Lemons x 5 | Συνεντεύξεις - planbemag.gr
Plan Be Mag
Lemons x 5
Συνεντεύξεις

“Lemons x5” | Συζητώντας με τους συντελεστές της παράστασης

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel. Άννα Μενενάκου. Παναγιώτης Γαβρέλας. Μπορείς να μιλάς μαζί τους για ώρες. Έχουν ενδιαφέρουσες απόψεις, τα λένε ωραία, μεταδίδουν αμέσως θετική ενέργεια, αλλά κυρίως έχουν να σου προτείνουν ένα project διαφορετικό, ένα project σύγχρονο, που σε αφορά άμεσα: Το "Lemons, lemons, lemons, lemons, lemons" (ή "Lemons x5" για συντομία) θα σε κάνει, κατ' αρχάς, να θαυμάσεις αυτή την ομάδα και να νιώσεις ότι, επιτέλους, βλέπεις κάτι «φρέσκο». Δεν θα σ' αφήσει να πάρεις ανάσα, θα σε προβληματίσει, θα μιλήσει μέσα σου και θα σε κάνει να το σκέφτεσαι στον δρόμο της επιστροφής. Αρκεί να πας ένα βράδυ στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης». Από εκεί και πέρα, αναλαμβάνουν εκείνοι.

Μαρία ΛυσάνδρουΜαρία Λυσάνδρου

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel. Άννα Μενενάκου. Παναγιώτης Γαβρέλας. Μπορείς να μιλάς μαζί τους για ώρες. Έχουν ενδιαφέρουσες απόψεις, τα λένε ωραία, μεταδίδουν αμέσως θετική ενέργεια, αλλά κυρίως έχουν να σου προτείνουν ένα project διαφορετικό, ένα project σύγχρονο, που σε αφορά άμεσα: Το “Lemons, lemons, lemons, lemons, lemons” (ή “Lemons x5” για συντομία) θα σε κάνει, κατ’ αρχάς, να θαυμάσεις αυτή την ομάδα και να νιώσεις ότι, επιτέλους, βλέπεις κάτι «φρέσκο». Δεν θα σ’ αφήσει να πάρεις ανάσα, θα σε προβληματίσει, θα μιλήσει μέσα σου και θα σε κάνει να το σκέφτεσαι στον δρόμο της επιστροφής. Αρκεί να πας ένα βράδυ στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης». Από εκεί και πέρα, αναλαμβάνουν εκείνοι.

Το δελτίο Τύπου της παράστασης κάνει λόγο για «μια ρομαντική κομεντί σε ένα δυστοπικό μέλλον». Κι όμως, στην πραγματικότητα, το έργο αυτό είναι, παράλληλα, και βαθιά κοινωνικό. Θέλω λίγο τις σκέψεις σας πάνω σ’ αυτό…

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Με χαροποιεί που το λες αυτό, γιατί κι εμένα αυτή ήταν η πρώτη μου σκέψη όταν το διάβασα. Τα τελευταία χρόνια, είχα συμπεριλάβει στην προσωπική μου αποστολή ως σκηνοθέτις να κάνω μόνο έργα που θα είχαν κοινωνικά μηνύματα.

Το βιβλίο μού το είχε στείλει η Άννα όσο ήμουν ακόμα στη Νέα Υόρκη και την πρώτη ανάγνωση την έκανα μέσα στο αεροπλάνο. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι ενώ αναφέρεται σε δύο ανθρώπους και στο πώς ερωτεύονται, παράλληλα θίγει και ένα δισεκατομμύριο θέματα κοινωνικής φύσεως.

Το πρώτο που με συγκίνησε ήταν το θέμα της επικοινωνίας γενικότερα, της σημασίας της γλώσσας (κυριολεκτικά και μεταφορικά, και της επικοινωνίας μεταξύ δύο ανθρώπων που έχουν διαφορετικές προσλαμβάνουσες και, κυρίως, προέρχονται από διαφορετικές τάξεις. Οι δύο αυτές προσωπικότητες στο έργο δεν έχουν μεγαλώσει υπό τις ίδιες συνθήκες – και όσο κι αν θέλουμε να είμαστε ρομαντικοί, πιστεύοντας ότι ο έρωτας τα ξεπερνάει όλα…

Ίσως και να ξεπερνάει κάποια εμπόδια στην αρχή. Όταν, όμως, πας να συμβιώσεις με κάποιον, σιγά-σιγά αρχίζουν να έρχονται πολλά στην επιφάνεια.

Για μένα, λοιπόν, τα βασικότερα θέματα στα οποία έπρεπε να δοθεί έμφαση ήταν η δύναμη της γλώσσας, η επικοινωνία και οι ταξικές διαφορές των χαρακτήρων.

Παναγιώτης Γαβρέλας: Εμένα μου φαίνεται πολύ ωραίο που βλέπεις πώς ένα πολιτικο-κοινωνικό ζήτημα επιδρά πάνω σε μία προσωπική σχέση. Πώς, δηλαδή, μια πολιτική απόφαση επιδρά στην καθημερινότητα ενός ζευγαριού. Κι αυτό δεν γίνεται καθόλου με διδακτικό τρόπο – ίσα-ίσα, αυτές είναι σκέψεις που τις κάνεις μετά, γιατί το ίδιο το έργο εστιάζει στην ανθρώπινη σχέση μεταξύ των δύο χαρακτήρων.

Άννα Μενενάκου: Συμφωνώ με όλα, δεν έχω κάτι να προσθέσω. Θέλω μόνο να πω ότι η Ζαφειρία το φώτισε πολύ αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια των προβών. Το δουλεύουμε αρκετό καιρό, διότι το έργο αυτό δεν είναι σε καμιά περίπτωση εύκολο. Το φέραμε από ‘δω, το φέραμε από ‘κει, κάναμε πολλές αναλύσεις…

Και το πιο σπουδαίο είναι αυτό που λέει ο Παναγιώτης: Ότι, όντως, βλέπουμε την καθημερινότητα ενός ζευγαριού, η οποία έχει και πολύ χιούμορ. Αυτό σε «παίρνει» λίγο ως θεατή από τα σοβαρά θέματα που θίγει το έργο, γι’ αυτό και θες λίγο χρόνο μέχρι να «κάτσει» μέσα σου. Σου τα εμφανίζει όλα λίγο πιο ανάλαφρα – και το «ανάλαφρα» δεν το εννοώ με τον παρεξηγήσιμο τρόπο. Εννοώ ότι παρακολουθείς πολύ ευχάριστα όλα όσα κάνουν, μέχρι που σε κάποια στιγμή λες «Ωπ! Κάτι πολύ σημαντικό λέγεται εδώ…». Οι δύο αυτοί άνθρωποι δεν επικοινωνούν όπως θα ήθελαν λόγω ενός νόμου. Αλλά βλέπεις και τι γίνεται όταν μπορούσαν ακόμα να επικοινωνήσουν.

Οι άνθρωποι δεν το πολυσκεφτόμαστε το δώρο της επικοινωνίας, της δημοκρατίας, της ελευθερίας της έκφρασης, το ότι μπορούμε να πούμε ό,τι θέλουμε και όπως θέλουμε…

Κι όμως, σκέφτομαι ότι, ακόμα κι όταν έχεις αυτή την ελευθερία, δεν λες εύκολα αυτό που πραγματικά θες να πεις. Ίσως, τελικά, πρέπει να χάσεις αυτή την ελεύθερία για να το καταλάβεις. Επιπλέον, η εποχή μας είναι τόσο γρήγορη, που κάνουμε από μόνοι μας οικονομία λέξεων, ιδιαίτερα στο Ίντερνετ…

Άννα Μενενάκου: Άσε που, στην πραγματικότητα, άλλο σκέφτεσαι, άλλο λες κι άλλο εννοείς, με αποτέλεσμα κάπου να «χάνεσαι στη μετάφραση». Και μετά λες «Μα δεν σ’ το είπα έτσι. Άλλο εννοούσα…», έχοντας και την απαίτηση ο άλλος να σε καταλάβει, ενώ ποτέ δεν του εξήγησες τι αισθάνεσαι, τι έχεις στο μυαλό σου. 

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Νομίζω ότι όλη η Ανθρωπότητα έχει εμπειρία σχετικά με αυτό. Όταν έγιναν τα lockdown και μας είχε απαγορευτεί να βγαίνουμε έξω, εγώ σκέφτηκα πολλές φορές ότι δεν είχα εκτιμήσει ποτέ τη σημασία τού να βγω, να βάλω τα αθλητικά μου και να πάω μια βόλτα στο πάρκο…

…και να μην πρέπει να δώσεις και λογαριασμό σε κανένα…

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Ακριβώς! Εγώ θυμάμαι ότι η έξοδος στο σουπερμάρκετ τότε ήταν πολύ μεγάλο event! (γέλια)

Άννα Μενενάκου: Και κάπως διαφορετικά εκτιμούσες την όλη διαδικασία, ρε παιδί μου… Το πάρκο ξαφνικά φάνταζε ένα πολύ μεγάλο δώρο. Κι έλεγες «δεν πειράζει, θα πάρουμε τον καφέ και θα κάτσουμε στο παγκάκι να μιλήσουμε…».

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Το άλλο που ήθελα να πω είναι ότι το έργο αυτό είναι φοβερά επίκαιρο. Γι’ αυτό και με απασχολεί (και προσωπικά, αλλά και γενικά μας απασχολεί ως ομάδα) το ποιες ιστορίες πρέπει να ειπωθούν. Δηλαδή, αν το θέατρο θεωρηθεί ως ένα μέσο για να αφηγούμαστε ιστορίες, η συγκεκριμένη ιστορία είναι μία από εκείνες που χρειάζεται να ειπωθούν αυτή τη δεδομένη στιγμή.

Γράφεις στο σκηνοθετικό σου σημείωμα ότι υπάρχει ένα νέο ρεύμα καινούργιων έργων, τα οποία είναι καλό να τιμήσουμε όπως τους αξίζει. Τι καινούργιο θεωρείς ότι έχουν να δώσουν αυτά τα έργα; Δεδομένου ότι συχνότερα βλέπουμε να ανεβαίνουν παραστάσεις κλασικών έργων, τα οποία όμως είναι γραμμένα και πολλά χρόνια πριν, και δεν ξέρω και πόσο άμεσα μας αφορούν τα περισσότερα…

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Το σημείωμα αυτό το έγραψα επειδή πιστεύω πάρα πολύ στους Έλληνες ηθοποιούς και στο ελληνικό θέατρο. Όσο ήμουν στην Αμερική, αυτό το έφερα ως πολύ μεγάλο παράσημο στους θεατρικούς χώρους που κινούμουν. Ένα πράγμα, όμως, που το είχα ως παράπονο ήταν το ότι, ενώ υπάρχουν τόσοι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν να πουν τόσα μέσα από τη γραφή τους (μιλάω και για Έλληνες, και για ξένους), δεν τους δίνεται το βήμα. Δεν λέω να μειώσουμε τις κλασικές παραστάσεις, φυσικά όχι. Απλά λέω ότι υπάρχει χώρος και γι’ αυτά τα πιο σύγχρονα έργα.

Όταν επέστρεψα, ας πούμε, είδα το «Και εφύτευσεν ο Θεός Παράδεισον», το οποίο έγραψε η συνεργάτιδα του Παναγιώτη, η Βαλέρια Δημητριάδου, και τρελάθηκα! Εξαιρετικό έργο, γραμμένο από μια Ελληνίδα γυναίκα, ηθοποιό, συγγραφέα, σκηνοθέτιδα. Το χρειαζόμαστε αυτό! Είναι αυτό που είπες: αυτά τα έργα αφορούν εμάς στο «σήμερα». Μας κάνουν, ως κοινό, να βλέπουμε τον εαυτό μας, μας μετακινούν και μας συγκινούν με ένα τρόπο διαφορετικό από ό,τι ένας χαρακτήρας πιο μακρινός, με τον οποίο δεν μπορώ να ταυτιστώ 100%.

Έχω την εντύπωση ότι, επιπλέον, τα πιο σύγχρονα έργα θίγουν και κάποια θέματα πιο «τολμηρά», που τα παλαιότερα δεν τα πολυάγγιζαν…

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Βέβαια… Και προβάλλουν και τις ιστορίες ανθρώπων που, συνήθως, το παλαιότερο θέατρο δεν τις προέβαλλε. Τώρα πια βλέπουμε να πρωταγωνιστούν και χαρακτήρες που δεν εντάσσονται σε ένα συγκεκριμένο, τυπικό προφίλ ανθρώπου. Ξαφνικά βλέπουμε ιστορίες ανθρώπων που δεν είναι straight, δεν είναι λευκοί ή είναι άτομα με αναπηρία. Παρουσιάζονται ως πρωταγωνιστές και δεν είναι πια χαρακτήρες που «περνούν» απλά παρεμπιπτόντως από το έργο…

Ένα πολύ βασικό στοιχείο στο story-telling είναι ότι όσο πιο συγκεκριμένος είσαι, τόσο πιο διαχρονικός. Όσο πιο συγκεκριμένη είναι μια ιστορία, τόσο περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να ταυτιστούν μ’ αυτή.

Πρέπει να πω και κάτι άλλο: Στην παράσταση υπάρχει και μια έκπληξη. Μπορεί μεν οι βασικοί ηθοποιοί να είναι δύο, αλλά παίζουν κι άλλοι άνθρωποι! Και το λέω, επειδή είναι πολύ σχετικό με αυτό που συζητάμε τώρα…

Μπορείτε να μου πείτε κάτι παραπάνω, χωρίς να προδώσετε την έκπληξη;

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Σε κάποια στιγμή, υπάρχει μια σκηνή από τότε που οι δύο χαρακτήρες πρωτογνωρίστηκαν – τότε που είναι πολύ έντονος ο έρωτας, που υπάρχει ακόμα εκείνη η τρέλα τού «θέλω να είμαστε συνέχεια μαζί». Στη δική μας απόδοση της συγκεκριμένης σκηνής, παράλληλα με τον Όλιβερ και την Μπερναντέτ, έχουμε συμπεριλάβει και μια ομάδα οκτώ ζευγαριών που αντιπροσωπεύουν διαφορετικές ταυτότητες, προερχόμενα από διαφορετικά background, να ζουν αυτό που εμείς βλέπουμε να συμβαίνει live στη σκηνή. Αυτό το κάνουμε για να στείλουμε το μήνυμα ότι “Love is love” – η αγάπη δεν έχει φύλο, δεν έχει ηλικία, δεν έχει χρώμα δέρματος και, γενικά, δεν έχει περιορισμούς.

Άννα Μενενάκου: Συζητώντας το έργο με τη Ζαφειρία, θέλαμε εξαρχής η αποστολή μας να είναι πολύ συγκεκριμένη. Είναι μια προσπάθεια για να πούμε κάτι από αυτό που μας αντιπροσωπεύει και να δώσουμε κάτι από τα κομμάτια που είμαστε.

Με τη Ζαφειρία μας δένει μια φιλία χρόνων, γι’ αυτό και θέλαμε ως γυναίκες να ενώσουμε τα «υλικά» μας και να πούμε κάτι πολύ συγκεκριμένο που μας αγγίζει και μας αφορά. Και είμαστε πολύ τυχερές που, στην πορεία, ήρθε ευτυχώς ο Παναγιώτης για να φέρει την ανδρική ισορροπία. Αλλά είμαστε πολύ τυχεροί και με όλους τους υπόλοιπους συντελεστές…

Ε τότε, θα ρωτήσω τον Παναγιώτη… Εσύ ήρθες λίγο πιο μετά, αφού οι δυο τους το είχαν συζητήσει και είχαν κάπως οραματιστεί το όλο πράγμα. Ποιες ήταν οι δικές σου σκέψεις όταν ήρθες σ’ επαφή με το έργο;

Παναγιώτης Γαβρέλας: Όταν με φωνάξανε, είχα κάπως υπολογίσει τους χρόνους μου και είπα «Μάλλον δεν βγαίνει…», πίστευα ότι δεν θα προλάβαινα. Μου λένε «Διάβασέ το τουλάχιστον, ρε παιδί μου, και μετά πες “δεν μπορώ”». Οπότε, ήρθα χαλαρός. Το διαβάζω, λοιπόν, και λέω «Τι ωραίο κείμενο είναι αυτό… Τώρα με ζορίζετε πολύ…».

Την Άννα ήδη την ήξερα, είχε έρθει στο «Και εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον» και μας είχε γνωρίσει όλους, την είχα συμπαθήσει εξαρχής. Μετά γνώρισα και τη Ζαφειρία, την οποία επίσης συμπάθησα πάρα πολύ. Οπότε, το όλο πλαίσιο ήταν υπερβολικά καλό (και ωραίο κείμενο, και υπέροχες κοπέλες που είχαν ασχοληθεί πολύ και το αγαπούσαν), δεν μπορούσα να πω «όχι». Ήταν η ιδανική συνθήκη για να δουλεύεις, με ανθρώπους που εκτιμάς και καλλιτεχνικά, και προσωπικά.

Στην παράσταση υπάρχει και μια έκπληξη. Μπορεί μεν οι βασικοί ηθοποιοί να είναι δύο, αλλά παίζουν κι άλλοι άνθρωποι!

Ως προς το θέμα του έργου;

Παναγιώτης Γαβρέλας: Νομίζω ότι αυτή η σύγκρουση σε ένα ζευγάρι, στην προσπάθειά τους να κάνουν τη σχέση να λειτουργήσει, με τις όποιες διαφορές μεταξύ τους, είναι κάτι που αφορά τους πάντες. Επιπλέον, πρέπει να διαχειριστούν τα όσα συμβαίνουν γύρω τους. Δεν είναι ότι η πολιτική τους θέση έχει τεράστια απόκλιση, περισσότερο διαφέρει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν ο καθένας τη θέση αυτή. Είναι το πώς επιλέγει ο καθένας τους να απαντήσει σε αυτό που συμβαίνει.

Πείτε μου, λοιπόν, λίγα λόγια για τον ρόλο σας…

Παναγιώτης Γαβρέλας: Ο Όλιβερ είναι ένας ρόλος που μ’ αρέσει πάρα πολύ. Είναι μουσικός.

Το κείμενο είναι πολύ ελλειπτικό, οπότε πιανόμαστε από λεπτομέρειες για να καταλάβουμε όλο το «σύμπαν» από πίσω… Αυτό που έχουμε αποφασίσει εμείς, λοιπόν, είναι ότι προέρχεται από μία πιο εύπορη οικογένεια, της μεσαίας τάξης ίσως, όπου είχε μια ασφάλεια, δίνοντάς του την άνεση να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα – όχι ότι γίνεται και μεγαλοσυνθέτης… (γέλια)

Είναι πολύ ενεργός πολιτικά, μάχεται, παλεύει να αλλάξει το σύστημα και πάει κόντρα στο νομοσχέδιο που θέτει αυτό το αβάσταχτο όριο των 140 λέξεων ανά ημέρα. Καταπιέζεται πάρα πολύ από αυτή την έλλειψη ελευθερίας που υπάρχει ξαφνικά στην κοινωνία, και παίρνει και εύκολα «φωτιά», ορμάει κατευθείαν!

Η Μπερναντέτ τι άνθρωπος είναι;

Άννα Μενενάκου: Για την Μπερναντέτ είναι ξεκάθαρο στο κείμενο ότι προέρχεται από την εργατική τάξη και, από ό,τι καταλαβαίνουμε, μεγάλωσε με οικονομικές δυσκολίες από τους γονείς της. Οπότε, έχει προσπαθήσει πολύ να σπουδάσει, να τελειώσει δικηγόρος,  να μπει σε ένα δικηγορικό γραφείο και να «δυναμώσει». Είναι πολύ δυναμική, αλλά αρκετά συνεσταλμένη και κάπως «κουμπωμένη» στην αρχή στη σχέση της με τον Όλιβερ. Εν τέλει, όμως, «βουτάει» και τον εμπιστεύεται.

Υπάρχει, βέβαια, κι ένα αγκάθι, ένα τρίτο πρόσωπο στη σχέση, το οποίο μας απασχολεί πολυυύ μέσα στο έργο… (γέλια)

Σε αντίθεση με τον Όλιβερ, η Μπερναντέτ αντιμετωπίζει λίγο πιο στωικά την ανακοίνωση του νομοσχεδίου, θεωρεί ότι θα βρεθεί τρόπος να λειτουργήσουν όλα κανονικά. Αυτό, βέβαια, στην αρχή· όταν πια εφαρμόζεται ο νόμος, αρχίζει να λειτουργεί διαφορετικά.

Lemons x 5

Ο Παναγιώτης είπε πριν ότι το κείμενο είναι ελλειπτικό. Αυτό είναι πλεονέκτημα ή μειονέκτημα για το έργο;

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Από την άποψη της δουλειάς, αυτό για μένα είναι φοβερή πρόκληση, με ιντριγκάρει πάρα πολύ. Επειδή προέρχομαι και από το background του σωματικού θεάτρου, για μένα αυτό είναι το ιδανικό κείμενο για να εφαρμόσεις όλες αυτές τις τεχνικές, όπου το σώμα λέει όσα δεν λέει το στόμα. Το βρίσκω, επίσης, πολύ συγκινητικό επειδή, ακόμα κι αν υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ των ανθρώπων, η γλώσσα του σώματος είναι μια παγκόσμια μορφή επικοινωνίας.

Σε δεύτερο επίπεδο, θεωρώ ότι αυτή η ελλειπτικότητα μόνο πλεονέκτημα μπορεί να είναι. Γενικά είναι υπέρμαχος του “less is more” και θεωρώ ότι ο Sam Steiner έχει κάνει εξαιρετική δουλειά. Αν διαβάσεις το κείμενο στο χαρτί, συνειδητοποιείς πόσο πλούτο έχει το «κάτω κείμενο», ό,τι συμβαίνει δηλαδή ανάμεσα στις γραμμές. Ο ίδιος έχει πει σε συνεντεύξεις του ότι έχει εμπνευστεί από τη σχολή του Πίντερ.

Είναι επίσης πλεονέκτημα, επειδή ως κείμενο, πέρα από την απόδοση που κάναμε εμείς ως ομάδα, δίνει χώρο στον θεατή να κάνει τις δικές του σκέψεις και τις δικές του «αποδόσεις». Πρέπει να πω ότι έκανε συγκλονιστική μετάφραση ο Αντώνης Γαλέος – και το λέω επειδή έχω δουλέψει στο εξωτερικό και ξέρω ότι δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά να μεταφέρεις ένα έργο λογοτεχνίας από μία γλώσσα σε άλλη, κάνοντας το έργο προσιτό στο κοινό.

Για ποιον λόγο, λοιπόν, να έρθει κανείς στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» να δει το έργο;

Άννα Μενενάκου: Να έρθει να το δει, επειδή είναι μια πρόκληση. Έτσι το αισθάνομαι εγώ. Είναι και ο τίτλος του τόσο ανοιχτός σε κάθε ερμηνεία, που από την εμπειρία που θα λάβεις ως θεατής, θα έχεις μετά πολλά να σκεφτείς.

Ζαφειρία Δημητροπούλου del Angel: Να έρθει να το δει επειδή είναι πολύ γρήγορο, είναι συγκινητικό και έχει και πολύ χιούμορ.

Παναγιώτης Γαβρέλας: Να έρθει να το δει επειδή είναι μια σύγχρονη δραματουργία, και σίγουρα δεν θα έχει ξαναδεί αντίστοιχο. Επιπλέον, έχει μια σύγχρονη σκηνοθεσία, οπότε ας έρθει να μάθει τη σκηνοθέτιδα, γιατί θα την ξαναδεί πολύ στο μέλλον! Και, δεν ξέρω αν ισχύει και για την Άννα αυτό, για μένα πάντως είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει.

Άννα Μενενάκου: Και για μένα ισχύει το ίδιο!

Περισσότερα για την παράσταση εδώ