Μέχρι σήμερα, οι γνωστές ψυχολογικές διαταραχές της διατροφής, για τις οποίες έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά, είναι η νευρική ανορεξία και η νευρική βουλιμία. Όμως τα τελευταία χρόνια, όπως καταδεικνύουν πρόσφατες επιστημονικές περιγραφές, σ’ αυτές έρχεται να προστεθεί και μια νέα διατροφική διαταραχή που δεν είναι πάντα φανερή: αυτή της νευρικής ορθορεξίας. Δηλαδή της εμμονής με την υγιεινή διατροφή.
του Ραζμίκ Αγαμπατιάν
Με άλλα λόγια, υπάρχει η τάση κάποιων ανθρώπων –κυρίως μέσου ή ανώτατου μορφωτικού επιπέδου– να αφορίζουν και να αποφεύγουν πάση θυσία οτιδήποτε ξεφεύγει από ένα απόλυτα υγιεινό και ισορροπημένο διαιτολόγιο. Αν και αυτή η διατροφική στάση ζωής, εκ πρώτης όψεως, δεν έχει κάτι το μεμπτό (αντιθέτως, αξίζει τα εύσημα σε έναν ανεπτυγμένο κόσμο που αρρωσταίνει από υπερκατανάλωση βλαβερών τροφών), κάποιες φορές μπορεί να ξεπεράσει το μέτρο και να “επιτρέψει” σε μια προτίμηση ή συνήθεια να πάρει κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μας, να γίνει αυτοσκοπός και, τελικά, να μετατραπεί σε εμμονή. Και το όνομα αυτής “Νευρική Ορθορεξία” (Orthorexia Nervosa) – ένας όρος που διατύπωσε ο δρ. Steven Bratman το 1997 και περιγράφει τη διαρκή και ακραία εμμονή σε έναν απόλυτα υγιεινό τρόπο διατροφής.
Όταν μια καλή συνήθεια μετατρέπεται σε διαταραχή
Οι ορθορεκτικοί ελέγχουν σχολαστικά οτιδήποτε σχετίζεται με την τροφή τους όσον αφορά την ποιότητα, γι’ αυτό λατρεύουν τα βιολογικά προϊόντα και προσλαμβάνουν τροφές που δεν περιέχουν πρόσθετα ή λιπαρά, ενώ δείχνουν έντονη απέχθεια προς οποιοδήποτε τυποποιημένο προϊόν, εξηγεί η κα Έρρικα Παπαβενετίου, Γενικός Ιατρός – Σύμβουλος Διατροφής. Στην πραγματικότητα, χάνουν το μέτρο, καταναλώνοντας αποκλειστικά τροφές που οι ίδιοι θεωρούν αγνές, ενώ η ζάχαρη, η καφεΐνη, το αλκοόλ, η σόγια, το καλαμπόκι, το ζωικό λίπος και τα γαλακτοκομικά, καθώς και το αλάτι, είναι “εξόριστα” από το διαιτολόγιό τους. Ο ακραίος αποκλεισμός κάποιων από τις προαναφερόμενες τροφές οδηγεί σε ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, με συνέπεια οι ορθορεκτικοί μελλοντικά να εμφανίζουν διάφορα προβλήματα στην υγεία τους, όπως π.χ. αναιμία, αναφέρει η ειδικός. Το παράδοξο είναι, δε, ότι αρκετοί από αυτούς τους φανατικούς υγιεινιστές δεν έχουν καν ιδανικό σωματικό βάρος, ενώ σημαντικό ποσοστό τους είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Η αρχή του προβλήματος
Σύμφωνα με τις δηλώσεις των περισσότερων ατόμων που πάσχουν από νευρική ορθορεξία, το πρόβλημα ξεκινάει αθώα και ανώδυνα, από μια αρχική επιθυμία να βελτιώσουν τις διατροφικές τους συνήθειες και τον τρόπο ζωής τους. Έτσι, αρχικά υιοθετούν μια ισορροπημένη δίαιτα, με έμφαση στην ποιότητα και σαφείς προτιμήσεις σε ορισμένα προϊόντα (π.χ. φρούτα και λαχανικά), με παράλληλη αποφυγή άλλων προϊόντων (π.χ. κατεργασμένων σνακς). Παράλληλα, αρχίζουν να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την προέλευση των τροφίμων που καταναλώνουν.
Και σταδιακά οδηγούνται στην υπερβολή.
Για παράδειγμα, ενώ απέφευγαν τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, στη συνέχεια άρχισαν να “φοβούνται” και αυτά της ανοιχτής θάλασσας, μη όντες σίγουροι ότι δεν το έσκασαν από κάποιο ιχθυοτροφείο.
Αυτή ακριβώς η λογική περιγράφει το πρόβλημα της νευρικής ορθορεξίας, όπου οι σκέψεις και ο προγραμματισμός γύρω από τη σωστή διατροφή κατευθύνουν όλη την ψυχική ενέργεια του ατόμου.
Καθώς το άτομο αρχίζει να ανησυχεί για τις διατροφικές του επιλογές και να αναλώνεται σε σκέψεις γύρω από αυτές, ο βαθμός ανησυχίας του αυξάνεται, το στρες του επιδεινώνεται και αποκτά κυρίαρχο ρόλο στη ζωή του.
Το ψυχολογικό προφίλ
Κατά τον κ. Στέφανο Κατσαρά, ψυχολόγο, η συγκεκριμένη διαταραχή λήψης της τροφής εκδηλώνεται σε ανθρώπους που έχουν υποχονδριακές τάσεις, που ασχολούνται υπερβολικά με την υγεία τους και βιώνουν διαρκή αγωνία για πιθανά σωματικά συμπτώματα που ενδεχομένως να εκδηλώσουν. Με άλλα λόγια, σε άτομα που βρίσκονται σε μόνιμη επαγρύπνηση μήπως και πάθουν κάτι σοβαρό – το οποίο ίσως να προλάβουν, αρκεί να προσέχουν ευλαβικά τη διατροφή τους.
Κατά βάση, πρόκειται για μια προσπάθεια να ασκήσουν έλεγχο στη ζωή τους μέσα από το φαγητό, με συνέπεια η τροφή να τους γίνεται έμμονη και άκρως βασανιστική ιδέα. Η έλλειψη σιγουριάς για την ποιότητα του φαγητού αντανακλά μια γενικότερη έλλειψη σιγουριάς για τη ζωή.
Τα άτομα αυτά συχνά πάσχουν από ψυχοσωματικές ασθένειες και ταλαιπωρούνται από την πιθανότητα του ότι μπορεί να πάθουν κάτι, το οποίο ενδεχομένως μπορούν να προλάβουν αν τηρούν σωστή και απαρέγκλιτη διατροφή.
Υπάρχει λύση;
Σε περίπτωση που ταλαιπωρούμαστε από ορθορεξία, φαίνεται ότι ερχόμαστε συχνά αντιμέτωποι με την εμπειρία της κοινωνικής απομόνωσης ως αποτέλεσμα του τρόπου ζωής μας. Για παράδειγμα, αν είμαστε κάπου προσκεκλημένοι, μπορεί να αισθανθούμε την ανάγκη να φέρουμε τα δικά μας τρόφιμα που, κατά τη γνώμη μας, πληρούν το εξιδανικευμένο διαιτητικό σχήμα που επιθυμούμε, και να δημιουργήσουμε αρνητικές εντυπώσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδεχομένως να αποφασίσουμε πως είναι καλύτερο για εμάς να μην τρώμε μαζί με άλλους, διότι αισθανόμαστε ασφαλείς μόνο με ορισμένα είδη τροφίμων. Επίσης, δεν είναι σπάνιο κάποιοι ορθορεκτικοί να θεωρήσουν ότι είναι ανώτεροι χάρη στις διατροφικές επιλογές τους σε σχέση με τους γύρω τους που δεν είναι τόσο “προσεκτικοί” με τη διατροφή τους, με συνέπεια να εμφανίζουν αδυναμία κοινωνικοποίησης.
Για να υπάρξει λύση, κατά τον κ. Κατσάρα, το άτομο που πάσχει από ορθορεξία θα πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσει ότι υποφέρει από ένα πρόβλημα σχετικά με τη διατροφική συμπεριφορά του, ώστε στη συνέχεια να κατανοήσει ότι η ποιότητα των τροφίμων που καταναλώνονται δεν είναι ο μόνος παράγοντας που καθορίζει την υγεία του και, σταδιακά, να μάθει να τρώει χωρίς εμμονές.
Η αντιμετώπιση της ορθορεξίας απαιτεί ψυχοθεραπεία και, στη συνέχεια, συνεργασία με διαιτολόγο για τη σωστή ενημέρωση των διατροφικών επιλογών, καταλήγει ο ψυχολόγος. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με άλλους ασθενείς με διατροφικές διαταραχές, τα άτομα με ορθορεξία τείνουν να ανταποκρίνονται καλύτερα στη θεραπεία, εξαιτίας της ανησυχίας τους για την υγεία τους και της διάθεσής τους για αυτο-φροντίδα.
- Εάν είμαστε μερικώς φυτοφάγοι (Vegetarian): Καταναλώνουμε ψάρι ή κρέας ή ακόμα και πουλερικά λιγότερο από μια φορά την εβδομάδα, αλλά υπερισχύει η χορτοφαγική φιλοσοφία στη διατροφή μας. Αυτό είναι και το πλησιέστερο μοντέλο διατροφής στη Μεσογειακή Δίαιτα, ωστόσο κινδυνεύουμε –όπως όλοι οι χορτοφάγοι– από έλλειψη πρωτεϊνών, αλλά και σημαντικών βιταμινών, όπως η D, B12 και B2 και μετάλλων, όπως ο σίδηρος, το ασβέστιο και ο ψευδάργυρος (στοιχεία που λειτουργούν ως δομικά συστατικά του οργανισμού ή έχουν βασικό ρόλο σε θεμελιώδεις λειτουργίες του).
Επιπλέον, η συγκεκριμένη διατροφή είναι πλούσια σε ω6 λιπαρά οξέα και χαμηλή σε ω3 λιπαρά οξέα. Επομένως, η χορήγηση αντίστοιχου συμπληρώματος –ή ανάλογων διατροφικών συμπληρωμάτων– θα ήταν άκρως βοηθητική για τις ανάγκες του οργανισμού μας. Μια ακόμα καλύτερη εναλλακτική είναι το να εντάξουμε στο καθημερινό μας διαιτολόγιο λειτουργικά τρόφιμα, τα οποία είναι εμπλουτισμένα με σίδηρο, βιταμίνες (κυρίως D, B12 και B2), ασβέστιο και ψευδάργυρο.
- Εάν είμαστε αυστηρά φυτοφάγοι (Vegan): H διατροφή μας αποκλείει το κρέας, τα πουλερικά, το ψάρι, τα αυγά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, και το διαιτολόγιό μας βασίζεται αποκλειστικά σε φυτικές τροφές (δημητριακά, λαχανικά, φρούτα, όσπρια, ξηρούς καρπούς και σπόρους). Ανήκουμε στην ομάδα που διατρέχει τον μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης διατροφικών ελλείψεων –τόσο σε σχέση με τους μερικώς φυτοφάγους, όσο και με τους γαλακτο-ωο-φυτοφάγους (που αποκλείουν όλα τα είδη κρέατος και τα ψάρια, αλλά καταναλώνουν γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά), αλλά και από τους γαλακτοφυτοφάγους (που αποκλείουν όλα τα είδη κρέατος, τα ψάρια και τα αυγά, αλλά καταναλώνουν γαλακτοκομικά προϊόντα)– καθότι έχουμε εξορίσει ταυτόχρονα δύο πολύ σημαντικές ομάδες τροφίμων: αυτές των γαλακτοκομικών και του κρέατος. Πρέπει, λοιπόν, να προσλαμβάνουμε φυτικές τροφές που να περιέχουν συμπληρωματικές πρωτεΐνες. Μερικοί από τους συνδυασμούς τροφών που καλύπτουν τα επίπεδα πρωτεΐνης που χρειαζόμαστε είναι π.χ. ρύζι με όσπρια (π.χ. φακές με ρύζι), όσπρια με καλαμπόκι, φασόλια με σταρένιο ψωμί , ψωμί με φιστικοβούτυρο ή ταχίνι.
- Εάν είμαστε πρωτογονο-διατροφικοί (Ρaleodiet): Προσπαθούμε να καταναλώνουμε την τροφή που είχαν διαθέσιμη οι μακρινοί μας πρόγονοι στην Παλαιολιθική Εποχή. Γι’ αυτό, δεν έχουν θέση στο διαιτολόγιό μας οι επεξεργασμένες τροφές ή όσες προέρχονται από κατεργασία πρώτων υλών (π.χ. δημητριακά, γαλακτοκομικά, λάδια κ.λπ.). Τα γεύματα περιλαμβάνουν το κρέας, το ψάρι, τα ωμά λαχανικά, τις ρίζες και τους καρπούς. Για τις βιταμίνες και τα μέταλλα που μπορεί λόγω της συγκεκριμένης διατροφής να μας λείπουν, συνήθως απαιτείται η σωστή χορήγηση ενός πολυβιταμινούχου συμπληρώματος.
- Εάν είμαστε μακροβιοτικοφάγοι (Μacrobiotic): Βασίζουμε το διαιτολόγιό μας μόνο σε καρπούς, όσπρια και λαχανικά. Συνήθως παρουσιάζουμε έλλειψη σε ασβέστιο, το οποίο περιέχεται –εκτός από τα γαλακτοκομικά προϊόντα που δεν τα θέλουμε– και σε φυτικά τρόφιμα, όπως τα πράσινα λαχανικά, τα δημητριακά και οι ξηροί καρποί, καθώς και σε εμπλουτισμένες τροφές (π.χ. γάλα σόγιας, εμπλουτισμένο με ασβέστιο). Θα πρέπει είτε να καταναλώνουμε μεγαλύτερη ποσότητα των παραπάνω τροφών ημερησίως, είτε να μας χορηγηθεί το κατάλληλο διατροφικό συμπλήρωμα. Για τη βέλτιστη απορρόφηση του ψευδαργύρου (απαραίτητου για τη μυϊκή δραστηριότητα, τη λειτουργία της πέψης, την άμυνα του οργανισμού κ.ά.), που περιέχουν π.χ. τα φασόλια, οι ξηροί καρποί κ.λπ., καλό είναι να τα συνδυάζουμε με ψωμί με προζύμι και όχι με μαγιά.