηµένων ασθενών στα 33 έτη µετά την αρχική επέµβαση έχει µηριαία πρόθεση που λειτουργεί άριστα. Σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι μόνο αυτή η πρόθεση μπορεί να έχει άριστα αποτελέσματα, απλώς ότι αυτή η πρόθεση το έχει αποδείξει.
Τι προστέθηκε λοιπόν σε αυτή την «άριστη τεχνική και εμφύτευμα»; Η καινοτομία ουσιαστικά βασίζεται σε τροποποίηση της χειρουργικής τεχνικής και της προσπέλασης που κλασικά διενεργούνταν στο παρελθόν. Μέχρι σήμερα, ο χειρουργός διατέμνει τα μαλακά μόρια προκειμένου να «φτάσει» στην άρθρωση του ισχίου και μετεγχειρητικώς χρειάζεται αρκετούς μήνες έως ότου ο ασθενής να αισθάνεται σίγουρος ότι δεν θα γίνει κάποια κίνηση που θα μπορούσε να εξαρθρώσει το ισχίο (να το «βγάλει» από τη θέση του). Για τον λόγο αυτό, οι ασθενείς αμέσως μετά τη χειρουργική επέμβαση και για αρκετό χρονικό διάστημα, κάθονται σε υψηλές καρέκλες, σηκώνουν το κρεβάτι τους, δεν σκύβουν, χρησιμοποιούν ανυψωτικό τουαλέτας, δεν βάζουν τις κάλτσες τους…
Με τα νέα δεδομένα o χειρουργός «πηγαίνει από άλλο δρόμο», με αποτέλεσμα να μην «κόβει» καθόλου τα μαλακά μόρια που είναι υπεύθυνα για τη σταθερότητα του ισχίου. Αυτό φυσικά γίνεται με κατάλληλη εκπαίδευση και νέα εργαλεία, που του επιτρέπουν να έχει επαρκή ορατότητα και να τοποθετεί την καινούργια πρόθεση με απόλυτη ακρίβεια στην πραγματική της θέση, ασχέτως αν χρησιμοποιεί ρομπότ ή απλό σύστημα ψηφιακής υποβοήθησης ή και απλώς με την εμπειρία του. Αυτό λένε και τα αρχικά της λέξης S.P.A.I.R.E (spare piriformis and internus, repair externus), δηλαδή ουσιαστικά υπαγορεύουν να μη γίνει διατομή στους βασικούς δύο τένοντες που προφυλάσσουν την κινητικότητα του ισχίου και να συρραφεί ο τρίτος τένοντας, ο οποίος όμως δεν έχει σχέση με τη σταθερότητα του ισχίου.
Τα αποτελέσματα, όπως ήδη φαίνονται με τα πρώτα περιστατικά στο κέντρο μας, όσο και αυτά που βλέπουμε στην πρώιμη βιβλιογραφία, είναι θεαματικά: Οι ασθενείς σηκώνονται την ημέρα του χειρουργείου και περπατούν, δεν χρειάζονται βοηθήματα όπως ανυψωτικό τουαλέτας, δεν χρειάζονται προσοχή και ανύψωση του κρεβατιού τους, δεν έχουν περιορισμούς στις κινήσεις. Για τους νεαρότερους, δεν υπάρχει περιορισμός στη σεξουαλική δραστηριότητα, με ό,τι σημαίνει αυτό για την ψυχολογία τους, και έχουν φυσιολογικό βάδισμα άμεσα μετά το χειρουργείο. Επιπροσθέτως, μπορούν να συμμετέχουν ανεμπόδιστα σε αθλητικές δραστηριότητες που άλλοτε θεωρούνταν ασύμβατες με την αρθροπλαστική του ισχίου. Φυσικά, όλα τα περιστατικά πρέπει να εξατομικεύονται.
Τέλος, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι και αυτή την τροποποίηση πρέπει να την εφαρμόζουν ιατροί που είναι απολύτως εξειδικευμένοι στη χειρουργική του ισχίου. Μία εξειδίκευση που σίγουρα δεν εξασφαλίζεται μέσω σεμιναρίων που διαρκούν μερικές μόνο μέρες.
INFO
* Σπύρος ∆αρµανής, Μ.Sc., Ph.D
Ορθοπαιδικός Χειρουργός
Διευθυντής Νοσοκοµείου MEDITERRANEO, τμήματος πυελικής χειρουργικής και σύνθετης χειρουργικής ισχίου και γόνατος