Ο καρκίνος του προστάτη αποτελεί τον συχνότερο ανδρικό καρκίνο. Οι βασικότεροι παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξή του είναι η ηλικία, η φυλή (η μαύρη φυλή παρουσιάζει υψηλότερα ποσοστά της νόσου), το οικογενειακό ιστορικό, αλλά και η παχυσαρκία. Καθώς αποτελεί μία νόσο που, εάν εντοπιστεί νωρίς, μπορεί να ελεγχθεί με μεγάλη επιτυχία, η έγκαιρη διάγνωσή της και η σωστή θεραπεία είναι ένα θέμα που αφορά όλους τους άνδρες.
Διάγνωση
Η διάγνωση, αν και συνήθως είναι εύκολη, δυσχεραίνεται από την απουσία ειδικών συμπτωμάτων. Τα συνήθη συμπτώματα που συνοδεύουν την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη, όπως δυσκολία στην ούρηση, νυκτουρία, συχνουρία κ.λπ., στη συγκεκριμένη περίπτωση απουσιάζουν.
Συνήθως ο ασθενής με καρκίνο του προστάτη είναι ασυμπτωματικός, και η διάγνωση γίνεται με τη μέτρηση του PSA, που αποτελεί καρκινικό δείκτη. Σημειωτέον ότι το PSA δεν επηρεάζεται μόνο από τον καρκίνο, καθώς μπορεί να αυξηθεί και λόγω της αύξησης του μεγέθους ή μιας φλεγμονής του προστάτη (προστατίτιδα). Ως εκ τούτου, μπορεί μεν κάποιος να παρουσιάζει ανεβασμένο PSA και να μην έχει καρκίνο του προστάτη, ενώ κάποιος άλλος να έχει χαμηλή τιμή και να νοσεί. Όπως εξηγεί ο κ. Βασίλης Πρωτογέρου, Χειρουργός Ουρολόγος-Ανδρολόγος, κάθε άνδρας θα πρέπει να ενημερώνει τον ιατρό του για την τιμή του PSA, προκειμένου εκείνος, στη συνέχεια, να τον καθοδηγήσει για τυχόν περαιτέρω εξετάσεις.
Απαραίτητη εξέταση είναι και η δακτυλική εξέταση του προστάτη, η οποία παρέχει πληροφορίες για την υφή του. Ένας προστάτης με σκληρή υφή είναι ύποπτος, ακόμα κι αν το PSA είναι χαμηλό.
Σημαντική εξέταση αποτελεί και το υπερηχογράφημα, το οποίο δίνει τις πρώτες απεικονιστικές πληροφορίες του προστάτη, αν και συχνά δεν μπορεί να αναδείξει τον καρκίνο.
Η πιο σύγχρονη απεικόνιση, με μεγάλη δυνατότητα να αναδεικνύει τον καρκίνο, είναι η πολυπαραμετρική μαγνητική τομογραφία του προστάτη.
Η τελική διάγνωση στις περιπτώσεις που ο ιατρός υποπτεύεται καρκίνο του προστάτη, τίθεται πάντα με τη βιοψία. Η παραδοσιακή τεχνική βιοψίας προστάτη γίνεται με λήψη ιστού διά του ορθού (διορθικά), με ταυτόχρονη υπερηχογραφική απεικόνιση του προστάτη. Ωστόσο, με την εξέλιξη των σύγχρονων τεχνικών βιοψίας, μπορεί να γίνει χρήση των εικόνων της πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας.
Η νέα τεχνική Fusion βιοψίας πραγματοποιείται με συνδυασμό υπερήχων και πολυπαραμετρικής μαγνητικής. Ο ασθενής υποβάλλεται πρώτα σε πολυπαραμετρική μαγνητική κι εντοπίζονται οι ύποπτες εστίες. Στη συνέχεια, με τη νέα τεχνολογία, την ώρα που γίνεται η βιοψία με υπέρηχο, επιπροβάλλονται στην εικόνα του υπερήχου οι ύποπτες εστίες που βρέθηκαν από τη μαγνητική, και ο ιατρός με τη χρήση του υπερήχου μπορεί πλέον να στοχεύσει στις ύποπτες περιοχές, οι οποίες μέχρι πριν ήταν αόρατες.
Περαιτέρω εξέλιξη της βιοψίας είναι η λήψη όχι πλέον από το ορθό, αλλά από το δέρμα του περινέου, η οποία φαίνεται ότι αυξάνει την ακρίβεια της διάγνωσης, αλλά κυρίως μειώνει τον κίνδυνο λοίμωξης που είχε η διορθική τεχνική.
Θεραπευτικές επιλογές
Όταν επιβεβαιωθεί η διάγνωση, ο ιατρός από την ιστολογική απάντηση της βιοψίας θα πάρει τις πρώτες πληροφορίες για τον τύπο και την επιθετικότητα του καρκίνου. Στη συνέχεια, θα κάνει έναν πλήρη απεικονιστικό έλεγχο όλου του σώματος, για να αποκλείσει την ύπαρξη μεταστάσεων. Σε περίπτωση που αυτές δεν υπάρχουν, τότε πρόκειται για νόσο εντοπισμένη στον προστάτη, η οποία επιτρέπει την πλήρη και άμεση ίαση, με θεραπεία εντοπισμένη στον προστάτη. Στις περιπτώσεις μεταστάσεων ή νόσου που πλέον έχει επεκταθεί τοπικά έξω από τον προστάτη, μπορεί να απαιτείται συνδυασμός θεραπειών.
Η ριζική θεραπεία του εντοπισμένου καρκίνου του προστάτη επιτυγχάνεται με δύο κυρίως τρόπους: χειρουργικά ή, εναλλακτικά (σε περιπτώσεις που δεν μπορεί να γίνει χειρουργείο), με ακτινοβολία.
Η χειρουργική θεραπεία γίνεται είτε με ανοικτή τομή, είτε λαπαροσκοπικά. Η πιο εξελιγμένη λαπαροσκοπική τεχνική είναι η ρομποτική προστατεκτομή, την οποία επιλέγουν όλο και περισσότεροι ασθενείς, για να ωφεληθούν από τα πλεονεκτήματά της. Αυτά είναι το μικρότερο ιστικό τραύμα και η καλύτερη απεικόνιση των ιστών, επιτυγχάνοντας τα μέγιστα τόσο ως προς το ογκολογικό αποτέλεσμα, όσο και ως προς τις δυο άλλες σημαντικές παραμέτρους που συνοδεύουν την επέμβαση – τη διατήρηση της στύσης, που απαιτεί προσεκτική παρασκευή των σχετικών νεύρων, και τη διατήρηση της εγκράτειας, που απαιτεί σωστή διατομή και συρραφή στο σημείο της ουρήθρας.
Η ακτινοβολία μπορεί επίσης να έχει καλά αποτελέσματα σε σωστά επιλεγμένους ασθενείς, ενώ συχνά συμπληρώνει τη χειρουργική επέμβαση, όταν υπάρχει τοπική επέκταση της νόσου.
Σε περίπτωση που εξαρχής υπάρχουν μεταστάσεις ή αναπτυχθούν κατά την πορεία της νόσου, τότε χρησιμοποιούνται συστηματικές θεραπείες, με πιο αποτελεσματική την ορμονοθεραπεία.
«Είναι σημαντικό, πάντως, να τονιστεί πως ο καρκίνος του προστάτη, αν και συχνός, έχει συνήθως ήπια εξέλιξη. Αυτό, σε συνδυασμό με τις σύγχρονες θεραπείες, σημαίνει ότι είναι πιθανό να επιτευχθεί πλήρης θεραπεία και να προσφέρουμε πολλά χρόνια ζωής στον ασθενή», καταλήγει ο κ. Πρωτογέρου.
O κ. Βασίλης Πρωτογέρου είναι Χειρουργός Ουρολόγος – Ανδρολόγος, Αν. Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και Διευθυντής Ε’ Ουρολογικής Κλινικής του νοσοκομείου Metropolitan General.