Το δάχτυλο στην οθόνη ανεβοκατεβάζει το timeline κάποιου κοινωνικού δικτύου. Οι τίτλοι ανταγωνίζονται σε δραματικότητα ο ένας τον άλλο: «Τραγικές φιγούρες οι συγγενείς των θυμάτων από το δυστύχημα στα Τέμπη». «Η σορός της κόρης μου δεν βρέθηκε, το παιδί μου εξαϋλώθηκε». «Ο πατέρας κρατάει το χέρι της πεθαμένης κόρης του κάτω από συντρίμμια». «Του έκαναν έξωση και είναι παράλυτος»… Νεκρά παιδιά. Κακοποιημένα παιδιά. Φτώχεια. Αρρώστια. Καταστροφή. Ενεργειακή κρίση. Πόλεμοι. Πανδημία. Νιώθεις να βυθίζεσαι σε μια άβυσσο δυστοπίας. Να περικυκλώνεσαι από μαύρο αποπνικτικό καπνό. Αλλά δεν μπορείς να σταματήσεις το σκρολάρισμα στην οθόνη.
Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι δύσκολο να εθιστείς στο κυνήγι της αρνητικής είδησης. Αντιθέτως, είναι μάλλον φυσιολογικό, ένα χαρακτηριστικό του ενστίκτου μας για επιβίωση, σύμφωνα με κάποιες έρευνες.
Αναζητούμε την κακή πληροφορία σε μια προσπάθεια να προλάβουμε τον κίνδυνο, και, ναι, τώρα που το σκέφτομαι, είναι ακριβώς αυτό που μου συνέβη μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα που συντάραξε την Ελλάδα, σημαδεύοντας τον ερχομό αυτής της άνοιξης με τα πιο μελανά χρώματα. Η ιδέα ότι έχω μπει και θα ξαναμπώ στο τρένο με κάνει να ταυτίζομαι, να φοβάμαι και να θέλω να τσεκάρω ασταμάτητα κάθε τι σχετικό που δημοσιοποιείται. Κατά κάποιο τρόπο, έτσι νιώθω πιο έτοιμη απέναντι στον ενδεχόμενο κίνδυνο. Ξέρω, για παράδειγμα, στα σίγουρα ότι την επόμενη φορά που θα πάρω τρένο, θα καθίσω στο τελευταίο βαγόνι.
Βέβαια, σήμερα έχουμε περάσει σε άλλη… πίστα εθισμού στην κακή πληροφορία. Κατ’ αρχάς, να ξεκινήσουμε από τα βασικά: Δεν κοπιάζουμε ιδιαίτερα να τη βρούμε την κακή πληροφορία, είναι παντού. Κυριαρχεί στην επικαιρότητα, γιατί η καλή είδηση δεν πουλάει. Τα μέσα ενημέρωσης την παραγκωνίζουν και γεμίζουν τη σκαλέτα τους με όλα τα μαύρα κι άραχνα του κόσμου. Το ότι η ανθρώπινη φύση μας τσιμπάει περισσότερο μ’ αυτά, καταγράφεται στα νούμερα τηλεθέασης και στα views. Απλώς, τώρα πια, είναι τέτοια η προσφερόμενη ποσότητα, που δεν μπορείς να τη χωνέψεις. Τελειώνει η μέρα και αισθάνεσαι μπουκωμένος από το κακό που σερβίρεται διαρκώς, με πομπώδεις τίτλους και μουσική υπόκρουση δραματικής ταινίας, και με παρουσιαστές που κυνηγούν κάθε πληγωμένο για να τον απομυζήσουν σε δάκρυα και πόνο, μπροστά σε ανοιχτές κάμερες και μικρόφωνα.
Είναι εξουθενωτικό. Έχεις βαρύνει πια τόσο πολύ από τον καταιγισμό αρνητικών ειδήσεων, που ο μηχανισμός επιβίωσης σού λέει να πάρεις μια απόσταση.
Εκεί, όμως, που το υποσυνείδητό σου χτυπάει το καμπανάκι, ακούς και το καμπανάκι του notification από το κινητό. Άλλη μια είδηση με δυσάρεστο περιεχόμενο πιθανότατα, σε περιμένει. Δύσκολο να νικήσεις την παρόρμηση να μην τσεκάρεις, είναι κάτι σαν αυτόματη κίνηση πια, έχει γραφτεί στο DNA μας. Κουδουνίζει το κινητό και το πιάνουμε – τις σπάνιες στιγμές, δηλαδή, που το έχουμε αφήσει παραδίπλα, γιατί συνήθως το έχουμε ανοιχτό και σκρολάρουμε σαν ζόμπι.
Φυσικά, οι ειδικοί έχουν αρχίσει να μιλούν γι’ αυτό το φαινόμενο. Οι ψυχολόγοι και ψυχοθεραπευτές το βλέπουν να διαγράφεται ξεκάθαρα επάνω στους ασθενείς τους. Ο Don Grant, PhD με έδρα το Λος Άντζελες, ανέφερε σε άρθρο της Αμερικανικής Εταιρείας Ψυχιατρικής ότι πολλοί από τους εφήβους και ενήλικες ασθενείς του βιώνουν πλέον ένα άγχος που σχετίζεται άμεσα με ειδήσεις που μαθαίνουν από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή άλλα μέσα:
«Μπορεί να έχουν διαβάσει για ένα ζώο στα πρόθυρα της εξαφάνισης ή για τους πολικούς πάγους που λιώνουν. Ίσως αρχικά να μην καταλαβαίνουν ότι τους έχει επηρεάσει, αλλά επιμένουν να το αναφέρουν ως θέμα, τους ενοχλεί».
Ο Grant, όπως και άλλοι συνάδελφοί του, διαπιστώνουν ότι ο πόλεμος του τίτλου στο υπερ-ανταγωνιστικό και αδιάκοπο οικοσύστημα διανομής ειδήσεων οδηγεί σε «υπερφόρτωση κορεσμού μέσων» – ένα εξειδικευμένο είδος στρες που συναντούν όλο και συχνότερα. Υπάρχουν και άλλοι όροι, πέρα από το «doomscrolling», που το περιγράφουν, όπως «headline stress disorder» (αγχώδης διαταραχή τίτλου). Και για πρώτη φορά στην ιστορία, ο καταιγισμός των αρνητικών ειδήσεων είναι αδιάκοπος: συνεχιζόμενη πανδημία, φυλετική αδικία, κλιματική αλλαγή, εκλογική διαμάχη, μαζικοί πυροβολισμοί, πόλεμοι κ.λπ. Και ενδιάμεσα ό,τι άλλο αρνητικό χωράει.
Σε γενικές γραμμές, οι ειδικοί αναφέρουν ότι η υπερβολική πρόσληψη αρνητικών ειδήσεων προκαλεί στρες, άγχος και κατάθλιψη, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και με συμπτώματα, όπως δυσκολίες στον ύπνο, αλλαγές στην όρεξη, απουσία κινήτρου, χαμηλή ενέργεια, αίσθηση ματαιότητας, κρίσεις πανικού, διάθεση παραίτησης, ανησυχία και ταραχή, μειωμένη απόδοση σε εργασία και σχολείο.
Αλλά υπάρχουν τρόποι να διαχειριστούμε την κατάσταση χωρίς να μένουμε ανενημέρωτοι, σύμφωνα και πάλι με τους ειδικούς:
- Αναζητάμε πίσω από τον τίτλο την πηγή. Μαθαίνουμε να αξιολογούμε τα μέσα από τα οποία παίρνουμε την πληροφορία. Κάποια απ’ αυτά δεν αξίζουν ούτε ένα κλικ.
- Δεν παίρνουμε τα πάντα που ακούμε και διαβάζουμε ως δεδομένα. Μέσα στην πληθώρα πληροφορίας, έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι κάποιες είναι ψευδείς, αδιασταύρωτες ή, απλώς, δοσμένες με υπερβολή για να εκβιάσουν το συναίσθημά μας.
- Βάζουμε όρια στην καθημερινή μας ενημέρωση. Μειώνουμε το άσκοπο σκρολάρισμα και επιλέγουμε μια στιγμή της ημέρας για να ενημερωθούμε από συγκεκριμένες πηγές που κρίνουμε ως αξιόπιστες.
- Παίρνουμε μια απόσταση για όσο μπορούμε. Αν νιώθουμε να μας κυριεύει η θλίψη και το άγχος από την κακή πληροφορία, κλείνουμε εντελώς τις οθόνες. Είναι ο μόνος τρόπος να αποφορτιστούμε, μιας και το κακό νέο βρίσκεται κυριολεκτικά παντού, ξεφυτρώνοντας μπροστά σου μ’ έναν πομπώδη τίτλο.
Σε σοκαριστικά γεγονότα, κατά τα οποία η πληροφόρηση είναι διαρκής, όπως το δυστύχημα στα Τέμπη, η τήρηση μιας απόστασης είναι καθοριστικής σημασίας για την ψυχική μας ισορροπία. Το να είμαστε σε διαρκή σύνδεση και να μαθαίνουμε κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια από ένα τραγικό συμβάν δεν έχει νόημα. Ειδικά σε μια εποχή που ξέρουμε ότι τα μέσα ενημέρωσης απομυζούν τον πόνο και το δράμα για τα νούμερα.
Αν συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μπορούμε να διαχειριστούμε μόνοι μας την αδιάκοπη ροή της κακής πληροφορίας και αισθανόμαστε διαβρωμένοι από αυτήν, απευθυνόμαστε σε ειδικό.