Στο εστιατόριο του ξενοδοχείου γινόταν χαμός. Φωνές και σφυρίγματα, χειροκροτήματα, γέλια. Μουσικές ξεσηκωτικές, ντίσκο και τσιφτετέλια. Σε κάθε αλλαγή τραγουδιού και μια κραυγή ενθουσιασμού από δεκάδες στόματα. Καμιά εικοσαριά άτομα άνω των εξήντα χοροπηδούσαν σαν πιτσιρίκια στη μικρή πίστα της αίθουσας. Μόνο στην πενταήμερη του σχολείου θυμάμαι να ξεσάλωνα έτσι, άντε και στα κλαμπ που πήγαινα γύρω στα είκοσι μου χρόνια, όπου όλα γυρνούσαν ξέφρενα γύρω από τη νιότη. Πώς γίνεται να γυρνούν ακόμα έτσι σε ανθρώπους που έχουν ή ετοιμάζονται να κάνουν εγγόνια;
Κι όμως, γύρω μου βλέπω εξηντάρηδες και εβδομηντάρηδες που ρουφάνε τη ζωή με παρόμοια ορμή με τους νέους. Σε κάποιες περιπτώσεις, και με μεγαλύτερη. Βλέπω κυρίες και κυρίους που βγαίνουν, διασκεδάζουν, δοκιμάζουν νέα χόμπι και εμπειρίες. Για να είμαι ειλικρινής, συναντώ περισσότερες γυναίκες που ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία, των ξέφρενων (σχεδόν) γηρατειών, για τα οποία οι Ιταλοί δημιούργησαν ένα νεολογισμό, το sexalescenza.
Ο όρος προσγειώθηκε στα καθ’ ημάς για να περιγράψει μια δεύτερη εφηβεία, μια τελευταία εφηβεία, στην τελική φάση της ζωής. Όχι για να αρνηθεί τον χρόνο, αλλά για να διαπραγματευτεί μαζί του και να αλλάξει τα στερεότυπα που αυτός δημιουργεί.
«Δεν θέλω να με λέτε γιαγιά!», είπε ενοχλημένη η κυρία που περίμενε τα εγγόνια της έξω από το σχολείο, σε μια μαμά που την προσφώνησε έτσι. Ιδού το πρώτο χαρακτηριστικό της νέας αυτής κατηγορίας ανθρώπων: αρνούνται τον τίτλο του ηλικιωμένου. Και το διεκδικούν με τη στάση τους. Με τη ζωτικότητα και την ενεργητικότητά τους, με το γεγονός ότι διατηρούν ενδιαφέροντα και δραστηριότητες, μια κοινωνική ζωή που θα τη ζήλευαν τριαντάρηδες, και μια πνευματική εγρήγορση αξιοθαύμαστη. Αλλάζουν δουλειά, αλλάζουν σύντροφο, αλλάζουν τα πάντα χωρίς σκέψη, την ώρα που εσύ διστάζεις να αλλάξεις τον καναπέ σου. Ξεκινούν να σπουδάζουν, να μαθαίνουν μια ξένη γλώσσα και μια καινούργια δεξιότητα. Ταξιδεύουν: «Έχω πάει σε 80 χώρες», έλεγε τις προάλλες μια κυρία συζητώντας με μια άλλη κυρία στο ταμείο του σούπερ μάρκετ.
Αν δεν έχετε εντοπίσει αυτούς τους ανθρώπους γύρω σας, σίγουρα θα τους έχει φέρει ο αλγόριθμος στην οθόνη σας: βίντεο με μεγάλες κυρίες που ντύνονται πιο στιλάτα από κάθε άλλη γυναίκα που γνωρίζεις, με κυρίους που φροντίζουν το σώμα τους κι έχουν περισσότερους κοιλιακούς κι από εικοσάχρονο, με ζευγάρια που σου λένε πώς διατηρούν τη σπίθα της σχέσης τους αναμμένη μετά από τριάντα χρόνια.
Οι sexalescenza δεν αστειεύονται. Έχουν ασπαστεί τις τάσεις και την τεχνολογία συχνά με πιο εφευρετικό και νεωτερικό τρόπο από τους περισσότερους. Είναι tiktokers με δυναμικούς λογαριασμούς και δεινοί χειριστές των κοινωνιών δικτύων.
Κάποιος θα μπορούσε να τους αποκαλέσει αιθεροβάμονες, που νομίζουν ότι μπορούν να ξεγελάσουν τον χρόνο. Εκείνο, όμως, που μοιάζει να αποτελεί την κινητήριο δύναμή τους είναι η αυτοεκτίμηση και η αυτοπραγμάτωση, η αίσθηση ότι η ζωή δεν τερματίζει με τη σύνταξη, και ότι η χαρά της δεν έχει ημερομηνία λήξης. Η επιθυμία να ζεις με πάθος δεν τελειώνει ποτέ.
Αν αποδομήσουμε αυτή την τάση, θα δούμε ότι η ελευθερία και η αυτονομία είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό της. Οι άνθρωποι που υιοθετούν αυτή τη στάση βλέπουν την ηλικία ως μια φάση όπου μπορείς να αποφασίζεις περισσότερο για τον χρόνο σου και τη ζωή σου, χωρίς να είσαι παγιδευμένος σε παλιές προσδοκίες ή ρόλους.
Οι αλλαγές στην κοινωνία γέννησαν αυτή τη νέα κατηγορία ανθρώπων. Κατ’ αρχάς, με την αύξηση στο προσδόκιμο ζωής – καλής ζωής. Το να παραμένεις ακμαίος σε μεγαλύτερες ηλικίες είναι προνόμιο της νέας εποχής. Γιατί να μην το εκμεταλλευτείς; Επιπλέον, οι αλλαγές στην εργασιακή δομή και στον τρόπο ζωής τρενάρουν την απόσυρση. Η σύνταξη αργεί, η ανάγκη για εργασία επιμηκύνεται, και για οικονομικούς λόγους, αλλά συχνά και για ψυχολογικούς.
Είναι, όμως, και η προσδοκία που έχει πλάσει η σύγχρονη κοινωνία για τον ηλικιωμένο άνθρωπο, να ξεπεράσει το στερεότυπο που τον θέλει αδρανή και αποσυρμένο. Όταν όλα γύρω σου, η διαφήμιση, η μόδα, οι τάσεις φωνάζουν ότι πρέπει να είναι ενεργητικός, δημιουργικός και μέσα στα πράγματα στα εβδομήντα σου, τότε όλο και περισσότεροι θα το επιδιώξουν. Το επιβεβαιώνουν και έρευνες που διαπιστώνουν ότι οι μεγάλης ηλικίας άνθρωποι σήμερα αισθάνονται διαφορετικά. Σε κάποια μέρη του κόσμου, ο όρος «ηλικιωμένος» δεν υπάρχει καν. Στην Ταιβάν, τα άτομα άνω των 55 ονομάζονται «ισχυρή γενιά».
Η μανία για ευεξία και παράταση της νεότητας, αισθητικά και βιολογικά, έχουν επίσης παίξει τον ρόλο τους για την επικράτηση της φιλοσοφίας sexalescenza. Ο καθρέφτης και το τσεκ απ γίνονται πεδία απόδειξης της ικανότητας που έχει κάποιος να παραμείνει νέος, εκτός και εντός. Χαπακώνεται με συμπληρώματα, το ρίχνει στην ορθορεξία, κάνει γυμναστική, φροντίζει την ψυχική υγεία του. Περνάει από το ιατρείο του αισθητικού και του πλαστικού και κάνει ό, τι μπορεί για να αντιστρέψει τον χρόνο.
Φυσικά, καταλαβαίνει κανείς ότι, για να είσαι ένας sexalescenza, δεν αρκεί μόνο να το νιώθεις. Είναι μια τάση που ανθίζει σε ανεπτυγμένες κοινωνίες, και τη συναντάς κυρίως σε άτομα που έχουν τους πόρους να την ακολουθήσουν. Το να είσαι γεμάτος όρεξη για ζωή σχετίζεται άμεσα με το πού ζεις, αλλά και με το πόσα μπαίνουν στο πορτοφόλι σου. Πολλές φορές, οι επιθυμίες κατακρημνίζονται από την οικονομική πίεση, τη μειωμένη προσβασιμότητα σε υποδομές, αλλά και τα στερεότυπα που θέλουν τον μεγάλο άνθρωπο να ησυχάζει στη γωνιά του ή να λειτουργεί σαν βοηθός στις αυξημένες υποχρεώσεις των παιδιών του. Όπως είπε και μια κυρία που συναντώ στο καφέ της γειτονιάς: «Πού να πάω παιδί μου; Νταντεύω τα εγγόνια μου, γιατί ο γιος μου δουλεύει μέχρι το βράδυ». Βέβαια, μια άλλη κυρία από δίπλα της απάντησε: «Εγώ τους το έχω ξεκαθαρίσει. Θα σας βοηθώ όσο δεν έχω κανονίσει κάτι». Ίσως τελικά, είναι όπως το δει κανείς.
Σίγουρα, πάντως, το φαινόμενο sexalescenza αντιπροσωπεύει μια αναδυόμενη κουλτούρα ηλικίας, που δε φοβάται να πει ότι τα εξήντα δεν είναι ηλικία… απόσυρσης, αλλά μια ευκαιρία για νέα ξεκινήματα, για πάθος και για εξερεύνηση. Είναι μια φιλοσοφία που ζητά να ξεφύγουμε από τα στενά όρια των ρόλων, των προσδοκιών και των περιορισμών που θέτει η κοινωνία, και τελικά να ζήσουμε με περισσότερη ουσία και περισσότερη ενέργεια, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
«Να μη χάσεις το παιδί που κρύβεις μέσα σου», δεν λέμε συχνά; Κάπως έτσι.



Λίλα Σταμπούλογλου