«Όταν μαγειρεύεις, δεν σταματάς να μαθαίνεις. Αυτό είναι το ωραίο με τη μαγειρική.»
– Τζέιμς Μπίαρντ, Αμερικανός σεφ – συγγραφέας βιβλίων μαγειρικής
της Γιώτας Χουλιάρα
Για έκτη συνεχή χρονιά επέστρεψε στους τηλεοπτικούς δέκτες μας, μέσω του STAR Channel, το Master Chef, «o μεγαλύτερος, πρωτότυπος, παγκόσμιος τηλεοπτικός διαγωνισμός μαγειρικής», σύμφωνα με την επίσημη περιγραφή του. Καθημερινά, αμέσως μετά το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του σταθμού, τη σκυτάλη λαμβάνουν οι τρεις κριτές του διαγωνισμού, Σωτήρης Κοντιζάς, Πάνος Ιωαννίδης και Λεωνίδας Κουτσόπουλος, οι οποίοι, μέσα από μαγειρικές δοκιμασίες, ελέγχουν τις ικανότητες των διαγωνιζόμενων.
Τα επεισόδια της φετινής σεζόν ακολούθησαν την τακτική της προηγούμενης χρονιάς και παρέμειναν «χορταστικά», καθώς καλύπτουν, ούτε λίγο-ούτε πολύ, 180 λεπτά τηλεοπτικού χρόνου.
Τον δικό του ρόλο έχει αναλάβει και το master class, το ειδικό επεισόδιο που προβάλλεται κάθε Κυριακή απόγευμα, με στόχο να μεταφέρει στη μικρή οθόνη μαγειρικές τεχνικές, που μόνο σε σχολές υψηλής μαγειρικής θα μπορούσαμε να συναντήσουμε.
Την ίδια ώρα, το κοινό αλληλεπιδρά με όσα συμβαίνουν στον διαγωνισμό, μέσα από εκατοντάδες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταγράφοντας τα συναισθήματα και τις προτιμήσεις του. Οι τηλεθεατές του διαγωνισμού γίνονται ουσιαστικά και διαφημιστές του, καθώς σε καθημερινή βάση αναρτούν, ως διαδικτυακοί κομιστές, ατάκες των διαγωνιζομένων και περιστατικά από τις δοκιμασίες, χρησιμοποιώντας βίντεο και εικόνες για να δείξουν τον ενθουσιασμό ή την απογοήτευσή τους.
Ιδιαίτερα στον χώρο του Twitter, οι αναρτήσεις (tweets) με hashtag #MasterChef είναι τόσο ευφάνταστες και χιουμοριστικές, ώστε πολλές από αυτές να αποτελούν θέμα συζήτησης στις τηλεοπτικές εκπομπές της πρωινής ή της μεσημεριανής ζώνης.
Το STAR, το οποίο από τον Μάιο του 2017 έχει επενδύσει στη συγκεκριμένη παραγωγή, σίγουρα νιώθει δικαιωμένο, καθώς κάθε χρόνο καταφέρνει να καθηλώνει το τηλεοπτικό κοινό, παρά τον σκληρό ανταγωνισμό. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα τηλεοπτικά προγράμματα τύπου ριάλιτι που προβάλλονται στην ελληνική τηλεόραση, το Master Chef έχει κατορθώσει να παραμείνει σταθερή αξία και να ανανεώνει το ενδιαφέρον των τηλεθεατών κάθε χρονιά.
Ο λόγος της επιτυχίας
«Η ανακάλυψη ενός καινούργιου πιάτου συνεισφέρει περισσότερα στην ανθρώπινη ευτυχία από την ανακάλυψη ενός καινούργιου αστεριού», είχε αποφανθεί ο Γάλλος δικηγόρος και πολιτικός, Ζαν Αντέλμ Μπριλά-Σάβαριν, ο οποίος έμεινε γνωστός για το διάσημο έργο του «Η Αίσθηση του Γούστου» που εκδόθηκε το 1825. O Σάβαριν, ο οποίος λάτρευε την καλή ζωή, γι΄αυτό και είχε χαρακτηριστεί ως ηδονιστής και μπον βιβέρ, μέσα από το βιβλίο του μιλά για τις απολαύσεις του τραπεζιού, τις οποίες ο ίδιος θεωρεί επιστήμη.
Ουσιαστικά, αυτή η ρήση του Σάβαριν, σε συνδυασμό με μια έτερη του Βρετανού συγγραφέα Τζωρτζ Όργουελ, ότι «η κοιλιά προηγείται της ψυχής», αποτελούν την επιβεβαίωση της επιτυχίας του συγκεκριμένου διαγωνισμού μαγειρικής.
Η μαγειρική, δηλαδή η διαδικασία της προετοιμασίας τροφίμων με τη χρήση της θερμότητας, είναι απόλυτα συνυφασμένη με την ανθρώπινη ύπαρξη. Οι τεχνικές μαγειρέματος και τα συστατικά, τα οποία ποικίλλουν σε όλο τον κόσμο, είναι, με τη σειρά τους, συνυφασμένα με τις μοναδικές περιβαλλοντικές, οικονομικές, και πολιτιστικές παραδόσεις κάθε λαού. Στο βιβλίο «Catching Fire: How Cooking Made Us Human», ο Βρετανός ανθρωπολόγος Ρίτσαρντ Γουράνγκχαμ υποστηρίζει πως το μαγείρεμα του φαγητού ήταν ένα ουσιαστικό στοιχείο στη φυσιολογική εξέλιξη των ανθρώπων. Καθώς η ανθρωπότητα εξελισσόταν, η μαγειρική αποκτούσε τα ιδιαίτερα στοιχεία και τις τεχνικές που σήμερα πλέον θεωρούμε παραδοσιακά, για να φτάσουμε στη σύγχρονη εποχή, όπου η μαγειρική έχει αναδειχθεί σε Τέχνη.
Παρακολουθώντας, επομένως, μια εκπομπή μαγειρικής, πόσω μάλλον έναν διαγωνισμό, είναι σαν να παρατηρούμε την εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα ερχόμαστε σε επαφή με την παράδοση τόσο της ελληνικής κουζίνας, όσο και της κουζίνας άλλων πολιτισμών.
Η «χρυσή εγγύηση» των κριτών
Το δικό τους κομμάτι στο παζλ της επιτυχίας κατέχουν, φυσικά, και οι τρεις κριτές, οι οποίοι έχουν εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια σε πραγματικούς τηλεοπτικούς αστέρες. Ο Σωτήρης Κοντιζάς, ο Πάνος Ιωαννίδης και ο Λεωνίδας Κουτσόπουλος αποτελούν μια απολαυστική τριάδα και έχουν την ικανότητα να τραβήξουν ως μαγνήτες το τηλεοπτικό κοινό. Πρόκειται για τρεις καταξιωμένους στον ελληνικό χώρο σεφ, οι οποίοι έχουν άριστη χημεία μεταξύ τους και αίσθηση του χιούμορ. Δεν διστάζουν να τσαλακωθούν, κάτι που αποδεικνύουν κάθε φορά στα τηλεοπτικά τρέιλερ που προηγούνται της έναρξης του διαγωνισμού, ενώ παράλληλα φροντίζουν τις ενδυματολογικές τους επιλογές, χωρίς να γίνονται υπερβολικοί.
Το σίγουρο είναι πως οι ίδιοι δεν προσποιούνται, ούτε προσπαθούν να αποδείξουν πως είναι κάτι διαφορετικό. Βγαίνουν στην τηλεοπτική οθόνη με αμεσότητα και άνεση, την οποία φροντίζουν να μεταδίδουν και στους διαγωνιζόμενους. Η τηλεοπτική τους τριάδα αποτελεί και την εγγύηση της επιτυχίας, καθώς κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πως θα ήταν το Master Chef, αν ένας από τους τρεις αποφάσιζε ξαφνικά να σπάσει το συμβόλαιό του και να αποχωρήσει.
Μέσα από τις μαγειρικές τους γνώσεις, τις εμπνευσμένες ατάκες τους και τον αυθορμητισμό τους, έχουν αναχθεί σε σήμα κατατεθέν του συγκεκριμένου διαγωνισμού. «Κάντο με πάθος ή μην το κάνεις καθόλου» είναι το σύνθημά τους, το οποίο προσπαθούν κάθε φορά να μεταφέρουν και στους παίκτες. Ένα σύνθημα που απουσίαζε, για παράδειγμα, από το «Top Chef», τον έτερο διαγωνισμό μαγειρικής που έκανε πρεμιέρα φέτος στον ΣΚΑΙ, με τα χαμηλά νούμερα τηλεθέασης, όμως, να οδηγούν το κανάλι στην εσπευσμένη ολοκλήρωσή του.
Αξιοσημείωτο, φυσικά, είναι το γεγονός πως ο Πάνος Ιωαννίδης είχε συμμετάσχει στον πρώτο κύκλο του «Top Chef», ο οποίος είχε προβληθεί από τον ANT1 την τηλεοπτική σεζόν 2010-2011 και απευθυνόταν, κατά τα πρότυπα του εξωτερικού, μόνο σε επαγγελματίες σεφ. Ο ίδιος ο Ιωαννίδης είχε ήδη εμπειρία τότε ως επαγγελματίας, καθώς είχε εργαστεί σε εστιατόρια στο Μιλάνο και τη Σαρδηνία.
Η παρακαταθήκη του Άκη Πετρετζίκη
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, ένας ακόμη λόγος επιτυχίας του διαγωνισμού είναι και ο πρώτος Έλληνας Master Chef, Άκης Πετρετζίκης. Ήταν 3 Οκτωβρίου του 2010, όταν έκανε πρεμιέρα στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA Channel o πρώτος κύκλος του Master Chef Greece, o οποίος βασίστηκε στο ομώνυμο βρετανικό πρόγραμμα, με διαγωνιζόμενους ερασιτέχνες μάγειρες. Κριτές την εποχή εκείνη ήταν ο Λευτέρης Λαζάρου, ο Γιάννης Λουκάκος και ο Δημήτρης Σκαρμούτσος, ενώ τα επεισόδια μόλις και μετά βίας ξεπερνούσαν τα 60 λεπτά σε διάρκεια. Ανάμεσα στους διαγωνιζόμενους ήταν και ο Άκης Πετρετζίκης, ο οποίος κατάφερε να διακριθεί και, έξι μήνες αργότερα, να κερδίσει τον τίτλο του πρώτου Master Chef στην Ελλάδα.
Η μαγειρική του ικανότητα, σε συνδυασμό με την εμφάνισή του, έκαναν τον Άκη Πετρετζίκη ιδιαίτερα δημοφιλή τα επόμενα χρόνια, καθώς είχε συμμετοχή σε πολλές τηλεοπτικές εκπομπές, παράλληλα με τη διαδικτυακή του παρουσία, τις εκδόσεις βιβλίων μαγειρικής και τα επιχειρηματικά του ανοίγματα. Η επιτυχία του αποτέλεσε πρότυπο για πολλούς σεφ τα επόμενα χρόνια, οι οποίοι θέλησαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά του.
Βέβαια, εδώ να πούμε πως, μετά την επιτυχία του Πετρετζίκη, το Master Chef στο μεγάλο κανάλι δεν είχε την ίδια τύχη, καθώς ο δεύτερος κύκλος του για την τηλεοπτική σεζόν 2012-2013 διακόπηκε λίγο πριν τον τελικό εξαιτίας οικονομικών δυσκολιών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρξει, ουσιαστικά, δεύτερος Master Chef μέχρι το 2017, οπότε και το Star Channel ξανάβαλε στον τηλεοπτικό χάρτη τη διάσημη εκπομπή μαγειρικής.
Τρώγοντας έρχεται η όρεξη
«Ο διαγωνιζόμενος που θα ξεπεράσει, όχι τους αντιπάλους του, αλλά τον εαυτό του και τις εξαιρετικά εφευρετικές μαγειρικές δοκιμασίες του MasterChef 2022, θα κερδίσει, πέρα από τον τίτλο, και το έπαθλο των 50.000 ευρώ», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επίσημη σελίδα του διαγωνισμού στη σελίδα του STAR. Η παραγωγή του παιχνιδιού, εξάλλου, γνωρίζει πολύ καλά πως «τρώγωντας έρχεται η όρεξη», όπως έλεγε και ο Φρανσουά Ραμπελαί, Γάλλος γιατρός και συγγραφέας του Γαργαντούα.
Μέσα από έξυπνες δοκιμασίες, στις οποίες εξετάζεται η ταχύτητα, η συνέπεια, η δημιουργικότητα, η φαντασία, η αφοσίωση και το πάθος για πρωτοτυπία, κρίνεται η πορεία των παικτών στο παιχνίδι.
Παράλληλα, οι σχέσεις μεταξύ των διαγωνιζόμενων, οι συμπάθειες και οι αντιπάθειες, οι κλίκες και οι συμμαχίες, αποτελούν το αλατοπίπερο που κάνει το συγκεκριμένο τηλεοπτικό πρόγραμμα γευστικό και, ενίοτε, ακαταμάχητο. Έρωτες που έχουν γεννηθεί και προβάλλονται καταλλήλως, όπως του Διονύση και της Ανούς, ή του Δημήτρη Μπέλλου με τη Μαρία Μπέη, αντιπάθειες και ίντριγκες, όπως τα όσα συμβαίνουν φέτος με τον «Μπόμπαινα», αποτελούν το κερασάκι στην τούρτα του διαγωνισμού, την οποία οι υπεύθυνοι γνωρίζουν πώς να σερβίρουν όμορφα διακοσμημένη, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού κοινού.
Εξάλλου, το καλό… «μαγείρεμα» είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Γιατί, όπως έλεγε και η Βρετανίδα συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ: «Δεν μπορεί κανείς να σκεφτεί καλά, να αγαπήσει καλά, να κοιμηθεί καλά, αν δεν έχει φάει καλά»!