“Ω, τι κόσμος, μπαμπά…”. Εκεί που σταματάνε η Κοινωνιολογία και η Φιλοσοφία, συνεχίζουν οι ίδιοι οι άνθρωποι. Γιατί, τελικά, οι προσωπικές εμπειρίες οδηγούν και στις πιο αυθεντικές απαντήσεις.
ρωτάει η Μαρία Λυσάνδρου
απαντάει ο Ανδρέας Δημητρόπουλος, bartender των Drunk Sinatra και Rehab
– Οι bartender είναι λίγο παρεξηγημένοι ως άτομα;
Είναι παρεξηγημένοι, ναι. Και πρώτα από το αντρικό φύλο, επειδή υπάρχει ένας ανταγωνισμός. Καλώς ή κακώς, αρέσει στη γυναίκα ο μπάρμαν – είτε είναι άσχημος, είτε είναι ωραίος. Κανόνας!
Όταν μπαίνεις σε ένα μαγαζί, το πρώτο πράγμα που βλέπεις είναι ένα μπαρ, μετά τον μπάρμαν και μετά όλο το άλλο μαγαζί. Γι’ αυτό πρέπει να είσαι κοινωνικός, να υπάρχει μια επικοινωνία με τη γυναίκα, να υπάρχει ένα φλερτ…
– Είναι μέρος της δουλειάς το φλερτ;
Ναι, είναι. Και όποιος σου πει ότι δεν είναι, λέει ψέματα.
– Λένε ότι οι άνδρες δεν φλερτάρουν πια. Με όλα όσα παρατηρείς από το μπαρ, εσύ σε τι συμπέρασμα καταλήγεις; Ισχύει;
Ισχύει. Οι άντρες έχουν ξεχάσει να φλερτάρουν και οι γυναίκες έχουν γίνει πιο κλειστές.
– Πού εντοπίζεις το λάθος;
Ένα λάθος είναι ότι οι άντρες πάνε να προσεγγίσουν μια γυναίκα με τον παλιό, παραδοσιακό τρόπο. Πώς λέγαμε παλιά: “Έχεις αναπτήρα;” ή “Να κεράσω ένα σφηνάκι;”. Πάνε κάπως έτσι. Λάθος. Αυτό έχει ξεπεραστεί τελείως. Η γυναίκα θέλει κάτι άλλο.
– Το οποίο είναι…;
Εγώ έχω καταλήξει στο ότι, για να προσελκύσεις μια γυναίκα, χρειάζεται λίγο χιούμορ, κάτι που δεν έχουν πλέον οι άντρες.
Φταίει και το διαδίκτυο. Οι άνθρωποι έμαθαν να λειτουργούν πίσω από μια οθόνη. Είναι το Facebook, είναι το Instagram, το Twitter (και αυτό ξεκινάει από παλιά, με το mIRC). Υπάρχει μια ανασφάλεια στον άντρα. Όταν έχει μια οθόνη μπροστά του, τα λέει διαφορετικά. Όταν είναι face-to-face, δεν είναι το ίδιο, είναι πιο μαζεμένος. Αν αυτά που έγραφαν στο διαδίκτυο τα λέγανε μπροστά στην κοπέλα, θα είχαν περισσότερες επιτυχίες!
– Και για τις γυναίκες τι συμπέρασμα έβγαλες;
Οι γυναίκες έχουν γίνει πιο κλειστές. Μπορεί μια γυναίκα να την πλησιάσει ένας άντρας, να την κεράσει ένα σφηνάκι και να τσουγκρίσουν το ποτήρι. Εκείνη μπορεί να μη θέλει, αλλά δεν έχει τον τρόπο να πει: “Με ενοχλείς!”. Πολλές φορές, έχω δει γυναίκες να γυρνάνε προς το μπαρ, να με κοιτάνε και να κάνουν νόημα “Βοήθεια!”.
– “Βοήθεια”, όπως…;
Πολλές φορές, μου ζητούν να πω ότι είμαι ο αδερφός τους ή το αγόρι τους. Το κάνουν και αυτό – και το κάνουν πολλές!
– Κάνεις και τέτοια;
Ναι, το κάνω, το κάνω! Γιατί δε θέλω να νιώσει άσχημα κανείς στο μπαρ μου. Θέλω να ξανάρθει ο πελάτης αυτός, είτε είναι γυναίκα, είτε είναι άντρας. Αν βρεθεί μια κοπέλα εδώ και συνεχώς την ενοχλούν, μπορεί να πει: “Δεν ξαναπάω σ’ αυτό το μαγαζί εγώ. Δεν αισθάνομαι καλά”.
– Άρα, πρέπει κι εσύ να κρατάς λίγο τις ισορροπίες…
Να κρατάς τις ισορροπίες, ναι. Μπορείς να πεις όμορφα και ωραία: “Είστε εντάξει, σας ενοχλεί; Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;”. Μπορεί να γυρίσει η κοπέλα και να μου πει: “Όχι, όλα καλά, το ’χω” ή “Ναι, κάνε κάτι, γιατί έχει κάτσει εδώ μια ώρα και δεν φεύγει με τίποτα!”. Και ο άντρας δεν το καταλαβαίνει.
– Ok, οι άντρες φλερτάρουν λάθος ή καθόλου. Αλλά και οι γυναίκες έχουν γίνει “επιθετικές” στο φλερτ, έχουν πάρει τον ρόλο των ανδρών…
Έχουν γίνει κυνηγοί. Ναι.
– Άρα, επιβεβαιώνεις ότι ισχύει. Πού το αποδίδεις εσύ;
Ισχύει, αλλά είναι διαφορετικό: ένας άντρας μπορεί να προσεγγίσει άσχημα μια γυναίκα, και αυτό να μην της αρέσει. Αν όμως μια κοπέλα προσεγγίσει έναν άνδρα, ακόμα και άσχημα, δεν πιστεύω ότι υπάρχει άντρας που θα κάνει πίσω – δεν υπάρχει περίπτωση, θα την κάνει την κουβέντα.
Ισχύει, όμως, ότι οι γυναίκες πλέον έχουν γίνει πιο επιθετικές. Και επειδή η γυναίκα καταλαβαίνει μέσα της ότι είναι λάθος κίνηση να πηγαίνει εκείνη πρώτη στον άντρα, πάει χιουμοριστικά. Έχω τύχει σε σκηνικό, να πηγαίνει κοπέλα σε άντρα και να του λέει: “Βλέπω ότι με κοιτάς τόση ώρα, γιατί δεν μιλάς;”.
– Και εσύ τώρα αυτό το αποδίδεις κυρίως στα social media…
Ε ναι, νομίζω ότι κατά 60% φταίει αυτό. Το υπόλοιπο 40% είναι η ανασφάλεια, έχει να κάνει με το ότι οι περισσότεροι είναι “απροπόνητοι”… Μπορεί κάποιος να έχει σχέση 7 χρόνια και να έχει ξεχάσει πώς γίνεται το φλερτ. Έχουν χαθεί οι ιδέες. Οι άντρες δεν είναι ευρηματικοί πλέον.
– Για πες μια ιδέα για λίγο πιο “σύγχρονο” φλερτ.
Για μένα, η καλύτερη μέθοδος για να προσεγγίσεις μια γυναίκα είναι το χιούμορ, να την κάνεις να γελάσει. Μπορεί π.χ. να κρατά ένα στυλό, να έχει ένα τατουάζ στο χέρι της, οτιδήποτε, και να της πεις κάτι πάνω σε αυτό. Αλλά να σκεφτείς τι θα πεις πρώτα, και μετά να πας! Γιατί πολλοί πάνε…
– …και λένε ό,τι να ’ναι;
Ε, ναι. Μπορεί π.χ. να είναι δύο άντρες, παρέα. Παίρνουν ένα ποτήρι στο χέρι και λένε μεταξύ τους: “Θα πάω εγώ ή εσύ;”. Πλησιάζει ο πρώτος, λέει “Καλησπέρα”, τον βρίζουν και ξαφνικά πλησιάζει και ο άλλος, ενώ δεν έχει πάρει το ‘ok’, δεν έχει δει από τη γυναίκα έστω ένα χαμόγελο. Πώς το κάνεις αυτό το πράγμα; Ε, μην περιμένεις μετά ότι θα έχεις επιτυχία!
– Τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο, ειδικά τα τελευταία χρόνια, να έρθει να πιει μόνος του στο μπαρ;
Έχω συναντήσει πολλές περιπτώσεις. Κάποιος μπορεί να μην έγραψε στις εξετάσεις, μπορεί να τσακώθηκε στο σπίτι, μπορεί να χώρισε και να μη νιώθει καλά. Τότε κι εσύ, με ωραίο τρόπο, θα πεις: “Δεν σας βλέπω καλά, έχετε κάτι; Να φέρω ένα ποτό;”. Προσπαθείς να κάνεις τον άλλο, με τον τρόπο σου, να νιώσει καλύτερα.
Πάντως, ένας άνθρωπος που θα κάτσει στο μπαρ μόνος του, σίγουρα είναι κοινωνικός. Δεν θα κάτσει στο μπαρ κάποιος ακοινώνητος. Άμα είναι ακοινώνητος, θα πάει στο τελευταίο τραπέζι γωνία-γωνία. Από τις κοπέλες, ας πούμε, που έχουν κάτσει στο μπαρ και τις έχουν προσεγγίσει, 8 στις 10 θέλουν και εκείνες να τις φλερτάρουν.
Γι’ αυτό, για μένα, το μπαρ δεν πρέπει να έχει ρεζερβέ. Το μπαρ είναι για όλο τον κόσμο, ανοικτό.
– Σου έχει τύχει ποτέ αυτό που βλέπουμε στις ταινίες: είναι βράδυ, είναι αργά και είναι ένας τύπος μόνος του στο μπαρ που πίνει γιατί δεν είναι στα καλά του. Έχεις λειτουργήσει ποτέ ως “εξομολόγος”, σου λένε οι άνθρωποι τι τους απασχολεί;
Πολλοί μου έχουν πει τα προβλήματά τους, πάρα πολλοί…
– Και ποιο είναι το πιο συχνό πρόβλημα που ακούς;
Έχει να κάνει με τη δουλειά τους, έχει να κάνει με τις σχέσεις τους και με τα λεφτά. Έχει τύχει να έρθει άνθρωπος πρωί-πρωί και να μου ζητήσει ουίσκι (έφτιαχνα καφέδες τότε εγώ). Τον ρώτησα: “Είστε εντάξει;” και μου είπε ο άνθρωπος ότι έχασε τα λεφτά του στο καζίνο…
Ναι, σ’ αυτή τη δουλειά, έχουμε κάνει και τον ψυχολόγο. Και με τους περισσότερους που μου μίλησαν γίναμε και φίλοι. Έρχονται και λένε: “Αντρέα!”. Εγώ χαίρομαι πάρα πολύ να έρχονται πελάτες και να λένε το όνομά μου.
– Τι είναι πιο σημαντικό για σένα: το να αρέσουν τα ποτά που φτιάχνεις ή το να σου δείξει κάποιος ότι σε εκτιμά και να σου πει κάτι που τον απασχολεί;
Κατ’ αρχήν, άμα γίνει φίλος σου, δεν υπάρχει περίπτωση να σου πει ότι δεν κάνεις καλά ποτά (γέλια)! Πάντως, θα χαρώ περισσότερο αν δω ότι νιώθουν καλά στο μπαρ μου, αν τους κάνω να περάσουν καλά.
– Βλέπεις διαφορά στον τρόπο με τον οποίο διασκεδάζουν οι άνθρωποι σήμερα, σε σχέση με κάποια χρόνια πριν;
Σίγουρα πολλοί πλέον θα κοιτάξουν και την τιμή. Πριν 10 χρόνια, δεν θα ερχόταν κανείς να μου πει: “Πόσο έχει η μπίρα;”, “Πόσο έχει η βότκα;”. Τα τελευταία τρία χρόνια το έχω ζήσει αυτό το πράγμα.
Αλλά ο κόσμος δεν κλείστηκε σπίτι του με την κρίση, βγαίνει. Ο Έλληνας έτσι είναι, καλοπερασάκιας. Θα βγει έξω, έτσι λειτουργεί για να νιώσει καλύτερα. Απλά δεν έχουμε την κατανάλωση που είχαμε κάποτε. Κάποτε κάποιος θα ’παιρνε τέσσερα ποτά. Πλέον, ένα με δύο.
– Αυτό έχει διαφορά ανάλογα με την ηλικία του πελάτη ή το βλέπεις σε όλες τις ηλικίες;
Έχει διαφορά, έχει διαφορά… Δε θα σε ρωτήσει για την τιμή ένας άνω των τριάντα, ενώ ένας πιο μικρός θα σε ρωτήσει. Γιατί, εντάξει, είναι το χαρτζιλίκι του… Μπορεί κάποια παιδιά να σπουδάζουν και να έχουν πάνω τους 15 ευρώ. Κατανάλωση κάνουν συνήθως εκείνοι των τριάντα και πάνω.
– Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που σε έχει διδάξει για τη ζωή και ποιο το σημαντικότερο πράγμα που σε έχει διδάξει για τον εαυτό σου η δουλειά πίσω από το μπαρ;
Πέντε λέξεις θα σου πω: “Ξέχνα ό,τι ακούς και βλέπεις!”.
Εγώ προσωπικά έχω δουλέψει από τα 15 μου σε χώρους εστίασης ως σερβιτόρος, ως βοηθός μπαρ, ως μπάρμαν σε κλαμπ, σε κοκτέιλ-μπαρ, σε εστιατόρια, σε ξενοδοχεία… Πολλές φορές, λοιπόν, είναι καλύτερα αυτά που βλέπεις να τα κρατάς για τον εαυτό σου. Δεν χρειάζεται να λες τι είδες, ποιον είδες, με ποιον ήταν… Είναι καλύτερο να είσαι έμπιστος – και απέναντι στον πελάτη, και γενικά.
Νομίζω ότι έμαθα να μην είμαι κουτσομπόλης, αυτό έχω κερδίσει. Και έχω γίνει πιο κοινωνικός, αυτή είναι η μεγαλύτερη επιτυχία για μένα. Αν θυμηθώ τον εαυτό μου παλιά, ήμουν πολύ κλειστός σαν άνθρωπος, δεν μπορούσα να μιλήσω σε κοπέλα με τίποτα! Μικρός είχα δυσλεξία. Κατάφερα να την ξεπεράσω, έμαθα να μιλάω. Κι αυτό γιατί έχεις να κάνεις με άλλο κόσμο κάθε μέρα.
Οι άνθρωποι είναι ένα κουτί με διάφορες πληροφορίες. Εμείς είμαστε σφουγγάρια, μαθαίνουμε να παίρνουμε αυτές τις πληροφορίες και να τις αξιολογούμε.
Πολλές φορές, έρχεται ένας πελάτης και μπορώ να υπολογίσω τι θα παραγγείλει. Χωρίς να τον έχω ξαναδεί ποτέ μου! Απλά να τον δω, να τον “κόψω”…
– Θες να πεις ότι υπάρχουν συγκεκριμένες προσωπικότητες ανθρώπων που συνδέονται με συγκεκριμένα ποτά;
Και αυτό, και αυτό… Άμα έρθει, π.χ., ένας 45άρης με ένα φίλο του μαζί, γύρω στις 2, θα πάρουν μπίρα. Σίγουρα. Δεν πρόκειται να σου πουν “Δυο κοκτέιλ”, για κανένα λόγο. Άμα έρθουν δυο γυναίκες 40 χρόνων, γύρω στις 2, θα πάρουν κοκτέιλ.
Και είναι αναλόγως και με την εμφάνιση: οι πολύ μοντέρνοι, οι πιο alternative, θα πάρουν κάτι μοντέρνο. Δηλαδή ένα κοκτέιλ λίγο μυστήριο, που να έχει π.χ. ντομάτα με φράουλα και βασιλικό. Θα πάρουν αυτό!
– Υπάρχουν κάποιοι που μπορεί να παραγγείλουν συγκεκριμένο ποτό, γιατί έτσι πιστεύουν ότι “προωθούν” καλύτερα τον εαυτό τους;
100%, εννοείται! Πολλοί!
Θα σου πω ένα παράδειγμα: Έρχεται ένας πελάτης και λέει: “Θέλω μια Grey Goose” (είναι μια premium vodka). Δεν ξέρει γιατί την πίνει. Θα το πει όμως δυνατά, για να ακουστεί στο μπαρ και να δείξει: “Εγώ παίρνω Grey Goose, άρα είμαι ο σούπερ…!”.
Άλλο παράδειγμα: Το παλαιωμένο ρούμι, ας πούμε, πίνεται σκέτο ή με πολύ πάγο. Για να πιεις κάτι τέτοιο, πρέπει να είσαι και λίγο ενημερωμένος. Έχει τύχει πελάτης να ζητήσει παλαιωμένο ρούμι 10 ετών, που μπορεί να κάνει και 18 ευρώ, με κόκα κόλα! Ε, εκεί το χαλάς…
Έρχεται άλλος και λέει: “Φτιάξε μου ένα τεκίλα sunrise!”, χωρίς να το έχει πιει ποτέ στη ζωή του, μόνο και μόνο επειδή το είδε στην τηλεόραση. “Δεν ξέρω να πίνω, ρε φίλε”, πες το μου!
– Μπορεί να γίνει ο οποιοσδήποτε bartender;
Όχι… Για να γίνεις bartender, κατά την άποψή μου, πρέπει να έχεις γερά νεύρα, χαμόγελο, να αντέχεις στην ορθοστασία και να είσαι κοινωνικός.
Μπορεί κάποιος να μην είναι bartender με πολλές γνώσεις από πλευράς κοκτέιλ, αλλά κερδίζει αν είναι σωστός στη συμπεριφορά. Οι κοινωνικοί επιβιώνουν, όχι οι διαβαστεροί! Τα άλλα έρχονται.
Επιπλέον, πρέπει να είσαι καθαρός. Κα-θ-α-ρ-ό-ς. Παίζει μεγάλο ρόλο. Δεν μπορώ να δω ένα μπάρμαν να σκουπίζει τα χέρια του πάνω στην μπλούζα του. Ή πάνω στο τζιν του. Καθάρισε το μπαρ σου, άλλαξε το τασάκι σου, καθάρισε το drainer σου. Το εκτιμάει αυτό ο πελάτης. Και ποδίτσα, βάλε ποδίτσα. Να είσαι νοικοκύρης.
Αν δεν χαίρεσαι το επάγγελμά σου, μην το κάνεις καθόλου. Πρέπει να αγαπάς αυτό που κάνεις!